
Στις 23 Αυγούστου 1975, η Ελλάδα προχωρά σε μια από τις πιο σημαντικές δικαστικές διαδικασίες της σύγχρονης ιστορίας της. Πρόκειται για τη δίκη των πρωταιτίων της δικτατορίας της 21ης Απριλίου 1967 — εκείνων που ηγήθηκαν της επταετούς εκτροπής από τη συνταγματική νομιμότητα.
Πενήντα χρόνια μετά, η δίκη αυτή εξακολουθεί να αποτελεί σημείο αναφοράς για την ελληνική Μεταπολίτευση και τον τρόπο με τον οποίο ένα δημοκρατικό κράτος επιλέγει να διαχειριστεί την επιστροφή του στην ομαλότητα.
Η διαδικασία
Οι κατηγορούμενοι —μεταξύ των οποίων οι Γεώργιος Παπαδόπουλος, Στυλιανός Παττακός, Νικόλαος Μακαρέζος και Δημήτριος Ιωαννίδης— δικάστηκαν για την κατάλυση του δημοκρατικού πολιτεύματος και την απόπειρα επιβολής αυταρχικού καθεστώτος. Η δίκη έλαβε χώρα στο Πεντάγωνο και διήρκεσε αρκετές εβδομάδες.
Στις 23 και 24 Αυγούστου, εκδίδονται οι καταδικαστικές αποφάσεις. Το δικαστήριο επιβάλλει την ποινή του θανάτου και την καθαίρεση για τους βασικούς κατηγορούμενους.
Ωστόσο, λίγες ημέρες αργότερα, η κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Καραμανλή αποφασίζει τη μετατροπή των θανατικών ποινών σε ισόβια κάθειρξη, επικαλούμενη την ανάγκη πολιτικής σταθερότητας και τον χαρακτήρα του αδικήματος ως πολιτικού, όπως ορίζεται και στο Ψήφισμα Δ' της Βουλής.
Το ιστορικό βάρος
Η δίκη των Πρωταιτίων, η οποία συχνά αναφέρεται και ως "Ελληνική Νυρεμβέργη", δεν ήταν μόνο μια πράξη απονομής δικαιοσύνης. Αντανακλούσε και την πρόθεση του νέου πολιτικού συστήματος να επανιδρύσει τη Δημοκρατία στη βάση των θεσμών, αποφεύγοντας τη ρεβανσιστική προσέγγιση.
Οι καταδικασμένοι δεν έτυχαν αμνηστίας και παρέμειναν στη φυλακή μέχρι το τέλος της ζωής τους, γεγονός που επιβεβαίωσε την πρόθεση του κράτους να μη συγκαλύψει τις ευθύνες για την περίοδο της Δικτατορίας.

Πενήντα χρόνια μετά
Σήμερα, πενήντα χρόνια μετά, η Δίκη των Πρωταιτίων παραμένει ένα σημαντικό σημείο αναφοράς για τη σχέση της Δημοκρατίας με την Ιστορία της. Χωρίς υπερβολές και χωρίς ιδεολογικές φορτίσεις, υπενθυμίζει ότι η μετάβαση στην ομαλότητα δεν είναι αυτονόητη — και ότι η απόδοση ευθυνών μπορεί να γίνει θεσμικά, χωρίς να παραβιάζονται τα δικαιώματα ούτε των θυμάτων, ούτε των κατηγορουμένων.
Η υπόθεση της Χούντας έχει κλείσει δικαστικά εδώ και δεκαετίες, όμως η συζήτηση γύρω από τη μνήμη της, τον τρόπο αποτίμησής της και τις θεσμικές αντοχές της Δημοκρατίας παραμένει επίκαιρη.