Ένα υπόγειο στην οδό Λένορμαν υπήρξε ο «γενέθλιος τόπος» των Tsakiris Chips, του πιο δημοφιλούς brand στα πατατάκια, τα οποία έχουν εδραιωθεί δεκαετίες τώρα στις προτιμήσεις του καταναλωτικού κοινού.
Σε αυτό το υπόγειο ο Γεώργιος Τσακίρης έφτιαξε με πρωτόγονα μέσα τα πρώτα δικά του τραγανά τσίπς πριν από 70 χρόνια…
Η αφετηρία μιας μεγάλης διαδρομής
Μπορεί σήμερα τα Tsakiris Chips να βρίσκονται στο χαρτοφυλάκιο του ισχυρού ομίλου της Coca-Cola Τρία Έψιλον, ωστόσο μέχρι να φτάσουμε στο παρόν, υπάρχει ένα πολύ ενδιαφέρον παρελθόν, στο οποίο οι συγκυρίες και η τύχη έπαιξαν το δικό τους ρόλο.
Για να ξετυλίξουμε το νήμα από την αρχή, θα πρέπει να σημειωθεί ότι στη Δύση τα πατατάκια να άρχισαν να παράγονται μαζικά από τις αρχές του 20ου αιώνα, με πρώτη την εταιρεία Mikesell’s Potato Chip Company από το Ντέιτον του Οχάιο.
Όσο κι αν στο εξωτερικό και ιδιαίτερα στις ΗΠΑ τα τσιπς καθιερώθηκαν πολύ γρήγορα ως ακαταμάχητο έδεσμα για όλες τις ώρες της ημέρας, στην Ελλάδα χρειάστηκε να περάσουν πολλά χρόνια μέχρι το καταναλωτικό κοινό να γνωρίσει αυτές τις λεπτοκομμένες τηγανιτές πατάτες μέσα στα γνωστά σακουλάκια.
Και αυτό οφείλεται, εν πολλοίς, σε έναν άνθρωπο: τον Γεώργιο Τσακίρη, το όνομα του οποίου έγινε στην πορεία «συνώνυμο» του προϊόντος στην εγχώρια αγορά.
Γιώργος Τσακίρης επί το έργω
Ο Γεώργιος Τσακίρης, με μικρασιατικές ρίζες, γεννήθηκε το 1928 στη Μόρια της Μυτιλήνης, αλλά ήδη από νεαρή ηλικία αναζήτησε την τύχη του στην Αθήνα. Το 1951, στα 23 χρόνια του, άρχισε να εργάζεται ως μπάρμαν στο γνωστό εστιατόριο «Ιντεάλ» επί της οδού Πανεπιστημίου. Εκεί έκατσε για δύο χρόνια περίπου μέχρι που κατάφερε να ενταχθεί στο δυναμικό του φημισμένου «Ζόναρς» όπου θήτευσε για λίγο ως βοηθός αρχιμάγειρα.
Το «παιχνίδι» της τύχης άρχισε να ξεδιπλώνεται καθώς σε εκείνον είχε ανατεθεί η υποχρέωση κάθε μέρα να παραδίδει κατ οίκον, -κάτι σαν ντελίβερι όπως θα λέγαμε σήμερα-, τα εδέσματα του καταστήματος στο σπίτι του καπνοβιομήχανου Κουμουνδούρου στο Κολωνάκι. Μεταξύ αυτών και μια οκά τσιπς που φτιάχνονταν στην κουζίνα του «Ζόναρς» μόνο για τους καλούς πελάτες του. Άλλωστε στα μέσα της δεκαετίας του ’50 τέτοιες γευστικές επιλογές ήταν ακόμη «γκουρμέ» και ασφαλώς απευθύνονταν σε πολύ λίγους που είχαν τη δυνατότητα να πληρώνουν περί τις 80 δραχμές για μια οκά.
Ανήσυχο πνεύμα και ευρηματικός ως άνθρωπος ο Γεώργιος Τσακίρης δεν άργησε να διακρίνει την ευκαιρία. Αφού κάθισε κάτω και έκανε τους υπολογισμούς του στο χαρτί διαπίστωσε ότι αν ο ίδιος έφτιαχνε αυτά τα λεπτοκομμένα πατατάκια θα μπορούσε να τα πουλάει σε ανταγωνιστική τιμή καθώς το περιθώριο κέρδους ήταν μεγάλο.
Οπλισμένος με αποφασιστικότητα και με πείσμα για να πετύχει, αγνόησε το ρίσκο, και παραιτήθηκε από του «Ζόναρς». Με τον τελευταίο μισθό του πήγε στο Μοναστηράκι και προμηθεύτηκε τα απαραίτητα, δηλαδή μια φουφού με κάρβουνο, μια κατσαρόλα, έναν τρίφτη για την κοπή του λάχανου, λάδι και φυσικά πατάτες.
Το πρώτο «εργαστήριο» δεν ήταν άλλο από το υπόγειο του μικρού σπιτιού που έμενε στη Λένορμαν. Σε αυτό τον χώρο το 1954 δημιούργησε την πρώτη «μονάδα» παραγωγής των πατατοτσιπς στην Ελλάδα.
Ο Γεώργιος Τσακίρης, με μικρασιατικές ρίζες, γεννήθηκε το 1928 στη Μόρια της Μυτιλήνης, αλλά ήδη από νεαρή ηλικία αναζήτησε την τύχη του στην Αθήνα. Το 1951, στα 23 χρόνια του, άρχισε να εργάζεται ως μπάρμαν στο γνωστό εστιατόριο «Ιντεάλ» επί της οδού Πανεπιστημίου. Εκεί έκατσε για δύο χρόνια περίπου μέχρι που κατάφερε να ενταχθεί στο δυναμικό του φημισμένου «Ζόναρς» όπου θήτευσε για λίγο ως βοηθός αρχιμάγειρα.
Το «παιχνίδι» της τύχης άρχισε να ξεδιπλώνεται καθώς σε εκείνον είχε ανατεθεί η υποχρέωση κάθε μέρα να παραδίδει κατ οίκον, -κάτι σαν ντελίβερι όπως θα λέγαμε σήμερα-, τα εδέσματα του καταστήματος στο σπίτι του καπνοβιομήχανου Κουμουνδούρου στο Κολωνάκι. Μεταξύ αυτών και μια οκά τσιπς που φτιάχνονταν στην κουζίνα του «Ζόναρς» μόνο για τους καλούς πελάτες του. Άλλωστε στα μέσα της δεκαετίας του ’50 τέτοιες γευστικές επιλογές ήταν ακόμη «γκουρμέ» και ασφαλώς απευθύνονταν σε πολύ λίγους που είχαν τη δυνατότητα να πληρώνουν περί τις 80 δραχμές για μια οκά.
Ανήσυχο πνεύμα και ευρηματικός ως άνθρωπος ο Γεώργιος Τσακίρης δεν άργησε να διακρίνει την ευκαιρία. Αφού κάθισε κάτω και έκανε τους υπολογισμούς του στο χαρτί διαπίστωσε ότι αν ο ίδιος έφτιαχνε αυτά τα λεπτοκομμένα πατατάκια θα μπορούσε να τα πουλάει σε ανταγωνιστική τιμή καθώς το περιθώριο κέρδους ήταν μεγάλο.
Οπλισμένος με αποφασιστικότητα και με πείσμα για να πετύχει, αγνόησε το ρίσκο, και παραιτήθηκε από του «Ζόναρς». Με τον τελευταίο μισθό του πήγε στο Μοναστηράκι και προμηθεύτηκε τα απαραίτητα, δηλαδή μια φουφού με κάρβουνο, μια κατσαρόλα, έναν τρίφτη για την κοπή του λάχανου, λάδι και φυσικά πατάτες.
Το πρώτο «εργαστήριο» δεν ήταν άλλο από το υπόγειο του μικρού σπιτιού που έμενε στη Λένορμαν. Σε αυτό τον χώρο το 1954 δημιούργησε την πρώτη «μονάδα» παραγωγής των πατατοτσιπς στην Ελλάδα.
Αμέσως μόλις έβγαλε την πρώτη φουρνιά των φρεσκοτηγανισμένων τσιπς την πήρε και πήγε στον βιομήχανο Κουμουνδούρο, προτείνοντάς του να τα αγοράζει στην τιμή των 60 δραχμών την οκά, αντί των 80 δραχμών του «Ζοναρς». Εκείνος δέχθηκε και έγινε ο πρώτος σταθερός πελάτης του.
Αυτή η πρωτόλεια μονάδα βασιζόταν αποκλειστικά στη χειρωνακτική εργασία του Γ. Τσακίρη που αφού έκοβε και τηγάνιζε τα πατατάκια, τα συσκεύαζε σε διαφανείς νάιλον σακούλες και στη συνέχεια έκανε ο ίδιος τη διανομή με τα πόδια. Άλλωστε, δεν υπήρχε τότε η οικονομική δυνατότητα για κάτι περισσότερο.
Παράλληλα, ξεκινά την αναζήτηση νέων πελατών στα στέκια του Κολωνακίου, όπου σύχναζε η μεγαλοαστική τάξη της εποχής. Το «Ελληνικόν» πάνω στην πλατεία έγινε ο δεύτερος πελάτης του αγοράζοντας δύο οκάδες τσιπς την ημέρα, για να ακολουθήσουν αρκετά ακόμη «σημεία πώλησης», όπως ζαχαροπλαστεία και κινηματογράφοι.
Γιώργος Τσακίρης
Η διαρκής αναβάθμιση
Λίγο αργότερα προμηθεύτηκε ένα ποδήλατο. Στις αρχές της δεκαετίας του ’60 και με τους πελάτες να αυξάνονται κάνει τα πρώτα βήματα εκσυγχρονισμού με την αγορά ηλεκτρικού δίσκου και μεγαλύτερης φριτέζας, αλλά πλέον το υπόγειο του σπιτιού του είναι πολύ μικρό για να ανταποκριθεί στην αυξημένη ζήτηση. Έτσι το εργαστήριο μεταφέρεται σε μεγαλύτερο χώρο στην περιοχή του Μεταξουργείου και η διανομή γίνεται με μοτοποδήλατο, το οποίο στη συνέχεια αντικαταστάθηκε από τρίκυκλη μοτοσικλέτα.
Στα τέλη της ίδιας δεκαετίας και με τα τσιπς του να γίνονται αγαπημένη συνήθεια πολλών περισσότερων καταναλωτών, ήταν πια φανερό ότι έπρεπε να μετακομίσει και πάλι, αναβαθμίζοντας τη δραστηριότητά του σε μικρή βιοτεχνία.
Αυτή στήθηκε στο Γκάζι, με τη διαδικασία παραγωγής να γίνεται πλέον σε στάδια, ενώ τα προϊόντα «Τσακίρης» άρχισαν να διατίθενται και στα περίπτερα. Το 1971 ο πολυμήχανος επιχειρηματίας παρουσιάζει ένα καινούριο προϊόν, τα sticks, τα οποία γίνονται άμεσα ανάρπαστα.
Ο επόμενος μεγάλος σταθμός έρχεται το 1972, όταν η εταιρεία μεταφέρεται στον Ταύρο και αυξάνεται η παραγωγική δυναμικότητα προκειμένου να ικανοποιήσει την ολοένα και μεγαλύτερη ζήτηση. Έκτοτε, η διανομή γίνεται με επαγγελματικά οχήματα βαμμένα στο πορτοκαλί χρώμα και με την επωνυμία τυπωμένη στο αμάξωμα.
Λίγο αργότερα προμηθεύτηκε ένα ποδήλατο. Στις αρχές της δεκαετίας του ’60 και με τους πελάτες να αυξάνονται κάνει τα πρώτα βήματα εκσυγχρονισμού με την αγορά ηλεκτρικού δίσκου και μεγαλύτερης φριτέζας, αλλά πλέον το υπόγειο του σπιτιού του είναι πολύ μικρό για να ανταποκριθεί στην αυξημένη ζήτηση. Έτσι το εργαστήριο μεταφέρεται σε μεγαλύτερο χώρο στην περιοχή του Μεταξουργείου και η διανομή γίνεται με μοτοποδήλατο, το οποίο στη συνέχεια αντικαταστάθηκε από τρίκυκλη μοτοσικλέτα.
Στα τέλη της ίδιας δεκαετίας και με τα τσιπς του να γίνονται αγαπημένη συνήθεια πολλών περισσότερων καταναλωτών, ήταν πια φανερό ότι έπρεπε να μετακομίσει και πάλι, αναβαθμίζοντας τη δραστηριότητά του σε μικρή βιοτεχνία.
Αυτή στήθηκε στο Γκάζι, με τη διαδικασία παραγωγής να γίνεται πλέον σε στάδια, ενώ τα προϊόντα «Τσακίρης» άρχισαν να διατίθενται και στα περίπτερα. Το 1971 ο πολυμήχανος επιχειρηματίας παρουσιάζει ένα καινούριο προϊόν, τα sticks, τα οποία γίνονται άμεσα ανάρπαστα.
Ο επόμενος μεγάλος σταθμός έρχεται το 1972, όταν η εταιρεία μεταφέρεται στον Ταύρο και αυξάνεται η παραγωγική δυναμικότητα προκειμένου να ικανοποιήσει την ολοένα και μεγαλύτερη ζήτηση. Έκτοτε, η διανομή γίνεται με επαγγελματικά οχήματα βαμμένα στο πορτοκαλί χρώμα και με την επωνυμία τυπωμένη στο αμάξωμα.
Τα χρόνια που ακολούθησαν η εταιρεία διέγραψε μια αναπτυξιακή πορεία με τις πωλήσεις να ανεβαίνουν και τα τσιπς της να γίνονται πασίγνωστα σε κάθε γωνιά της Ελλάδας.
Ο Γεώργιος Τσακίρης, όμως, δεν ανήκε στην κατηγορία των επιχειρηματιών που θα επαναπαύονταν στις δάφνες τους, συσσωρεύοντας κέρδη. Αντίθετα είχε τη λογική της επανεπένδυσης, της διαρκούς επέκτασης και βελτίωσης της εταιρείας.
Κάπως έτσι, το 1997 κάνει το επόμενο μεγάλο βήμα με τη δημιουργία της σύγχρονης μονάδας παραγωγής στην Αταλάντη Φθιώτιδας. Μια κοστοβόρα επένδυση καθώς η μονάδα εξοπλίστηκε με τα μηχανήματα τελευταίας τεχνολογίας της εποχής, επιτυγχάνοντας αφενός αυξημένη δυναμικότητα, αφετέρου διασφάλιση της ποιότητας των προϊόντων με τις αντίστοιχες πιστοποιήσεις.
Αυτό αποτέλεσε ένα κρίσιμο ορόσημο για την περαιτέρω πορεία της εταιρείας, καθώς οι συνθήκες στην αγορά είχαν αλλάξει και νέοι παίκτες είχαν μπει στο ίδιο πεδίο, εντείνοντας τον ανταγωνισμό. Κάνοντας έτσι απαραίτητη την αναζήτηση ισχυρού συμμάχου που θα έβαζε φρέσκα κεφάλαια στην επιχείρηση.
Το 1999 η οικογένεια Τσακίρη προχώρησε στην πώληση το 69% της Τσακίρης ΑΒΕΕ στον όμιλο Plias, συμφερόντων της οικογένειας Δαυίδ, ενώ σχεδόν τρία χρόνια αργότερα, το 2002, μεταβίβασε σε αυτόν και το υπόλοιπο 31%. Ακολούθησε ένα δυναμικό επαναλανσάρισμα των προϊόντων της Τσακίρης με ανανεωμένες συσκευασίες και διαφημιστική εκστρατεία.
ΜΟΝΑΔΑ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΑΤΑΛΑΝΤΗ ΦΘΙΩΤΙΔΑΣ
Το πέρασμα στην Coca Cola 3E
Η εταιρεία όμως δεν μακροημέρευσε στα χέρια του ομίλου Plias. Έτσι στις 30 Δεκεμβρίου 2003 έκλεισε συμφωνία για το πέρασμα της Τσακίρης στον πανίσχυρο όμιλο της Coca Cola 3Ε έναντι 6,2 εκατ. ευρώ.
Το πέρασμα στην Coca Cola 3E
Η εταιρεία όμως δεν μακροημέρευσε στα χέρια του ομίλου Plias. Έτσι στις 30 Δεκεμβρίου 2003 έκλεισε συμφωνία για το πέρασμα της Τσακίρης στον πανίσχυρο όμιλο της Coca Cola 3Ε έναντι 6,2 εκατ. ευρώ.
Από το 2004, λοιπόν, ξεκινά ένα νέο κεφάλαιο στην ιστορία της Τσακίρης ΑΕΒΕ στο οποίο ο ίδιος ο Γεώργιος Τσακίρης εξακολουθούσε να δίνει το «παρών». Αν και δεν είχε πλέον καμία μετοχική σχέση με την εταιρεία και παρά το προχωρημένο της ηλικίας του συνήθιζε να πηγαίνει καθημερινά στα γραφεία της, και να εργάζεται επί ώρες δείχνοντας με τον πιο παραστατικό τρόπο ότι δεν μπόρεσε ποτέ να αποχωριστεί επί της ουσίας το «παιδί» του.
Με την ένταξη στον όμιλο της Coca Cola 3Ε άνοιξαν νέες προοπτικές για τα αγαπημένα πατατάκια των Ελλήνων καταναλωτών, με την επιχείρηση να εισέρχεται σε μια περίοδο ανάπτυξης και εμπλουτισμού της προιοντικής γκάμας.
Έτσι, ακολούθησαν σημαντικές επενδύσεις αναβάθμισης για το εργοστάσιο των 25.000 τ.μ. στην Αταλάντη, τόσο σε επίπεδο ποιότητας και διαδικασιών, όσο και με την εφαρμογή νέων τεχνολογιών πιο φιλικών προς το περιβάλλον.
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η μονάδα της Τσακίρης αποτελεί μία από τις μεγαλύτερες βιομηχανίες της ευρύτερης περιοχής με νέο υπερσύγχρονο και αυτοματοποιημένο εξοπλισμό, ο οποίος λειτουργεί με αυστηρές συνθήκες υγιεινής και ασφαλείας.
Το εργοστάσιο παράγει μια ολοκληρωμένη σειρά από πατατάκια και σνακ, που ανταποκρίνονται σε όλες τις βασικές κατηγορίες της αγοράς, δημιουργώντας καινοτόμες σειρές.
Τα 70 χρόνια των Tsakiris Chips
Φτάνοντας στο σήμερα, τα Tsakiris Chips, τα πατατάκια που έφεραν την κατηγορία των chips στην Ελλάδα, ανήκοντας πλέον στη μεγάλη οικογένεια της Coca Cola 3E, γιορτάζουν τα 70 χρόνια τους.
Ο όμιλος σε σχετική ανακοίνωση με αφορμή τα «γενέθλια» αναφέρει ότι από το 1954 μέχρι και σήμερα παραμένουν «Αυθεντικά δικά μας» για να κάνουν την κάθε μας στιγμή πιο «νόστιμη», πιο έντονη και πιο διασκεδαστική.
Από το 2004 που εντάχθηκαν στο χαρτοφυλάκιο της Coca-Cola Τρία Έψιλον συνεχίζουν να καινοτομούν με νέες σειρές και γεύσεις, διατηρώντας όμως ταυτόχρονα αναλλοίωτη τη συνταγή της επιτυχίας τους: την υψηλή ποιότητα των πρώτων υλών τους, όπως τονίζεται.
Η ποικιλία των προϊόντων Tsakiris Chips περιλαμβάνει τα Κλασικά Αλάτι, Ρίγανη με 100% ελληνική ρίγανη, Ξίδι, 0% Αλάτι, τα Tsakiris Sticks, μοναδικά στην κατηγορία τους, τα τραγανά Tsakiris Chips Κυματιστά στις γεύσεις Ρίγανη και Barbeque, τα Tsakiris Cooked Chips στις γεύσεις Θαλασσινό Αλάτι, Λεμόνι & Ρίγανη & Πιπέρι και Μέλι & Μουστάρδα αλλά και τις νέες ξεχωριστές γεύσεις Πάπρικα και Sour Cream & Κρεμμύδι.