Θέμης Τζήμας
Ο ελληνισμός της Κύπρου και της Ελλάδας τρέχει στην αγκαλιά των δημίων του στην Ουάσιγκτον, η οποία μετατρέπει την Κυπριακή Δημοκρατία από χώρα σε συντεταγμένες.
Στη δεκαετία του ’80 οι είσοδοι των πόλεων ήταν ακόμα γεμάτες με την γνωστή πινακίδα «Δεν Ξεχνώ», που αναπαριστούσε την αιματοβαμμένη Κύπρο. Σήμερα, οι πινακίδες έχουν σχεδόν όλες ξηλωθεί: το σύνθημα δεν γράφεται αλλά είναι σαφές: «Ξέχνα».
Σαν σήμερα, 15 Ιουλίου, πριν από 49 χρόνια, η προδοσία του παλατιού, της ολιγαρχίας, του (παρα-)κράτους της δεξιάς, των αποστατών (με πρώτο και καλύτερο τον πατέρα Μητσοτάκη) και φυσικά της χούντας, υπό το συντονισμό και την καθοδήγηση των ΗΠΑ, έμπαινε στο τελικό και κρισιμότερο στάδιό της, με το πραξικόπημα εναντίον του Μακαρίου, το οποίο είχε συμφωνηθεί να οδηγήσει σε τουρκική εισβολή και κατοχή της Κυπριακής Δημοκρατίας. Έτσι και έγινε. Η Κύπρος προδόθηκε γιατί δεν είχε καταστεί αβύθιστο αεροπλανοφόρο των ΗΠΑ. Προδόθηκε πρώτα από τη χούντα και έπειτα από την κυβέρνηση Καραμανλή.
Είχε προδοθεί και πιο πριν, με τις συμφωνίες Ζυρίχης-Λονδίνου και πάλι από την τότε κυβέρνηση Καραμανλή.
Είχε προδοθεί από το κράτος της δεξιάς και των εθνικοφρόνων, το οποίο ήταν γεμάτο από «πατριωτισμό» απέναντι στον «εσωτερικό εχθρό», αλλά καθόταν προσοχή μπροστά σε κάθε πράκτορα των ΗΠΑ, καθότι πλήρως ελεγχόμενο το ίδιο από τη CIA.
Είχε προδοθεί γιατί εχθρό στην Ελλάδα θεωρούσαμε το Σύμφωνο της Βαρσοβίας και σύμμαχο την Τουρκία.
Είχε προδοθεί γιατί ο Μακάριος δεν εννοούσε να γίνει υποτακτικός της Ουάσιγκτον και το να μην είσαι πράκτορας των ΗΠΑ, στην Ελλάδα είναι ασυγχώρητο.
Είχε προδοθεί γιατί ένας εσμός από οργανικούς διανοουμένους της εποχής, μειοδότες πολιτικούς και προδότες στρατιωτικούς πρέσβευαν ότι μια ξένη δύναμη, οι ΗΠΑ, μπορούσε να διασφαλίζει τα συμφέροντα του ελληνισμού (πού να ήξεραν πώς θα πολλαπλασιάζονταν σχεδόν μισό αιώνα μετά).
Το πραξικόπημα στην Κύπρο αποτελεί μαζί με τις εξεγέρσεις της Νομικής και του Πολυτεχνείου, όπως και μαζί με την προδοτική στάση αξιωματικών στην τουρκική εισβολή, το σημείο καμπής, την πρώτη κορύφωση της προδοσίας, που ακρωτηρίασε τον ελληνισμό, εξευτέλισε το κράτος της δεξιάς, τα ιδεολογήματά του και τον κίβδηλο πατριωτισμό του. Το ότι σήμερα, οι άμεσοι συνεχιστές της προδοσίας είναι στη Βουλή λέει πολλά για το μορφωτικό επίπεδο τμήματος του ελληνικού λαού και για το πόσο «καλή» δουλειά έχουν κάνει οι ΗΠΑ ως προς το να ξεχάσουμε.
Το ότι σήμερα κανένα κόμμα στην Βουλή των Ελλήνων (μα κανένα) δεν τολμά να πει «να ηττηθεί το ΝΑΤΟ», αυτός ο μηχανισμός εγκλήματος, στην Ουκρανία δείχνει πόσο έχει διαβρωθεί κάθε εκδοχή αριστεράς και πόσο αμετανόητη είναι η δεξιά.
Το 1974 η προδοσία και η εισβολή έγιναν για να υποταχθεί ο ελληνισμός ο οποίος μπορούσε (και ήξερε ότι μπορούσε) να αντιστέκεται ακόμα και στις ΗΠΑ. Εξ ου και έπρεπε να προδοθεί ένδοθεν. Το 2023 στον Ελληνισμό (ακόμα και της Κύπρου) έχει εμπεδωθεί ότι δεν μπορεί και ότι δεν αξίζει να αντιστέκεται. Ότι μπορεί να την περνάει ωραία και στη μισή Κύπρο. Σύντομα (γιατί όχι) και με κάπως λιγότερα νησιά στο Αιγαίο. Και ίσως αργότερα με λίγο λιγότερη Δυτική Θράκη. Δεν είμαστε δα και τόσο πυκνοκατοικημένη χώρα. Μπορούμε να στριμωχτούμε λίγο πιο «μέσα». Και μέχρι τότε μπορούμε και να ατιμαζόμαστε ως υποτακτικοί.
Στη σημερινή Ελλάδα μπορούν οι υπουργοί να λένε «Άλλο Ελλάδα και άλλο Κύπρος», προκειμένου να μη χρειάζεται να υλοποιήσουν τις ευθύνες που απορρέουν από τη συνθήκη περί εγγυήσεων προς την Κυπριακή Δημοκρατία και να μην κουνιέται φύλλο.
Ο ελληνισμός της Κύπρου και της Ελλάδας σήμερα τρέχει στην αγκαλιά των δημίων του στην Ουάσιγκτον, η οποία μετατρέπει την Κυπριακή Δημοκρατία από χώρα σε συντεταγμένες και πανηγυρίζουμε.
Η Ελλάδα και η Κύπρος γίνονται οι υποτακτικοί του απαρτχάιντ του Ισραήλ και νομίζουν (ή προσπαθούν να πείσουν εμάς) ότι αγοράζουν προστασία, ενώ στην πραγματικότητα κάποιοι κομπραδόροι κάνουν μπίζνες και ο ελληνισμός ατιμάζεται πριν την επόμενη σφαλιάρα που θα φάει.
Στη σημερινή Ελλάδα, ο πρωθυπουργός και ο στενός του κύκλος τα βάζουν όλα στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, αφοπλίζουν σταδιακώς το Αιγαίο αλλά τα μέσα ενημέρωσης ασχολούνται με το πόσο καλός tik-toker είναι.
Ο σημερινός ελληνισμός υπακούει πιστά στο «Ξέχνα». Και όπως συνέβη και με την οικονομική κρίση, θα ξυπνήσει (ή αν προτιμάτε, θα θυμηθεί) απότομα και άσχημα. Επιπλέον, την ώρα της πληρωμής για τη λήθη, κάποιοι θα του υποδεικνύουν ότι είναι συνένοχος. Μετά το «μαζί τα φάγαμε» θα έρθει το «μαζί ξεχάσαμε».