Υπήρξε ο μακροβιότερος αρχηγός της ΝΔ αλλά και ο μικρότερος σε ηλικία ο Κώστας Καραμανλής. Με μία λιτή αλλά περιεκτική απάντηση, ο Κ.Καραμανλής ανακοίνωσε χθες στον πρωθυπουργό Κ.Μητσοτάκη την απόφασή του να μην κατέβει υποψήφιος με την ΝΔ στις ερχόμενες εθνικές εκλογές.
Γύρω στις 11:00 χθες το πρωί, ο κ. Μητσοτάκης τηλεφώνησε στον Κ.Καραμανλή και τον ρώτησε τι σκοπεύει να κάνει στις επικείμενες εκλογές, με δεδομένο κιόλας ότι οι εκλογές θα προκηρυχθούν τις επόμενες εβδομάδες.O πρ. πρωθυπουργός του απάντησε οτι δεν θα ειναι υποψήφιος .Το δεχομαι και το σέβομαι απάντησε ο Κ.Μητσοτάκης.

Από το 1977 και την εκλογή στην ηγεσία του κόμματος έως τις νίκες το 2004 και το 2007. H ανακοίνωση Καραμανλή περί τερματισμού της κοινοβουλευτικής του πορείας δεν ήταν κεραυνός εν αιθρία: Το τελευταίο διάστημα, οι πληροφορίες από το γραφείο του ήταν μεν ελάχιστες, αλλά συνέκλιναν στο ότι στα 66 του χρόνια, ο πρώην πρωθυπουργός «το σκεφτόταν» για το κατά πόσον θα έπρεπε να είναι και πάλι υποψήφιος.

Για τη Νέα Δημοκρατία, η παρουσία του στην Α΄ Θεσσαλονίκης θεωρείτο σημαντική, ειδικά στις εκλογές με το σύστημα της απλής αναλογικής, καθώς στη βόρεια Ελλάδα το επώνυμο «Καραμανλής» εξακολουθεί να είναι πολιτικά «βαρύ»

Ωστόσο, η συμφωνία του πρώην με τον νυν πρωθυπουργό – ο κ. Καραμανλής θα πραγματοποιήσει προεκλογική ομιλία στην πόλη με την ανάλογη κάλυψη – όπως και η ανακοίνωσή του ότι «προφανώς» στηρίζει την παράταξη που ίδρυσε ο θείος του Κωνσταντίνος Καραμανλής και ότι αποχωρεί τώρα που είναι ισχυρή – μειώνει αισθητά τους όποιους κραδασμούς από την απόφασή του.

Το 1997, στο συνέδριο της ΝΔ - λίγους μήνες μετά από την ήττα Έβερτ από τον Κώστα Σημίτη - ο τότε 40χρονος Κώστας Καραμανλής εκλεγόταν πανηγυρικά πρόεδρος της ΝΔ, αλλά το 2000 έχασε τις εκλογές για 70.000 ψήφους, αφού τα στελέχη του πρόλαβαν να πανηγυρίσουν μία νίκη που ήλθε τέσσερα χρόνια αργότερα.






Ο Κώστας Καραμανλής διετέλεσε πεντέμισι χρόνια πρωθυπουργός – εξελέγη πρώτη φορά τον Μάρτιο του 2004 με αντίπαλο τον Γιώργο Παπανδρέου, τον οποίο νίκησε για δεύτερη φορά τον Σεπτέμβριο του 2007. Η ήττα ήλθε το 2009, όταν το ΠΑΣΟΚ πήρε για τελευταία φορά 44% και η Νέα Δημοκρατία – επίσης για πρώτη φορά στη μεταπολίτευση – έπεσε στο 33%.



Το αποτέλεσμα αυτής της τακτικής, σε ό,τι αφορά στην εικόνα του, ήταν εντυπωσιακό: παρά το γεγονός ότι από τα υπόλοιπα κόμματα τον κατηγορούσαν ότι ήταν απών και επανέφεραν στην επικαιρότητα τη φράση περί «κουρασμένου», οι εμφανίσεις του στα κομματικά συνέδρια, αλλά και στις προεκλογικές συγκεντρώσεις της ΝΔ συνοδεύονταν από θύελλα χειροκροτημάτων συντηρώντας την αίσθηση ότι μπορεί οι αρχηγοί να άλλαζαν – Σαμαράς, Μητσοτάκης – αλλά η κομματική βάση παρέμενε «καραμανλική.

Η «γραμμή» της σιωπής δεν τον έβλαψε ούτε στην ταραγμένη περίοδο 2012 – 2014, όταν το πολιτικό σκηνικό έμοιαζε να αλλάζει για πάντα, λόγω της οργής των πολιτών για την κάθετη πτώση του βιοτικού τους επιπέδου: Για τον ΣΥΡΙΖΑ ήταν πολύ πιο εύκολο – και πολύ πιο αποτελεσματικό εκλογικά - να κατηγορεί το ΠΑΣΟΚ για τους χειρισμούς στα «τελευταία μέτρα» πριν από τα Μνημόνια, παρά τον Κώστα Καραμανλή, ο οποίος εξακολουθούσε να σιωπά.

Ο Κώστας Καραμανλής έσπασε τη σιωπή του τον Ιούλιο του 2015 για να κάνει μία δήλωση – διάγγελμα, φροντίζοντας ωστόσο να ξεκαθαρίσει ότι δεν μιλούσε η (όποια) φιλοδοξία του: «Μοιράζομαι αυτές τις σκέψεις μαζί σας, όχι γιατί έχω οποιαδήποτε προσωπική επιδίωξη. Το τελευταίο που επιθυμώ είναι να εμπλακώ σε κομματικούς ανταγωνισμούς και διαμάχες. Αισθάνομαι την υποχρέωση να σας πω, όπως πάντα, την αλήθεια» ανέφερε τότε, υπογραμμίζοντας ότι η Ελλάδα θα έπρεπε να μείνει στην Ευρώπη για λόγους εθνικούς, αλλά και κοινωνικούς.

Η βραδιά του δημοψηφίσματος – και η σαρωτική νίκη του «όχι»- ήταν καθοριστική για τον τότε πρόεδρο της ΝΔ Αντώνη Σαμαρά, ο οποίος παραιτήθηκε αφήνοντας τον Βαγγέλη Μεϊμαράκη στη θέση του ως «υπηρεσιακό» - για να ψηφίσει το τρίτο Μνημόνιο και να χάσει τις εκλογές που προκήρυξε αμέσως μετά ο Αλέξης Τσίπρας:
άνοιξε έτσι ο δρόμος για την εσωκομματική εκλογή, στην οποία τελικά επικράτησε ο Κυριάκος Μητσοτάκης.

Λίγους μήνες νωρίτερα, τον Φεβρουάριο του 2015, ο ΣΥΡΙΖΑ πρότεινε για την προεδρία της Δημοκρατίας τον Προκόπη Παυλόπουλο, τον στενότερο συνεργάτη του Κώστα Καραμανλή. Ο μόνος από τη Νέα Δημοκρατία που δεν τον ψήφισε ήταν ο Κυριάκος Μητσοτάκης, ο οποίος επέλεξε να απουσιάζει «για να μην τον καταψηφίσει», όπως χαρακτηριστικά έλεγε. Μάλιστα, από τους τρεις λόγους που προέβαλε για το «όχι» του, οι δύο δεν ήταν προσωπικοί , αλλά αφορούσαν την διακυβέρνηση Καραμανλή, καθώς του καταλόγιζε ότι δεν αντιστάθηκε «στις σειρήνες του πελατειακού κράτους», όπως και τους χειρισμούς στην «κρίση του 2008», μετά τη δολοφονία Γρηγορόπουλου.

To 2022, ήταν η σειρά του Καραμανλή να «χτυπήσει»: στις 31 Αυγούστου, ενώ είχε ξεσπάσει η υπόθεση των παρακολουθήσεων, ο πρώην πρωθυπουργός μιλούσε στα Ανώγεια, σε εκδήλωση μνήμης για τον Ιωάννη Κεφαλογιάννη. Εκεί «άναψε φωτιές» στην κυβέρνηση: «Σε τέτοιου είδους καταστάσεις η κάθαρση επέρχεται μόνο εφ’ όσον αποσαφηνιστούν πλήρως. Το θέμα είναι τόσο βαρύ και σοβαρό που δεν επιτρέπεται ούτε αντέχεται να μείνουν σκιές ιοβόλες για τη δημοκρατική ομαλότητα. Φως λοιπόν! Άπλετο φως!» είχε πει ο πρώην πρωθυπουργός, για στείλει στη συνέχεια το δικό του μήνυμα λέγοντας ότι «το να προκλήθηκαν τα γεγονότα αυτά από κυβερνητική πρωτοβουλία είναι εκτός από αντιδημοκρατικό και παράνομο, τόσο πέρα από κάθε όριο νοσηρής φαντασίας και πολιτικής ανοησίας που είναι αδιανόητο». Χρειάστηκαν αρκετές ώρες – και ανταλλαγές «διαρροών» και ανακοινώσεων, για να θεωρηθεί το θέμα λήξαν από το Μέγαρο Μαξίμου…



 
Top