Παράνομη η ρήτρα αναπροσαρμογής!
Το Πρωτοδικείο Αθηνών δικαίωσε βιοτέχνη και απαγόρευσε τη διακοπή του ρεύματος στην επιχείρησή του επειδή η χρέωση από τις εταιρίες «είναι αόριστη και αδιαφανής». Εκθετη η κυβέρνηση που τις καλύπτει
Κόλαφος για τις πρακτικές των παρόχων ενέργειας και τη συγκάλυψη από πλευράς της κυβέρνησης σχετικά με τις αθέμιτες και αδιαφανείς πρακτικές τους είναι η απόφαση δικαστηρίου που δικαίωσε βιοτέχνη ο οποίος δεν κατέβαλε τη ρήτρα αναπροσαρμογής και πέτυχε να μη διακοπεί η ηλεκτροδότηση της επιχείρησής του.
Η ρήτρα αναπροσαρμογής κρίθηκε άκυρη σε σύμβαση κυμαινόμενης χρέωσης επαγγελματικού τιμολογίου σε βιοτεχνία της Αττικής από το Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών, που δίκασε κατά τη διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων. Η ρήτρα που περιλαμβανόταν σε 10 αυτοτελείς εκκαθαριστικούς μηνιαίους λογαριασμούς που εκδόθηκαν την ίδια ημέρα, στις 23 Φεβρουαρίου 2022, και αφορούσαν το χρονικό διάστημα από τις 14 Απριλίου 2021 έως και την 31η Ιανουαρίου 2022, καθώς και στους επόμενους δύο λογαριασμούς που ακολούθησαν για το χρονικό διάστημα από 1η Φεβρουαρίου 2022 έως και 31 Μαρτίου 2022 ανήλθε στο χρηματικό ποσό των 34.171,65 ευρώ.
Ο βιοτέχνης αμφισβήτησε τη νομιμότητα των χρεώσεων που παρήγαγε η ρήτρα αναπροσαρμογής, δεν εξόφλησε το σχετικό χρηματικό ποσό και αφού υπέβαλλε αντιρρήσεις στις οποίες ουδέποτε ο πάροχος απάντησε, ως υποχρεούνταν από τον Κώδικα Προμήθειας Ηλεκτρικής Ενέργειας (ΚΠΗΕ), στράφηκε στη Δικαιοσύνη ζητώντας αφενός με ασφαλιστικά μέτρα να μη γίνει διακοπή του ρεύματος και αφετέρου δε με αγωγή να αναγνωριστεί ότι δεν οφείλει το ποσό που είχε χρεωθεί εις βάρος του και το οποίο αντιστοιχούσε στη ρήτρα αναπροσαρμογής.
Το δικαστήριο δέχτηκε την αίτηση του βιοτέχνη και απαγόρευσε τη διακοπή του ρεύματος, κρίνοντας ότι η επιβαλλόμενη εκ μέρους του παρόχου ρήτρα αναπροσαρμογής είναι μη νόμιμη, ως αόριστη και αδιαφανής ως προς τα κριτήρια αναπροσαρμογής της χρέωσης προμήθειας, αλλά και ως προς τον λόγο ύπαρξής τους στη σύμβαση, και ως εκ τούτου οι πηγάζουσες από αυτή χρηματικές χρεώσεις δεν οφείλονται.
Οπως επισημαίνει η δικηγόρος Αριάδνη Νούκα, που χειρίστηκε την υπόθεση, «το σκεπτικό της απόφασης περιέχει τις ακόλουθες σημαντικές παραδοχές: Κατά το προσυμβατικό στάδιο ο πάροχος δεν παρείχε στον καταναλωτή, έστω και προφορικά, ενημέρωση για τη δυνατότητα να επιβάλει ρήτρα αναπροσαρμογής της χρέωσης προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας, τους όρους αυτής καθώς και τον λόγο επιβολής της, παρά την υποχρέωσή του προς τούτο από το ενωσιακό και εθνικό Δίκαιο.
Ο όρος που σχετίζεται με την αναπροσαρμογή της χρέωσης προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας τυγχάνει αδιαφανής, καθώς:
α) δεν εκτίθεται σε αυτόν κατά τρόπο σαφή ο λόγος της αναπροσαρμογής της τιμής χρέωσης κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας,
β) δεν εκτίθενται με σαφήνεια τα κριτήρια βάσει των οποίων η αναπροσαρμογή θα πραγματοποιείται,
γ) δεν εκτίθεται με σαφήνεια ο τρόπος ενεργοποίησης και υπολογισμού,
δ) δεν κατατείνει στην αποφυγή υπερβολικής μεταβλητότητας ως προς το ύψος της κατανάλωσης και
ε) δεν προσφέρει επαρκείς επιλογές ως προς τη δυνατότητα διαχείρισης του κινδύνου διαχρονικής διακύμανσης των τιμών.
Αποτέλεσμα των ανωτέρω είναι:
α) να υφίσταται αδυναμία κατανόησης της εφαρμοζόμενης μεθοδολογίας υπολογισμού του πραγματικού κόστους κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας, που επιφέρει σημαντικές δυσχέρειες ως προς τη δυνατότητα κατανόησης και σύγκρισης των προσφορών των
προμηθευτών, και εν τέλει στη δυνατότητα της πλέον συμφέρουσας ενημερωμένης επιλογής,
β) να δημιουργούνται συνθήκες πλήρους ασάφειας αναφορικά με το μέγεθος των αναλαμβανομένων εκ μέρους του καταναλωτή οικονομικών υποχρεώσεων κατά τον χρόνο σύναψης της σύμβασης και
γ) να επέρχεται στέρηση της δυνατότητας ελέγχου της ορθότητας της αναπροσαρμογής, με συνέπεια κατά τη διάρκεια της συμβατικής σχέσης να υποχρεούται ο καταναλωτής να αποδεχθεί όποιες αξιώσεις που θα προβάλλει ο πάροχος για το μονομερώς από την ίδια αναπροσαρμοσμένο τίμημα.
Ο καταναλωτής δεν δύναται να αξιολογήσει και να διαπιστώσει εάν όποια αύξηση της τιμής αφορά κεκαλυμμένο κέρδος για τον πάροχο ή αν αυτή περιορίζεται αποκλειστικά και μόνο στη μεταβολή των παραγόντων που αυξάνουν το κόστος παραγωγής του ηλεκτρικού
ρεύματος.
Εν τέλει, διαταράσσεται σημαντικά η ισορροπία των δικαιωμάτων και των υποχρεώσεων εις βάρος του καταναλωτή, δεδομένου ότι αφενός δεν μπορεί να εκτιμήσει το μέγεθος της οικονομικής επιβάρυνσης που ανέλαβε και υφίσταται λόγω της εφαρμογής της ρήτρας
αναπροσαρμογής, ενώ παράλληλα βρίσκεται εκτεθειμένος στην ανεξέλεγκτη άσκηση του δικαιώματος αναπροσαρμογής εκ μέρους του παρόχου, και αφετέρου διότι οι μονομερείς μεταβολές του τιμήματος για την παροχή ηλεκτρικής ενέργειας τον περιάγουν σε δυσχερή
οικονομική κατάσταση».
Δεν αναγνωρίστηκε η μονομερής τροποποίηση της σύμβασης, παρά τον σχετικό όρο
Επιπρόσθετα, το δικαστήριο δεν αναγνώρισε τη δυνατότητα του παρόχου περί μονομερούς τροποποίησης της σύμβασης, παρά τον σχετικό όρο της σύμβασης, με το αιτιολογικό ότι ο πάροχος παραβίασε την υποχρέωση προς ενημέρωση του καταναλωτή με όρους σαφείς για τις κύριες προϋποθέσεις ασκήσεως του δικαιώματός του περί μονομερούς τροποποιήσεως της σύμβασης, τόσο στο προσυμβατικό στάδιο της σύναψης σύμβασης προμήθειας όσο και κατά την εκτέλεσή της, έτσι ώστε να εξασφαλιστεί η προστασία του θεμιτού συμφέροντος του καταναλωτή, ήτοι αφενός να γνωρίζει και, άρα, να μπορεί να προβλέψει τις συνέπειες που θα μπορούσε να έχει ως προς αυτόν στο μέλλον η αλλαγή αυτή, και αφετέρου να έχει στη διάθεσή του σε μια τέτοια περίπτωση όλα τα δεδομένα τα οποία θα του δώσουν τη δυνατότητα να αντιδράσει με τον πλέον πρόσφορο τρόπο στη νέα κατάσταση».
Επομένως, το δικαστήριο έκρινε ότι η ρήτρα αναπροσαρμογής είναι αδιαφανής, οι εταιρίες δεν ενημέρωσαν τους πελάτες ότι έχουν δυνατότητα επιβολής της, δεν εξήγησαν επαρκώς πώς λειτουργεί και «φουσκώνει» τους λογαριασμούς, και κυρίως εάν αυτό οφείλεται λόγω αυξημένων εξόδων των παρόχων ή απλά χρησιμοποιείται για να αυξάνουν τα κέρδη τους.