Του Κώστα Αργυρού*
Το 2014 με αφορμή την κρίση της Κριμαίας η μεγάλη «αλεπού» της αμερικανικής διπλωματίας, ο Χένρι Κίσινγκερ τασσόταν κατά της ένταξης της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ, απέτρεπε σαφώς τους Δυτικούς από ένα τέτοιο βήμα και ουσιαστικά προέβλεπε ποια θα είναι η απάντηση της Ρωσίας του Πούτιν αν το κάνουν.
Υπενθυμίζοντας ότι ο ίδιος έχει δει τέσσερεις πολέμους στη ζωή του, προειδοποιούσε ότι το πρόβλημα με τους πολέμους είναι πώς τελειώνουν και όχι πώς ξεκινούν, συνήθως δηλαδή με «μεγάλο ενθουσιασμό και δημόσια υποστήριξη». Χαρακτήριζε λανθασμένο στη σύλληψη του το ερώτημα αν η Ουκρανία θα πρέπει να ενταχθεί στην Ανατολή ή στη Δύση επιμένοντας ότι «αν η Ουκρανία θέλει να επιβιώσει και να ευδοκιμήσει, δεν πρέπει να είναι το φυλάκιο της μιας πλευράς ενάντια στην άλλη – θα πρέπει να λειτουργεί ως γέφυρα μεταξύ τους».
Αναφερόμενος στη Ρωσία έγραφε:
«Η Ρωσία πρέπει να αποδεχθεί ότι η προσπάθεια να εξαναγκάσει την Ουκρανία σε καθεστώς δορυφόρου, και έτσι να μετακινήσει ξανά τα σύνορα της Ρωσίας, θα καταδίκαζε τη Μόσχα να επαναλάβει την ιστορία της των αυτοεκπληρούμενων κύκλων αμοιβαίων πιέσεων με την Ευρώπη και τις Ηνωμένες Πολιτείες. Η Δύση πρέπει να καταλάβει ότι, για τη Ρωσία, η Ουκρανία δεν μπορεί ποτέ να είναι απλώς μια ξένη χώρα. Η ρωσική ιστορία ξεκίνησε σε αυτό που ονομαζόταν Κιέβο-Ρωσ. Η ρωσική θρησκεία διαδόθηκε από εκεί. Η Ουκρανία ήταν μέρος της Ρωσίας για αιώνες και οι ιστορίες τους ήταν αλληλένδετες πριν από τότε. Μερικές από τις πιο σημαντικές μάχες για τη ρωσική ελευθερία, ξεκινώντας με τη Μάχη της Πολτάβα το 1709, έγιναν σε ουκρανικό έδαφος. Ο στόλος της Μαύρης Θάλασσας – το μέσο προβολής ισχύος της Ρωσίας στη Μεσόγειο – βασίζεται με μακροχρόνια μίσθωση στη Σεβαστούπολη, στην Κριμαία. Ακόμη και διάσημοι αντιφρονούντες όπως ο Αλεξάντερ Σολζενίτσιν και ο Γιόζεφ Μπρότσκυ επέμειναν ότι η Ουκρανία ήταν αναπόσπαστο μέρος της ρωσικής ιστορίας και, μάλιστα, της Ρωσίας».
Συνέχιζε σημειώνοντας ότι «Η εξωτερική πολιτική είναι η τέχνη του καθορισμού προτεραιοτήτων. Οι Ουκρανοί είναι το καθοριστικό στοιχείο. Ζουν σε μια χώρα με πολύπλοκη ιστορία και πολυγλωσσική σύνθεση. Το δυτικό τμήμα ενσωματώθηκε στη Σοβιετική Ένωση το 1939, όταν ο Στάλιν και ο Χίτλερ μοίρασαν τα λάφυρα. Η Κριμαία, το 60% του πληθυσμού της οποίας είναι Ρώσοι, έγινε μέρος της Ουκρανίας μόλις το 1954, όταν ο Νικίτα Χρουστσόφ, Ουκρανός στην καταγωγή, την απένειμε ως μέρος του εορτασμού των 300 χρόνων από τη ρωσική συμφωνία με τους Κοζάκους. Η Δύση είναι σε μεγάλο βαθμό καθολική. Η ανατολή σε μεγάλο βαθμό Ρώσοι Ορθόδοξοι. Η Δύση μιλάει Ουκρανικά. η ανατολή μιλάει κυρίως ρωσικά. Οποιαδήποτε προσπάθεια από τη μία πτέρυγα της Ουκρανίας να κυριαρχήσει στην άλλη — όπως ήταν το πρότυπο — θα οδηγούσε τελικά σε εμφύλιο πόλεμο ή σε διάλυση».
Προφητική στην κυριολεξία ήταν η παρατήρησή του ότι:
«Το να αντιμετωπίζεται η Ουκρανία ως μέρος μιας αντιπαράθεσης Ανατολής-Δύσης θα εξάλειφε για δεκαετίες κάθε προοπτική να φέρει τη Ρωσία και τη Δύση —ιδιαίτερα τη Ρωσία και την Ευρώπη— σε ένα συνεργατικό διεθνές σύστημα».
Η συμβουλή του προς την τότε αμερικανική ηγεσία, με δεδομένο τον εσωτερικό διχασμό της χώρας ήταν ξεκάθαρη: «Μια σοφή πολιτική των ΗΠΑ έναντι της Ουκρανίας θα αναζητούσε έναν τρόπο για τα δύο μέρη της χώρας να συνεργαστούν μεταξύ τους. Πρέπει να επιδιώξουμε τη συμφιλίωση, όχι την κυριαρχία μιας παράταξης».
Κυριολεκτικά προφητική ήταν η εκτίμησή του για τη στάση της Ρωσίας και την αντιμετώπιση του Πούτιν από τη Δύση: «Η Ρωσία δεν θα ήταν σε θέση να επιβάλει μια στρατιωτική λύση χωρίς να απομονωθεί σε μια εποχή που πολλά από τα σύνορά της είναι ήδη επισφαλή. Για τη Δύση, η δαιμονοποίηση του Βλαντιμίρ Πούτιν δεν είναι πολιτική. Είναι άλλοθι για την απουσία τέτοιας. Ο Πούτιν θα πρέπει να συνειδητοποιήσει ότι, όποια κι αν είναι τα παράπονά του, μια πολιτική στρατιωτικών επιβολών θα προκαλούσε έναν άλλο Ψυχρό Πόλεμο. Από την πλευρά τους, οι Ηνωμένες Πολιτείες πρέπει να αποφύγουν να αντιμετωπίζουν τη Ρωσία ως παρεκκλίνουσα που θέλουν να τη διδάξουν κανόνες συμπεριφοράς που έχουν θεσπιστεί από την Ουάσιγκτον».
Και τελικά ο Κίσινγκερ παρουσίαζε την «ιδέα του» για ένα αποτέλεσμα συμβατό με τις αξίες και τα συμφέροντα ασφάλειας όλων των πλευρών:
Η Ουκρανία πρέπει να έχει το δικαίωμα να επιλέγει ελεύθερα τις οικονομικές και πολιτικές ενώσεις της, συμπεριλαμβανομένης της Ευρώπης.
Η Ουκρανία δεν πρέπει να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ, μια θέση που πήρα πριν από επτά χρόνια, όταν εμφανίστηκε για τελευταία φορά.
Η Ουκρανία θα πρέπει να είναι ελεύθερη να δημιουργήσει οποιαδήποτε κυβέρνηση συμβατή με την εκφρασμένη βούληση του λαού της. Οι σοφοί Ουκρανοί ηγέτες θα επέλεγαν τότε μια πολιτική συμφιλίωσης μεταξύ των διαφόρων περιοχών της χώρας τους. Σε διεθνές επίπεδο, θα πρέπει να ακολουθούν μια στάση παρόμοια με αυτή της Φινλανδίας. Αυτό το έθνος δεν αφήνει καμία αμφιβολία για τη σκληρή ανεξαρτησία του και συνεργάζεται με τη Δύση στους περισσότερους τομείς, αλλά αποφεύγει προσεκτικά τη θεσμική εχθρότητα προς τη Ρωσία.
Είναι ασυμβίβαστο με τους κανόνες της υπάρχουσας παγκόσμιας τάξης η Ρωσία να προσαρτήσει την Κριμαία. Ωστόσο, θα πρέπει να είναι δυνατό να τεθεί η σχέση της Κριμαίας με την Ουκρανία σε λιγότερο προβληματική βάση. Για τον σκοπό αυτό, η Ρωσία θα αναγνωρίσει την κυριαρχία της Ουκρανίας στην Κριμαία. Η Ουκρανία θα πρέπει να ενισχύσει την αυτονομία της Κριμαίας στις εκλογές που θα πραγματοποιηθούν παρουσία διεθνών παρατηρητών. Η διαδικασία θα περιλαμβάνει την άρση τυχόν ασαφειών, σχετικά με το καθεστώς του στόλου της Μαύρης Θάλασσας στη Σεβαστούπολη».
«Αυτά είναι αρχές, όχι συνταγές» παραδεχόταν ο Κίσινγκερ. Ηξερε ότι όλα αυτά δεν θα μπορούσαν να γίνουν εύκολα αποδεκτά αλλά εξηγούσε ότι δεν μπορεί να υπάρξει «η απόλυτη ικανοποίηση αλλά η ισορροπημένη δυσαρέσκεια. Εάν δεν επιτευχθεί κάποια λύση που βασίζεται σε αυτά ή σε συγκρίσιμα στοιχεία, η στροφή προς την αντιπαράθεση θα επιταχυνθεί. Η ώρα για αυτό θα έρθει αρκετά σύντομα».
Η προφητεία του πρώην ΥΠΕΞ των ΗΠΑ επιβεβαιώθηκε οκτώ χρόνια αργότερα με τον πιο μακάβριο τρόπο.
Αναδημοσίευση από τον ιστότοπο politicus.gr