Το φάκελο Novartis ανοίγει  η κυριακάτικη δημοκρατία αποκαλύπτοντας συγκεκριμένα ντοκουμέντα που ήδη βρίσκονται υπό διερεύνηση για το πάρτι δισεκατομμυρίων με τα φάρμακα στη χώρα μας.

Για πρώτη φορά έρχονται στο φως έγγραφα ..

με καταγγελίες που παρέμεναν θαμμένες για τις μεθοδεύσεις με τις οποίες σκευάσματα κυκλοφορούσαν επί χρόνια στην ελληνική αγορά -και συνεχίζουν να κυκλοφορούν- έως και 60 φορές πάνω από την πραγματική τιμή τους. Πρόκειται για έγγραφα και υπομνήματα που έχουν παραδοθεί σε όλες τις προηγούμενες κυβερνήσεις οι οποίες αδράνησαν αλλά και στη σημερινή η οποία προς το παρόν εξαγγέλλει ελέγχους σε βάθος ενώ προχθές στη Βουλή ο κ Τσίπρας, που είναι ενήμερος για όλα αυτά, ανακοίνωσε τη συγκρότηση εξεταστικής επιτροπής.

Για ένα και μόνο φάρμακο, από τα πιο γνωστά, η ετήσια επιβάρυνση για το ελληνικό δημόσιο ξεπερνά το 1 δις ευρώ όπως προκύπτει από την αλληλογραφία επιστημόνων με την πολιτεία η οποία μάλιστα διεξαγόταν πολύ πριν ξεσπάσει δημοσίως το σκάνδαλο και απλώς «ψιθυριζόταν» στους διαδρόμους. Εν έτει 2013 ακόμη, καταγγελλόταν ότι αν και το πραγματικό κόστος του δεν ξεπερνούσε τα 10-20 ευρώ, το φάρμακο αυτό είχε φθάσει να τιμολογείται σε μια «παραλλαγή» του με 1.900 ευρώ ανά δόση!


Την περίοδο εκείνη, όπως και παλαιότερα, είχαν εκδηλωθεί εντός της ιατρικής κοινότητας έντονες αντιπαραθέσεις επιστημονικού περιεχομένου για τη χρήση, στη μια ή την άλλη μορφή, του φαρμάκου αυτού. Ύστερα από τις αποκαλύψεις των τελευταίων μηνών για «αθέμιτες πρακτικές» της Novartis, το θέμα έχει αποκτήσει άλλες διαστάσεις υπό το πρίσμα των οποίων γίνεται και η έρευνα. Μάλιστα η περίπτωση αυτή είναι μία από τις πρώτες που έδωσε το έναυσμα στις ΗΠΑ για να αρχίσουν οι έλεγχοι στην πολυεθνική φαρμακευτική.


Η υπόθεση έχει ξεκινήσει από το 2005 όταν διαπιστώθηκε ότι το γνωστό φάρμακο Avastin, το οποίο χρησιμοποιείται ενδοβλεφίως για τη θεραπεία του καρκίνου του παχέος εντέρου, θεραπεύει και τους ασθενείς με βλάβες της ωχράς κηλίδος που παλαιότερα έχαναν την όρασή τους. 
Tο Υπόμνημα του Καθηγητή κ. Λαδά

Για το τι επακολούθησε, αναλυτικό υπόμνημα παρέδωσε το 2013 ο Καθηγητής Οφθαλμολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών Ιωάννης Λαδάς στον τότε πρόεδρο του ΚΕΣΥ (και πρώην υφυπουργό της ΝΔ) Παναγιώτη Σκανδαλάκη, κοινοποιώντας το στον τότε πρόεδρο του ΕΟΦ Ιωάννη Τούντα και στον τότε πρωθυπουργό Αντώνη Σαμαρά. Τον κ. Τούντα –ηγετικό στέλεχος σήμερα της Δημοκρατικής Συμπαράταξης- είχε διαδεχθεί στην προεδρία του ΕΟΦ ο πρώην βουλευτής του ΠΑΣΟΚ Δημήτρης Λυντζέρης στο γραφείο του οποίου έγινε πρόσφατα έφοδος από τις αρχές στο πλαίσιο των ερευνών για το σκάνδαλο της Novartis. Πληροφορίες αναφέρουν ότι ανάλογη έρευνα έγινε και στον κ. Τούντα.


Κατά την περιγραφή Λαδά, μόλις η ανακάλυψη αυτή έγινε αντιληπτή, μέσα σε χρόνο ρεκόρ για τα ιατρικά χρονικά η ίδια εταιρεία, η Genetech, παρασκεύασε (το 2006) παραλλαγή του φαρμάκου, το Lucentis, που κυκλοφορεί από την Novartis. «Από κάθε φιαλίδιο του Anastin μπορούν να εξαχθούν 40-50 δόσεις για κάθε ενδοβλέφια έκχυση με αποτέλεσμα το κόστος ανά θεραπεία να είναι περίπου μόλις 10-20 ευρώ. Το Lucentis κυκλοφορεί σε συσκευασία μιας δόσης για ενδοβλέφια έκχυση και τιμολογήθηκε αρχικά 1.900 ευρώ ανά δόση ενώ σήμερα τιμολογείται στην Ευρώπη περίπου 1.000 ευρώ ανά δόση. Το ελληνικό δημόσιο προχώρησε σε μείωση του ποσού που πληρώνει ανά δόση σε περίπου 700 ευρώ» αναφέρει το υπόμνημα. 


Σύμφωνα με τον καθηγητή, ο αριθμός των θεραπευομένων στον ελληνικό πληθυσμό με συναφείς παθήσεις ανέρχεται σε 150-200.000 άτομα. Δεδομένου ότι «καθένας θα χρειαστεί 6-12 ενέσεις ετησίως», το κόστος «πλησιάζει το εκπληκτικό ποσό του 1.000.000.000 ετησίως. Το αντίστοιχο κόστος του Anastin θα ήταν 5 ή το πολύ 7 εκατομμύρια ευρώ». Κάνοντας λόγο για «κολοσσιαίο σκάνδαλο εις βάρος των ασφαλιστικών ταμείων», επικαλείται και τον κορυφαίο Καθηγητή Οφθαλμολογίας στο Μαϊάμι των ΗΠΑ Rosenfeld ο οποίος έχει μιλήσει για «απάτη που διενεργείται από τις Φαρμακευτικές Εταιρείες με τη συνέργεια διεφθαρμένων κρατικών λειτουργών». Ο Rosenfeld έχει δηλώσει επίσης ότι σε όποια χώρα δεν χορηγείται το φθηνό φάρμακο όπως και το ακριβό οι αρμόδιοι υπουργοί πρέπει να ελεγχθούν! 


Ο αντίλογος που εύλογα προκύπτει από τη σχετική αλληλογραφία αφορά στην «αποτελεσματικότητα και ασφάλεια» των σκευασμάτων. Ως προς αυτό, τον Φεβρουάριο του 2012 το ΔΣ της Ελληνικής Οφθαλμολογικής Εταιρείας αποφαινόταν ομόφωνα ότι «τα αποτελέσματα από τη χρήση του φθηνού φαρμάκου, όπως γίνεται σε αρκετές χώρες του εξωτερικού, θα ήταν αναμφιβόλως θεαματικά στον περιορισμό της οικονομικής δαπάνης». Άλλωστε πολλαπλές μελέτες στη Μ. Βρετανία, Γαλλία, Αυστρία αναφέρουν παρά τις επιφυλάξεις της Novartis αντίστοιχη της Αμερικής (CATT) καθώς και άλλων 4.000 μελετών ότι τα δύο φάρμακα είναι ισοδύναμα σε αποτελεσματικότητα και ασφάλεια. Ωστόσο «η χρήση του στο δημόσιο περισσότερο και λιγότερο στον ιδιωτικό τομέα υγείας αναστέλλεται σοβαρά από το γεγονός ότι το δεν είναι προς το παρόν εγκεκριμένο διεθνώς καθώς και στη χώρα μας». 


Η εξήγηση που δίνει στο υπόμνημά του ο κ. Λαδάς είναι ότι ενώ η ίδια εταιρεία παράγει και τα δύο φάρμακα «υποβάλει για έγκριση μόνο το ακριβότερο, ισχυριζόμενη ότι το φθηνό δεν έχει εγκριθεί άρα είναι «off-label» ενώ εσκεμμένα ποτέ δεν έχει υποβάλει φάκελο προς έγκριση του φθηνού φαρμάκου!».


Έχει προηγηθεί από το 2009 επιστολή προς την Ελληνική Οφθαλμολογική Εταιρεία και του χειρουργού κ. Θ. Μούτου ο οποίος επισήμαινε την προσπάθεια της Noavartis να προωθήσει «με μεθόδους στα όρια του θεμιτού» το ακριβό φάρμακο το οποίο χορηγείται από την Πολιτεία δωρεάν χωρίς συμμετοχή του ασφαλισμένου, σε αντίθεση με το φθηνό για το οποίο οι ασθενείς επιβαρύνονται τη συμμετοχή. Όπως ανέφερε «εάν η εταιρεία επεδίωκε την αδειοδότηση του φθηνού φαρμάκου, το εμπορικό της κέρδος θα ήταν 20-30 ευρώ ανά χρήση, δηλαδή ''ψίχουλα''». Στρεφόμενος προς την Οφθαλμολογική Εταιρεία σημείωνε επίσης με νόημα: «Εάν οι χορηγίες και η βοήθεια προς το επιστημονικό μας όργανο από την Novartis είναι συναρτημένη με την παθητική ή ενεργητική μας βοήθεια, ενάντια στην καλύτερη δυνατή κλινική και κοινωνική μας κρίση, προκειμένου να προσποριστεί κολοσσιαία ποσά από τα ταμεία υγείας για άκρως αμφιλεγόμενη βελτίωση στη θεραπεία πάθησης που ήδη θεραπεύεται ικανοποιητικά από το ήδη υφιστάμενο φάρμακο, τότε φυσικά πρέπει να αρνηθούμε γιατί αντί μεριδίου γινόμαστε συνένοχοι σε άδικη – αν όχι στα όρια της παρανομίας- και βλαπτική για το δημόσιο συμφέρον πράξη». Στο ίδιο μήκος κύματος ο κ. Λαδάς συμπληρώνει ότι «με μια σειρά έωλων επιχειρημάτων και πολλών ανταλλαγμάτων η εταιρεία Novartis προσπαθεί έκτοτε να πείσει τους οφθαλμιάτρους να χρησιμοποιούν το κατά 60 φορές ακριβότερο φάρμακό της...»
Ανδρέας Καψαμπέλης

www.dimokratianews.gr
 
Top