Βόμβες περιέχει η έκθεση του ΔΝΤ για την ελληνική οικονομία που διέρρευσε και θα παρουσιασθεί στο Εκτελεστικό Συμβούλιο στις 6 Φεβρουαρίου.

Το Ταμείο καθιστά σαφές στην κυβέρνηση ότι πρέπει να κάνει πρόσθετες μεταρρυθμίσεις για να μείνει εντός ευρώ, επιμένει σε σκληρή γραμμή για συντάξεις, μείωση αφορολόγητου και άρση προστασίας της πρώτης κατοικίας για να μειωθούν τα κόκκινα δάνεια!

Ενδεικτικά αναφέρεται πως παρά τη σημαντική πρόοδο στη χαλάρωση των μακροοικονομικών ανισορροπιών της Ελλάδας η οικονομία δεν έχει ανακάμψει, καθώς η μεταρρυθμιστική ορμή έχει επιβραδυνθεί λόγω της κούρασης που σχετίζεται με το κοινωνικό κόστος της δημοσιονομικής και μεταρρυθμιστικής προσαρμογής. 

Όπως αναφέρει στην έκθεση του, «χωρίς μεταρρυθμίσεις η Ελλάδα δεν θα είναι σε θέση να μειώσει το χάσμα ως προς το πραγματικό κατά κεφαλήν εισόδημα σε σχέση με τη ζώνη του ευρώ και θα αναδειχτούν εκ νέου οι ανησυχίες σχετικά με την ικανότητα της ελληνικής οικονομίας να ευημερήσει και να παραμείνει ανταγωνιστική στο εσωτερικό της ευρωζώνης». 

Όπως τονίζεται στην έκθεση, η ελληνική οικονομία παραμένει θεμελιωδώς μη ανταγωνιστική λόγω του αδύναμου επενδυτικού κλίματος και της ανεπαρκούς προόδου στο άνοιγμα της οικονομίας. Ενδεικτικώς η έκθεση που συντάχθηκε από την Ντέλια Βελκουλέσκου αναφέρεται στην αντίσταση των κατεστημένων συμφερόντων που «παρεμπόδισαν την προσαρμογή της χώρας και την αποκατάσταση της εξωτερικής της ανταγωνιστικότητας μέσα στη νομισματική ένωση». Μάλιστα διατυπώνονται επικρίσεις για το γεγονός ότι οι ελληνικές αρχές δεν διαπιστώνουν την ανάγκη για μείωση των συνταξιοδοτικών δαπανών ή την ανάγκη για μικρότερες εκπτώσεις στο φόρο εισοδήματος. Ειδικά στο θέμα της μείωσης του αφορολογήτου το ΔΝΤ δεν κάνει ούτε ένα βήμα πίσω. 

«Οι φορολογικοί συντελεστές πρέπει να μειωθούν, ενώ η φορολογική βάση πρέπει να διευρυνθεί», λέει το Ταμείο στην έκθεση του άρθρου 4 και προσθέτει πως τα δημόσια έσοδα υστερούν σε σχέση με την υπόλοιπη ευρωζώνη, καθώς οι υψηλοί οριακοί φορολογικοί συντελεστές που εφαρμόζονται σε μια μικρή φορολογική βάση ενθαρρύνουν τη φοροδιαφυγή, αποθαρρύνουν την εργασία και παράσχουν κίνητρα στις επιχειρήσεις να εγκατασταθούν σε γειτονικές χώρες με χαμηλούς φορολογικούς συντελεστές. 

Για τις συντάξεις το ΔΝΤ επιμένει στην ίδια επιχειρηματολογία. «Αν και οι πρόσφατες μεταρρυθμίσεις στο ασφαλιστικό σύστημα συνέβαλαν στη εξυγίανση του συστήματος ωστόσο αναμένονται πιέσεις μακροπρόθεσμα από τη γήρανση του πληθυσμού, ειδικά εάν οι συντάξεις για τους σημερινούς συνταξιούχους παραμείνουν σε δυσβάσταχτα υψηλά επίπεδα», τονίζεται στην έκθεση. 

Παραλλήλως το ΔΝΤ τάσσεται υπέρ της άρσης της προστασίας της πρώτης κατοικίας από πλειστηριασμούς, καθώς θεωρεί πως το μέτρο αυτό θα συμβάλει στη μείωση των «κόκκινων» δανείων. 

Όπως αναφέρεται στην έκθεση του άρθρου 4 «αν και οι ελληνικές αρχές τροποποίησαν το νομικό καθεστώς για την ατομική και την εταιρική πτώχευση, αναθεώρησαν τον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας και επέτρεψαν τις πωλήσεις μη εξυπηρετούμενων δανείων», ωστόσο το νομικό οπλοστάσιο δεν είναι ακόμη πλήρως αποτελεσματικό , καθώς «οι περιορισμοί για την πρώτη κατοικία παραμένουν, η δημιουργία του επαγγέλματος συνδίκου της πτώχευσης έχει καθυστερήσει και το παράγωγο δίκαιο παραμένει σε εκκρεμότητα». Η διατύπωση αυτή αποτυπώνει με σαφήνεια τη θέση του Ταμείου ότι η προστασία της πρώτης κατοικίας πρέπει να παύσει. 

Το ΔΝΤ θεωρεί πως είναι απαραίτητες «αποφασιστικές ενέργειες» για την αποκατάσταση τόσο των τραπεζικών ισολογισμών όσο και των λογιστικών καταστάσεων των επιχειρήσεων του ιδιωτικού τομέα, προκειμένου να διευκολυνθεί η επιστροφή σε μια βιώσιμη πιστωτική επέκταση. Υπογραμμίζει δεν πως αν και οι τρέχουσες στρατηγικές των τραπεζών στοχεύουν σε μείωση του συνολικού δείκτη δανείων σε καθυστέρηση στο 48%,42% και 34% από το 2017, το 2018 και 2019 αντίστοιχα αυτή η καθυστερημένη μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων δεν είναι σύμφωνη με το φιλόδοξο επενδυτικό σχέδιο και τις αναπτυξιακές παραδοχές της ελληνικής κυβέρνησης.

Ακόμη, το ΔΝΤ εστιάζει στην ανάγκη να επιταχυνθούν οι προσπάθειες για άρση των capital controls, αλλά με προσοχή, ώστε να διαφυλαχθεί η χρηματοπιστωτική σταθερότητα. «Το πλαίσιο ελέγχων στην κίνηση κεφαλαίων έχει αντίκτυπο στο κόστος των διεθνών συναλλαγών», σημειώνεται στην έκθεση και προστίθεται πως λόγω των εγκρίσεων που απαιτούνται και της τεκμηρίωσης των αιτημάτων οι καταθέτες χρησιμοποιούν ακριβότερες μεθόδους πληρωμής αντί ανέξοδες ηλεκτρονικές τραπεζικές μεταφορές «με αποτέλεσμα τη σημαντική αύξηση του άμεσου κόστους των διεθνών μεταφορών». Να σημειωθεί πως το ΔΝΤ στην ανάλυση βιωσιμότητας του χρέους του έχει διατηρήσει την παραδοχή ότι απαιτούνται 10 δισ. ευρώ για την κάλυψη πιθανών αναγκών υποστήριξης των τραπεζών. 

Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι παρά τις διαδοχικές ανακεφαλαιοποιήσεις των τραπεζών οι ισολογισμοί τους παραμένουν ευάλωτοι, με υψηλά επίπεδα μη εξυπηρετούμενων δανείων, ενώ τα μισά από τα κεφάλαια των τραπεζών αποτελούνται από αναβαλλόμενες φορολογικές απαιτήσεις που αντιπροσωπεύουν ενδεχόμενες υποχρεώσεις του κράτους.

ΠΗΓΗ: mignatiou.com


 
Top