Ο νομπελίστας οικονομολόγος προειδοποιεί με συνέντευξή του στους Financial Times για τον ευρύτερο κίνδυνο απώλειας του ελέγχου της μακροοικονομικής διαχείρισης και προτείνει στήριξη των πλέον αδύναμων στρωμάτων. Τονίζει πάντως ότι Ισπανία, Ιταλία και Ελλάδα έχουν προχωρήσει τις μεταρρυθμίσεις κατά της γραφειοκρατίας και υπέρ του ανοίγματος των οικονομιών τους 

 Σε συνέντευξή του στους Financial Times, ο νομπελίστας οικονομολόγος Χριστόφορος Πισσαρίδης υποστηρίζει ότι οι υπεύθυνοι για τη χάραξη πολιτικής διεθνώς θα πρέπει να απαλλαγούν από την ανάγκη να αντιμετωπίζουν τα κοινωνικά προβλήματα μέσω νομισματικών και δημοσιονομικών κινήτρων που τροφοδοτούν τον πληθωρισμό, αλλά παράλληλα υπογραμμίζει ότι δεν πρέπει να επιφέρουν καμία θεμελιώδη αλλαγή στη διαπραγματευτική δύναμη των εργαζομένων.
 Το σχήμα του κ. Πισσαρίδη, μπροστά σε αυτή τη νέα κρίση για την παγκόσμια οικονομία, είναι διττό.  Από τη μία πλευρά, βλέπει ότι ο πληθωρισμός που τροφοδοτείται από την άνοδο των τιμών της ενέργειας και τα γιγαντιαία προγράμματα κινήτρων (νομισματικών και δημοσιονομικών) που εφαρμόστηκαν διεθνώς την περίοδο της πανδημίας, δημιουργούν κινδύνους για το χρέος και για την απώλεια του ελέγχου της μακροοικονομικής διαχείρισης. «Κάποια μείωση του χρέους, προτού βγει εκτός ελέγχου, θεωρώ ότι είναι δικαιολογημένη -αν και, μέχρι πρόσφατα, πίστευα ότι ακόμη δεν ήταν. Ο συνδυασμός της ανόδου των τιμών της ενέργειας που απλώνεται στην οικονομία, με την τεράστια έκταση που έλαβαν τα προγράμματα οικονομικής στήριξης διεθνώς κατά τη διάρκεια της πανδημίας, δημιούργησε μια κατάσταση όπου ίσως διατρέχουμε κινδύνους, οι οποίοι θα μπορούσαν να βγουν εκτός ελέγχου» σημειώνει ο κ. Πισσαρίδης.
 «Η κατάσταση του χρέους —χρέος και πληθωρισμός μαζί— θα μπορούσε να οδηγήσει σε απώλεια του ελέγχου στη μακροοικονομική διαχείριση» εξηγεί.
 Από την άλλη πλευρά, ο καθηγητής (με τον τιμητικό τίτλο Regius Professor) του London School of Economics (LSE), παρότι υπογραμμίζει τον πληθωριστικό κίνδυνο από την υπερθέρμανση της οικονομικής δραστηριότητας τονίζει ότι η λύση είναι ή στήριξη των πλέον αδύναμων εργαζόμενων. «Το πρόβλημα με την υπερθέρμανση της οικονομίας (running the economy hot) για την αντιμετώπιση των προβλημάτων είναι ότι μπορεί να φέρει ακόμη περισσότερο πληθωρισμό. Και αυτό θα επηρεάσει τους ίδιους ανθρώπους που προσπαθείς να βοηθήσεις» σημειώνει.
 «Η μόνη λύση που βλέπω είναι κάτι παρόμοιο με την πολιτική των κινήτρων και της στήριξης, που θα απευθύνεται όμως σε εργαζόμενους με χαμηλά εισοδήματα -διότι έχουμε αυτό το διπλό πλήγμα του πληθωρισμού και των νέων τεχνολογιών κυρίως προς τα χαμηλά εισοδήματα και τις θέσεις εργασίας για το ανειδίκευτο προσωπικό. Αυτό είναι το τμήμα της οικονομίας που χρειάζεται κάποια βοήθεια, αλλά όχι στο επίπεδο της γενικής μακροδημοσιονομικής πολιτικής διότι ο πληθωρισμός αποτελεί πραγματικό περιορισμό» υποστηρίζει ο νομπελίστας οικονομολόγος. 
 Ερωτηθείς αν η αυτοματοποίηση είναι η μεγαλύτερη απειλή για τους εργαζόμενους με χαμηλά εισοδήματα, ο κ. Πισσαρίδης αναφέρει ότι «φτάνουμε σε ένα σημείο όπου οι επιχειρήσεις θα επιδιώξουν την αυτοματοποίηση λόγω της έλλειψης εργατικών χεριών». Παράλληλα όμως, εκτιμά ότι ο κίνδυνος αυτός μπορεί να αποτραπεί με την «ενίσχυση των δεξιοτήτων και τη μετάβαση σε άλλου τύπου εργασίες όπου παρατηρείται έλλειψη εργατικού δυναμικού». Αναφερόμενος στη μελέτη που εκπόνησε για λογαριασμό της ελληνικής κυβέρνησης στο πλαίσιο της προετοιμασίας του ελληνικού προγράμματος για το Ταμείο Ανάκαμψης, ο κ. Πισσαρίδης υπογραμμίζει τη σημασία που έχουν οι μεταρρυθμίσεις στου τομείς του ανοίγματος των επαγγελμάτων και της μείωσης της κρατικής γραφειοκρατίας. «Η Ισπανία ήταν ο ηγέτης σε αυτές τις μεταρρυθμίσεις, η Ιταλία υπό τον Μάριο Ντράγκι το κάνει τώρα, η Ελλάδα το κάνει επίσης τώρα. Όταν βλέπεις όλες αυτές τις εξελίξεις και παράλληλα την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να θέτει υπό έλεγχο το χρηματοοικονομικό τομέα, τότε υπάρχουν καλύτερες προοπτικές για την ευρωζώνη» συμπεραίνει ο καθηγητής του LSE. 
 
Top