Με την υπερψήφιση του νομοσχεδίου για την ίδρυση των ιδιωτικών πανεπιστημίων και στην χώρα μας κλείνει ένας πρώτος κύκλος “μεταρρυθμιστικών παρεμβάσεων” όπως τις έχει χαρακτηρίσει η κυβέρνηση, ταυτόχρονα όμως φαίνεται ότι έχει ανοίξει για τα καλά ο κύκλος της φθοράς στις σχέσεις της με ευρύτερα στρώματα του κοινωνικού συνόλου.

Λιγότερο από τρεις μήνες από τις ευρωεκλογές του Ιουνίου, το Μέγαρο Μαξίμου κάνει τον απολογισμό των μετώπων που άνοιξε έως σήμερα προκειμένου να σταθμίσει τα επόμενα βήματα και αποφάσεις. Το μεγάλο πλεονέκτημα που δεν παύει να είναι άλλο από την, λιγότερο ή περισσότερο παρακμιακή, κατάσταση της αντιπολίτευσης αρχίζει σιγά σιγά να ξεθωριάζει όχι γιατί π.χ. ο Στεφ. Κασσελάκης ή ο Ν. Ανδρουλάκης μπορούν να βγουν από τα τέλμα τους αλλά επειδή κυρίως η απειλή έρχεται μέσω της κοινωνίας.

Μπορεί να ακούγεται μάλιστα οξύμωρο αλλά την ίδια ώρα που στο πολιτικό τερέν η ΝΔ παραμένει χωρίς ισχυρό αντίπαλο, η δυσαρέσκεια στο κοινωνικό πεδίο διογκώνεται διαρκώς εισβάλλοντας θεαματικά πλέον και στο χώρο των κυβερνητικών ψηφοφόρων. Είναι χαρακτηριστικό ότι μόνο μέσα στους δύο πρώτους μήνες του 2024 έχουν αυξηθεί θεαματικά οι αρνητικοί δείκτες για την κυβέρνηση ενώ έχουν αντίστοιχα μειωθεί κι άλλο όσοι δηλώνουν λίγο έως πολύ ή και αρκετά ικανοποιημένοι από το έργο της. 

Αν μάλιστα υπολογιστούν και οι απαντήσεις αναφορικά με θέματα όπως η τραγωδία των Τεμπών και η προσπάθεια συγκάλυψής των ευθυνών, τότε η κρίση εμπιστοσύνης προς την κυβέρνηση αλλά και θεσμούς όπως η Δικαιοσύνη αποκτά πρωτοφανή χαρακτήρα. Όταν τουλάχιστον το 77% θεωρεί ότι γίνεται “κουκούλωμα” όσον αφορά το πολύνεκρο δυστύχημα, είναι φανερό ότι οι αποκλίσεις ανάμεσα στους πολίτες και τις πολιτικές ηγεσίες έχουν μεγαλώσει επικίνδυνα. Την ίδια ώρα αυτό ενισχύεται και από τον διαρκώς αυξανόμενο αριθμό των υπογραφών (κινούνται πλέον προς τις 1.500.000) στο διαδικτυακό ψήφισμα της Μαρίας Καρυστιανού εκ μέρους της Επιτροπής συγγενών θυμάτων “Τέμπη 2023” για την αλλαγή του νόμου περί βουλευτικής ασυλίας των πολιτικών προσώπων όταν προκύπτουν θέματα ποινικών ευθυνών. Ο αριθμός αυτός αντιπροσωπεύει περίπου το ένα τέταρτο του εκλογικού σώματος και πάντως γύρω στο 15% του συνολικού πληθυσμού της χώρας, δικαιώνοντας όσους υποστηρίζουν ότι πέρα από τις όποιες τυπικές και διαδικαστικές δυσκολίες θα είχε τεράστιο ενδιαφέρον να ακουστεί με ποια επιχειρήματα αυτή η ευρύτερη λαϊκή αξίωση μπορεί να τεθεί στο συρτάρι και να μην ληφθεί υπόψη.

Η ειρωνεία επίσης είναι ότι ο Κ. Μητσοτάκης δρομολόγησε αυτή την “μεταρρυθμιστική ατζέντα” στις αρχές της χρονιάς σε μια προσπάθεια αλλαγής της ατζέντας από το βαρύ κλίμα που είχε δημιουργηθεί μετά τις αυτοδιοικητικές εκλογές σε συνδυασμό με τις φορολογικές επιβαρύνσεις, τις ρυθμίσεις για τις νομιμοποιήσεις δεκάδων χιλιάδων παράνομων μεταναστών στη χώρα μας, τους γκρίζους χειρισμούς στα ελληνοτουρκικά αλλά και τις πρώτες αποκαλύψεις εκείνου του διαστήματος για την τραγωδία των Τεμπών και τις εντολές συγκάλυψης. Ένα τρίμηνο μετά ωστόσο τα πράγματα έκαναν τον κύκλο τους και τα Τέμπη έχουν στοιχειώσει πάλι την κυβέρνηση και απειλούν να αποτελέσουν, απρόσμενα, την αχίλλειο πτέρνα της. Γι αυτό και αναμένεται με ιδιαίτερη σημασία από πολλές πλευρές το περιεχόμενο της πρότασης που θα καταθέσει η γαλάζια πλειοψηφία της Εξεταστικής Επιτροπής της Βουλής ως προς την μορφή απόδοση των ευθυνών και τις περαιτέρω φάσεις για τη διερεύνηση ή αντίθετα την αποσιώπηση και την εξαφάνισή τους για τα πολιτικά πρόσωπα και ειδικά για τον πρώην υπουργό Μεταφορών Κ. Καραμανλή.

Σε αυτόν τον πρώτο “μεταρρυθμιστικό” κύκλο της νέας χρονιάς άλλωστε η κυβέρνηση δεν δείχνει να καταγράφει κέρδη από το ευρύτερο crash test που είχε με την κοινωνία. Αντιθέτως οι ζημιές που έχει υποστεί στους επιμέρους τομείς δεν φαίνεται εύκολο ούτε να επουλωθούν αλλά ούτε και να αναπληρωθούν στο διάστημα μέχρι τις ευρωεκλογές. Η ΝΔ χάνει, λιγότερο ή περισσότερο, προς διάφορες κατευθύνσεις χωρίς να εισπράττει -για να καλύψει αυτές τις διαρροές- ουσιαστικά από πουθενά. Και το σοβαρότερο είναι ότι την ίδια ώρα αναπτύσσεται όλο και πιο έντονα ένα αντιπολιτικό κλίμα προς όλες σχεδόν τις κατευθύνσεις.

Βεβαίως λόγω και της επικοινωνιακής και μιντιακής κατάστασης που επικρατεί τα τελευταία χρόνια στον τόπο το κέντρο βάρους πέφτει περισσότερο στα προβλήματα και τα αδιέξοδα της αντιπολίτευσης, προσφέροντας μια πιο “χαλαρή” αντιμετώπιση των κενών και της αμφισβήτησης που αντιμετωπίζει η κυβερνητική παράταξη και η ηγεσία της.

Ωστόσο ενώ όλες αυτές οι θεωρούμενες μεταρρυθμίσεις θα έπρεπε κανονικά με βάση και το κυβερνητικό αφήγημα να έχουν “αγκαλιαστεί” από την κοινωνία, προκύπτει -σε πείσμα των επικοινωνιακών προβολέων και στρεβλώσεων- το αντίθετο. Και δεν είναι μόνο η ζημιά που συνεχίζει να παθαίνει σε ευαίσθητα τμήματα του πληθυσμού αλλά και του δικού της χώρου η ΝΔ από το νόμο για το γάμο των ομόφυλων ζευγαριών, είναι και όλοι οι άλλοι τομείς.

Μπορεί μάλιστα ακόμη και τα αγροτικά μπλόκα να έληξαν με τον κ. Μητσοτάκη να διακηρύσσει με έπαρση “ο,τι δώσαμε δώσαμε” αλλά με τη δομική καταστροφή που απειλεί λόγω και της νέας ΚΑΠ τον πρωτογενή τομέα, οι αγρότες -που στις προηγούμενες εκλογές είχαν δώσει τεράστια ποσοστά στη ΝΔ – τώρα μετατρέπονται σε μεγάλη εκλογική απειλή κι αυτοί εν όψει του Ιουνίου. Σε φιάσκο εξελίσσεται μετά τις αποκαλύψεις για τα emails της ευρωβουλευτή Αννας Μισέλ Ασημακοπούλου μέχρι και η υπόθεση της επιστολικής ψήφου καθώς πληθαίνουν και οι καταγγελίες περί επαπειλούμενης νοθείας. Από τους νέους ποινικούς κώδικες του κ. Φλωρίδη αυτό που έχει περάσει στην κοινωνία περισσότερο είναι η επαναφορά της απειλής για φυλακή λόγω χρεών στο δημόσιο ενώ μένει να φανεί ποιες παρενέργειες θα φέρει η ψήφιση του νόμου για τα ιδιωτικά ΑΕ.

Η άρση αυτής της γενικότερης κοινωνικής δυσαρέσκειας πάντως φαίνεται, τουλάχιστον προς το παρόν, να μην βρίσκεται στις προτεραιότητες της κυβερνητικής ηγεσίας αφενός λόγω της αλαζονείας και της άκρατης αυτοπεποίθησης που την διαπερνά και αφετέρου εξαιτίας της ανυπαρξίας αντιπολιτευτικής απειλής. Ωστόσο όπως απεχθάνεται το κενό η φύση, το ίδιο συμβαίνει στην πολιτική και την κοινωνία.
Ανδρέας Καψαμπέλης
 
Top