
Η στοχοποίηση του Νικολάς Μαδούρο από τις Ηνωμένες Πολιτείες δεν είναι νέα υπόθεση. Εδώ και χρόνια, η Ουάσινγκτον, με διαδοχικές κυβερνήσεις, έχει επιβάλει κυρώσεις στο καθεστώς της Βενεζουέλας, επικαλούμενη λόγους που σχετίζονται με τη διαφθορά, την καταπάτηση δημοκρατικών θεσμών και – κυρίως – τη διακίνηση ναρκωτικών. Ωστόσο, κατά την περίοδο διακυβέρνησης του Ντόναλντ Τραμπ, η πίεση αυτή πήρε σαφώς πιο επιθετική και στοχευμένη μορφή.
Η αμοιβή των 50 εκατομμυρίων και το μήνυμα Τραμπ
Κατά τη διάρκεια της θητείας του, ο Τραμπ είχε προωθήσει πολιτικές "μέγιστης πίεσης" απέναντι σε χώρες που δεν εναρμονίζονταν με τα αμερικανικά συμφέροντα. Σε αυτό το πλαίσιο εντάσσεται και η πρωτοφανής κίνηση των ΗΠΑ να προσφέρουν αμοιβή 50 εκατομμυρίων δολαρίων για πληροφορίες που θα οδηγήσουν στη σύλληψη του Μαδούρο.
Αν και η επίσημη αιτιολόγηση ήταν η «εμπλοκή σε διεθνές δίκτυο ναρκωτικών», η χρονική συγκυρία και η ένταση της ρητορικής γεννούν ερωτήματα: Πόσο σχετίζεται αυτή η πίεση με το φαινόμενο "Μαδούρο" καθαυτό, και πόσο με τη γεωπολιτική θέση της Βενεζουέλας στο παγκόσμιο σύστημα ανταλλαγής αξίας;
Ο χρυσός στο επίκεντρο
Η Βενεζουέλα τα τελευταία χρόνια έχει στραφεί όλο και περισσότερο στη χρήση του χρυσού ως εναλλακτικό μέσο επιβίωσης απέναντι στις διεθνείς κυρώσεις. Εκτός του ότι διαθέτει σημαντικά αποθέματα στο υπέδαφός της, έχει εξελιχθεί σε σημαντικό κόμβο διακίνησης ακατέργαστου χρυσού – εντός και εκτός των επίσημων μηχανισμών της διεθνούς αγοράς.
Αυτό επιτρέπει στο Καράκας να χρηματοδοτεί τις ανάγκες του, να συνάπτει διμερείς συμφωνίες με χώρες όπως το Ιράν ή η Τουρκία, και να διατηρεί ένα εναλλακτικό κανάλι οικονομικών συναλλαγών που παρακάμπτει το δολάριο.
Η στρατηγική Τραμπ: Δασμοί στον χρυσό και χτύπημα στους "αντίπαλους κόμβους"
Κατά την ίδια περίοδο, ο Ντόναλντ Τραμπ είχε προχωρήσει σε δασμούς 39% στις εισαγωγές χρυσού από την Ελβετία, το μεγαλύτερο διυλιστήριο χρυσού παγκοσμίως. Η κίνηση αυτή ερμηνεύτηκε ως απόπειρα να ενισχυθεί η εσωτερική αγορά χρυσού των ΗΠΑ και να αποδυναμωθούν εξωτερικοί μηχανισμοί που στηρίζουν το εμπόριο "φυσικού" χρυσού – μη εξαρτώμενου από το αμερικανικό δολάριο.
Σε αυτή τη στρατηγική εικόνα, η Βενεζουέλα παρουσιάζεται ως ένας “ανεξέλεγκτος κρίκος”. Ένα κράτος που εμπορεύεται χρυσό εκτός συστήματος, διευκολύνοντας χώρες όπως η Κίνα να ενισχύσουν τα αποθέματά τους, και ενδεχομένως να υπονομεύσουν την παγκόσμια νομισματική κυριαρχία των ΗΠΑ.
Η Κίνα και το νέο παιχνίδι τιμών
Η Κίνα, από το 2023, έχει αναδειχθεί σε ρυθμιστή της παγκόσμιας τιμής του χρυσού, με τη Σαγκάη να προσφέρει τιμές υψηλότερες από Λονδίνο και Νέα Υόρκη. Τα αποθέματα χρυσού αυξάνονται διαρκώς, σε μια φανερή προσπάθεια αποδολαριοποίησης του νομισματικού της συστήματος.
Η Βενεζουέλα ενδέχεται να λειτουργεί ως γεωπολιτικός διάδρομος για αυτή τη στρατηγική: μια χώρα που μπορεί να προσφέρει φυσικό χρυσό μακριά από το βλέμμα της Ουάσινγκτον, ενισχύοντας την ισχύ χωρών που αμφισβητούν το σημερινό χρηματοπιστωτικό status quo.
Συμπέρασμα: Περισσότερο από ναρκωτικά
Η κλιμάκωση της αμερικανικής πίεσης προς τον Μαδούρο – και ιδιαίτερα η σκληρή ρητορική και τα μέσα που χρησιμοποίησε η κυβέρνηση Τραμπ – δεν φαίνεται να εξηγείται αποκλειστικά από κατηγορίες για διακίνηση ναρκωτικών. Αντίθετα, εντάσσεται σε ένα ευρύτερο πλαίσιο νομισματικής γεωπολιτικής, όπου το ζήτημα του χρυσού αποκτά στρατηγική σημασία.
Η Βενεζουέλα δεν αποτελεί μόνο ένα κράτος με πολιτική κρίση· αποτελεί έναν σημαντικό, ανεξάρτητο κόμβο φυσικού χρυσού στο Δυτικό Ημισφαίριο, σε μια περίοδο όπου η παγκόσμια οικονομία δείχνει τάσεις μετάβασης από την κυριαρχία του δολαρίου σε ένα πιο πολυπολικό σύστημα αξιών.
Η πολιτική Τραμπ – είτε μέσω κυρώσεων, είτε μέσω δασμών, είτε μέσω στοχοποίησης ηγετών – θα μπορούσε να ερμηνευτεί ως μια συντονισμένη προσπάθεια να διασφαλιστεί η πρωτοκαθεδρία του δολαρίου και να μπλοκαριστούν οι εναλλακτικοί δρόμοι διακίνησης πλούτου και εξουσίας.