του Στρατή Μαζίδη
Οριστική απόδειξη της παρακμής μιας κοινωνίας πέρα από τα συμπτώματά της είναι και η έλλειψη της δυνατότητα να αναστρέψει την κατάσταση.
Τα παλιά χρόνια, τα πέτρινα μετά τον πόλεμο τόσο λόγω της φτώχειας στη χώρα όσο και λόγω της πάντοτε ταραγμένης πολιτικής κατάστασης, υπήρχε ένας καλλιτεχνικός κόσμος ενός επιπέδου. Ο Στέλιος Καζαντζίδης ήταν για παράδειγμα η μόνιμη συντροφιά των μεταναστών. Τι κι αν τραγουδούσε τον πόνο τους; Φαίνεται τελικά ότι αυτή η συμπαράσταση τους ωφελούσε.Ο Νίκος Ξυλούρης, ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης και άλλοι, τραγουδούσαν πρώτη με την ψυχή τους και ύστερα με τη φωνή τους. Για αυτό και έβγαινε τόσο ωραία. Αντιστέκονταν με τον τρόπο τους στα κακώς κείμενα της εποχής.
Προσδοκούσαν την ξαστεριά ενώ παράλληλα παρακινούσαν σε υπομονή κι επιμονή αφού είναι ένα το χεληδόνι και η άνοιξη ακριβή.
Ανέμεναν τον ήλιο της Δικαιοσύνης. Τίμησαν το αξέχαστο γελαστό παιδί.
Σήμερα πλέον δεν υπάρχουν τόσο σπουδαίοι ερμηνευτές. Ενώ λέμε κι ένα ευτυχώς που ο Θεοδωράκης βρίσκεται ακόμη στη ζωή ώστε που και που να παρεμβαίνει θυμίζοντάς μας το διαφορετικό.
Από τη Ρωμιοσύνη και την ένταση ενός καλλιτέχνη που σιγοτραγουδά μαζί του ένα ολόκληρο στάδιο φτάσαμε στον πάτο που μας οδήγησε ο γαλαζοπράσινος ήλιος που τελικά ανέτειλε.
Ποιος τραγουδά σήμερα στον ελληνικό λαό; Ποιος τον παρακινεί να αντισταθεί; Ποιος τον ενθαρρύνει να πιστέψει; Ποιος τον εμπνέει σε κάτι διαφορετικό, δύσκολο και ανηφορικό;
Η κατάντια του καλλιτεχνικού κόσμου αντικατοπτρίζεται πλήρως σε μια Τάμτα και μια Πάολα. Τι κι αν η πρώτη είναι και μητέρα; Για τα τριάκοντα αργύρια πολλά μπορεί να κάνει κανείς. Ακόμη και να βγαίνει φορώντας ένα πουκάμισο, να κυλιέται στην αρένα ενός γεμάτου κέντρου και να χαμουρεύεται με κάποια άλλη. Το επόμενο πρωί που θα ξυπνήσει, θα κάνει όμως παρατήρηση στο παιδί της για κάτι που έκανε λάθος.
Εκεί σε θέλουν. Και σένα, και μένα, και όλους μας. Με τα μάτια βγαλμένα έξω σα λιγούρηδες να κοιτάμε δυο γκόμενες, με συγχωρείτε, τραγουδίστριες, να ηδονίζονται, ωχ πάλι με συγχωρείτε, να τραγουδούν πάνω στη σκηνή και όχι με τα αυτιά ορθάνοικτα και το νου καθαρό να πιάσουμε το μήνυμα τραγουδιών που θα έρθουν να μας φωνάξουν μπας και ξυπνήσουμε ποτέ από το λήθαργο και σηκωθούμε όρθιοι...
freepen.grΤα παλιά χρόνια, τα πέτρινα μετά τον πόλεμο τόσο λόγω της φτώχειας στη χώρα όσο και λόγω της πάντοτε ταραγμένης πολιτικής κατάστασης, υπήρχε ένας καλλιτεχνικός κόσμος ενός επιπέδου. Ο Στέλιος Καζαντζίδης ήταν για παράδειγμα η μόνιμη συντροφιά των μεταναστών. Τι κι αν τραγουδούσε τον πόνο τους; Φαίνεται τελικά ότι αυτή η συμπαράσταση τους ωφελούσε.Ο Νίκος Ξυλούρης, ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης και άλλοι, τραγουδούσαν πρώτη με την ψυχή τους και ύστερα με τη φωνή τους. Για αυτό και έβγαινε τόσο ωραία. Αντιστέκονταν με τον τρόπο τους στα κακώς κείμενα της εποχής.
Προσδοκούσαν την ξαστεριά ενώ παράλληλα παρακινούσαν σε υπομονή κι επιμονή αφού είναι ένα το χεληδόνι και η άνοιξη ακριβή.
Ανέμεναν τον ήλιο της Δικαιοσύνης. Τίμησαν το αξέχαστο γελαστό παιδί.
Σήμερα πλέον δεν υπάρχουν τόσο σπουδαίοι ερμηνευτές. Ενώ λέμε κι ένα ευτυχώς που ο Θεοδωράκης βρίσκεται ακόμη στη ζωή ώστε που και που να παρεμβαίνει θυμίζοντάς μας το διαφορετικό.
Από τη Ρωμιοσύνη και την ένταση ενός καλλιτέχνη που σιγοτραγουδά μαζί του ένα ολόκληρο στάδιο φτάσαμε στον πάτο που μας οδήγησε ο γαλαζοπράσινος ήλιος που τελικά ανέτειλε.
Ποιος τραγουδά σήμερα στον ελληνικό λαό; Ποιος τον παρακινεί να αντισταθεί; Ποιος τον ενθαρρύνει να πιστέψει; Ποιος τον εμπνέει σε κάτι διαφορετικό, δύσκολο και ανηφορικό;
Η κατάντια του καλλιτεχνικού κόσμου αντικατοπτρίζεται πλήρως σε μια Τάμτα και μια Πάολα. Τι κι αν η πρώτη είναι και μητέρα; Για τα τριάκοντα αργύρια πολλά μπορεί να κάνει κανείς. Ακόμη και να βγαίνει φορώντας ένα πουκάμισο, να κυλιέται στην αρένα ενός γεμάτου κέντρου και να χαμουρεύεται με κάποια άλλη. Το επόμενο πρωί που θα ξυπνήσει, θα κάνει όμως παρατήρηση στο παιδί της για κάτι που έκανε λάθος.
Εκεί σε θέλουν. Και σένα, και μένα, και όλους μας. Με τα μάτια βγαλμένα έξω σα λιγούρηδες να κοιτάμε δυο γκόμενες, με συγχωρείτε, τραγουδίστριες, να ηδονίζονται, ωχ πάλι με συγχωρείτε, να τραγουδούν πάνω στη σκηνή και όχι με τα αυτιά ορθάνοικτα και το νου καθαρό να πιάσουμε το μήνυμα τραγουδιών που θα έρθουν να μας φωνάξουν μπας και ξυπνήσουμε ποτέ από το λήθαργο και σηκωθούμε όρθιοι...