Ένα νέο πολιτικό τοπίο φάνηκε ότι γεννιέται από τις κάλπες της Κυριακής, δρομολογώντας έστω και σταδιακά τεκτονικές ανατροπές στις έως τώρα εκλογικές αλλά και κοινωνικές ισορροπίες. Μπορεί μάλιστα από την Δευτέρα κιόλας οι αντιπαραθέσεις για τα μικροκέρδη και τις ζημιές να παραπέμπουν σε πολιτικές κατίνες, αλλά οι εξελίξεις δείχνουν να ξεπερνούν εντυπωσιακά το υπάρχον προσωπικό και τα κομματικά σχήματά τους δημιουργώντας μια μεγάλη εικόνα πολύ διαφορετική από τη συνηθισμένη. Όσο κι αν επιχειρούν επίσης να ξορκίσουν το φαινόμενο με στερεότυπες και τετριμμένες αναφορές, εκτός από την ηχηρή αποδοκιμασία της κυβέρνησης καθώς και του υπόλοιπου κυριάρχου πολιτικού συστήματος, είναι πλέον γεγονός ότι το «κόμμα της αποχής» έχει παγιωθεί για τα καλά και μεγαλώνει διαρκώς. Η απόνομιμοποίηση και η κρίση αντιπροσώπευσης αγγίζει -στον απόηχο της παρακμής σε όλο το ευρωπαικό οικοδόμημα- τον πυρήνα της δημοκρατικής λειτουργίας και στον τόπο μας αλλά μετατρέπεται κι αυτό σε ένα δρόμο χωρίς γυρισμό.

Εν μέσω διαρκούς όξυνσης των προβλημάτων σε οικονομικό και κοινωνικό επίπεδο, με τη θεσμική κρίση να βαθαίνει και τους εθνικούς κινδύνους να ελλοχεύουν ολοένα και περισσότερο, η περιδίνηση η οποία ξεκίνησε αναμένεται να έχει συνέχεια σε όλα τα μέτωπα. Όπως δείχνουν δε όλα, αυτό το καλοκαίρι δεν θα είναι καυτό μόνο από πλευράς θερμοκρασιών αλλά και σε ο,τι αφορά τις πολιτικές διεργασίες και τις ίντριγκες, χωρίς να αποκλείεται μέχρι το φθινόπωρο να έχουν έρθει κυριολεκτικά τα πάνω κάτω. Μετά την πύρρειο νίκη της Κυριακής, στη ΝΔ έχουν χάσει κυριολεκτικά το έδαφος κάτω από τα πόδια τους και η κυριαρχία Μητσοτάκη βρίσκεται πλέον υπό καθαρή αμφισβήτηση. Πάντως σε σωσίβιο έστω και προσωρινό αποδεικνύεται η κρίση που υπέβοσκε και ξέσπασε όπως αναμενόταν μετά το εκλογικό αποτέλεσμα τόσο στον ΣΥΡΙΖΑ όσο και το ΠΑΣΟΚ που αν και κόμματα της αντιπολίτευσης έναντι μιας παραπαίουσας κυβέρνησης, βρίσκονται μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας με τις ηγετικές καρέκλες του Στ. Κασσελάκη και του Ν. Ανδρουλάκη να τρίζουν επικίνδυνα. Την ίδια ώρα η μεγάλη ενίσχυση των δεξιών του φάσματος μπορεί να ήταν αναμενόμενη αλλά προσώρας παραμένει ασαφές –λόγω και του κατακερματισμού- πώς θα μορφοποιηθεί στο πεδίο της εφαρμοσμένης πολιτικής και της καθημερινής δράσης και σε ποιο βαθμό θα καταφέρει να απειλήσει αποτελεσματικά και καίρια τις συστημικές πολιτικές δυνάμεις και πρωτίστως της ΝΔ.

Από την πλευρά του ο κ. Μητσοτάκης στρουθοκαμηλίζοντας και παίρνοντας τη μεζούρα των αριθμών αρνείται να αποδεχτεί ότι η μεγάλη ζημιά στη ΝΔ έγινε εκ δεξιών και η ερμηνεία του εκλογικού «μηνύματος» που κάνει -ακόμη και για τη συνέχιση των πολιτικών και επιλογών που μέσα στον τελευταίο χρόνο κατακρήμνισαν τα γαλάζια ποσοστά από το 41% στο 28,3%- απειλεί να μετατρέψει σε ακόμη πιο κατηφορική την πορεία για το κυβερνών κόμμα. Άλλωστε και με τον ανασχηματισμό – παρωδία της Παρασκευής επιβεβαίωσε ότι μάλλον δεν κατάλαβε το μέγεθος της απόρριψης από την ίδια την εκλογική βάση της ΝΔ. Εχοντας χάσει ένα εκατομμύριο ψηφοφόρους από τον Ιούνιο του 2023 και έχοντας οδηγήσει την παράταξη σε επίπεδα πιο χαμηλά κι από τον Μάιο του 2012 επί Αντ. Σαμαρά, πιστεύει ότι θα καταφέρει να τους επαναπατρίσει την ώρα όμως που η τάση δείχνει ότι η αποχή αποτελεί τον ενδιάμεσο σταθμό όχι για να επανέλθουν αλλά για να αποκοπούν πλήρως από το μεταλλαγμένο κόμμα που οικοδομείται σταθερά και μεθοδικά τα τελευταία χρόνια.

Με τις ευρωεκλογές στην αρχή του εκλογικού κύκλου της δεύτερης τετραετίας και όχι στα μέσα του, ο κ. Μητσοτάκης θεωρητικά έχει μπροστά του μια «καθαρή» τριετία έως το 2027. Και αυτό το μήνυμα θέλησε να δώσει την επομένη του 28% προς διάφορες κατευθύνσεις, σε μια προσπάθεια να δείξει ότι παρά τη φθορά και την αποδοκιμασία θα συνεχίσει να έχει τον έλεγχο και να διαχειρίζεται σε όλες τις εκφάνσεις της την εξουσία. Ωστόσο, αυτό που τεχνηέντως αποφεύγει έως τώρα να θίξει είναι ο σκόπελος της προεδρικής εκλογής στις αρχές της επόμενης χρονιάς.

Ήδη ανάλογα και με τις εξελίξεις, αυτό θα καταστεί εκ των πραγμάτων αντικείμενο ζυμώσεων από το φθινόπωρο και μάλιστα ύστερα από το αποτέλεσμα της Κυριακής, που αποδυνάμωσε το πρωθυπουργικό imperium, ύστερα από μια πενταετία συνεχών νικών, οι συζητήσεις θα γίνουν υπό εντελώς νέο πρίσμα. Ο κ. Μητσοτάκης δεν έχει ανοίξει τα χαρτιά του πέρα από κάποιες καθιερωμένες φιλολογικές αναφορές στο πρόσωπο της Κατ. Σακελλαρόπουλου της οποίας ωστόσο οι «μετοχές» για μια δεύτερη θητεία στο προεδρικό μέγαρο έχουν πέσει κατακόρυφα πλέον ακόμη και εντός της ΝΔ. Πέραν του ορατού ενδεχομένου να υποχρεωθεί να την θυσιάσει, χάριν ενός άλλου ευρύτερα αποδεκτού προσώπου, η άνοιξη του 2025 πάντως θεωρείται έτσι κι αλλιώς το κομβικό σημείο για την πιθανή προσφυγή σε εθνικές κάλπες. Όσο κι αν θεωρείται λογικό να προσπαθήσει να παραμείνει γαντζωμένος πια στην εξουσία μέχρι τέλους, υπό τις νέες δυσμενείς συνθήκες η εναλλακτική λύση που μπαίνει στο τραπέζι είναι να υιοθετήσει ο κ. Μητσοτάκης –όπως έχει γράψει ήδη η «κυριακάτικη δημοκρατία»- το σενάριο «4+2+4» για να πάει σε εθνικές εκλογές την άνοιξη ελπίζοντας να προλάβει έτσι τη μη ανατάξιμη διόγκωση της φθοράς και να κάνει ένα κυβερνητικό restart, όχι πια αυτοδύναμος αλλά αναζητώντας συνεργασίες.

Το ενδιαφέρον είναι ότι το σχέδιο αυτό επικαλούνται σύμφωνα με πληροφορίες και οι πρόεδροι του ΣΥΡΙΖΑ και του ΠΑΣΟΚ, ιδιαίτερα ο κ. Ανδρουλάκης, σε μια προσπάθεια να ανασχέσουν την αμφισβήτηση στο πρόσωπό τους υπό το ενδεχόμενο να χρειαστεί αμέσως μετά το καλοκαίρι να ξεκινήσει μια νέα, παρατεταμένη, προεκλογική περίοδος. Ασχέτως αυτού επίσης το σενάριο επιτάχυνσης των πολιτικών εξελίξεων από το φθινόπωρο, στη σκιά του αποτελέσματος των ευρωεκλογών, επηρεάζει δραστικά και τις διεργασίες με πιεστικό στόχο τη σύγκλιση των κομμάτων της κεντροαριστεράς, ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ κλπ, για συνεργασία και κοινή κάθοδο στις επόμενες εθνικές εκλογές, κατά τα πρότυπα περίπου του «Λαικού Μετώπου» που συγκροτείται αυτές τις ημέρες στην Γαλλία εν όψει των εκλογών στις 30 Ιουνίου που υποχρεώθηκε να προκηρύξει ο μεγάλος ηττημένος Εμ. Μακρόν μπροστά στην επέλαση της Μαρίν Λεπέν.

Ανδρέας Καψαμπέλης
www.dimokratia.gr
 
Top