1. Τι είναι ο παιδικός «καταρράκτης»; Έχει διαφορά από εκείνον των ενηλίκων;
Ο καταρράκτης στα παιδιά, όπως και στους ενήλικες είναι η θόλωση του κρυσταλλόειδούς φακού του ματιού, ο οποίος βρίσκεται πίσω από την ίριδα και βοηθά στην εστίαση κοντά – μακριά, όπως ακριβώς συμβαίνει και σε μια φωτογραφική μηχανή. Η απώλεια της διαφάνειας του φακού μειώνει την οπτική μας ικανότητα και ιδιαίτερα στο εύπλαστο οπτικό σύστημα των παιδιών, μπορεί να έχει μη αναστρέψιμες συνέπειες για την όρασή τους.
2. Ποιες είναι οι δυσκολίες αν ο «καταρράκτης» εμφανιστεί σε βρέφος; Υπάρχει διαφορά στο χειρισμό της πάθησης;
Όσο νωρίτερα εμφανισθεί μια καταρρακτική θόλωση, τόσο μεγαλύτερη θα είναι η επίδρασή της στην μαθησιακή για τον ανθρώπινο εγκέφαλο, διαδικασία της όρασης. Άρα τόσο επιτακτικότερη θα είναι και η ανάγκη για άμεση χειρουργική αποκατάσταση της καθαρότητας και της διαφάνειας των οπτικών μέσων, δηλαδή της επέμβασης καταρράκτη. Αντίθετα ο χρόνος της επέμβασης δεν είναι αποτελεί κρίσιμο παράγοντα σε μεγαλύτερα παιδιά (άνω των 9 ετών) ή σε ενήλικες.
3. Σε τι ηλικίες παρουσιάζεται και ποια είναι τα συμπτώματά του;
Πρακτικά καταρράκτης μπορεί να εμφανισθεί σε οποιαδήποτε ηλικία. Ο συγγενής καταρράκτης αφορά νεογνά και βρέφη και το κλασσικό σημείο που οι γονείς παρατηρούν είναι η λευκοκορία, δηλαδή η λευκή αντανάκλαση της κόρης. Σε μεγαλύτερα παιδιά ενδείξεις μειωμένης όρασης, ο στραβισμός, ιδιαίτερα ο αποκλίνων και ο νυσταγμός (κίνηση ταλάντωσης των ματιών) αποτελούν συχνά σημεία και συμπτώματα του καταρράκτη. Ο προληπτικός παιδοφθαλμολογικός έλεγχος στη γέννηση, το πρώτο και το τρίτο έτος της ζωής έχει αποδειχθεί ότι αποτελεί το προσφορότερο τρόπο ελέγχου, για τον συγγενή και παιδικό καταρράκτη.
4. Παρουσιάζει κληρονομική διάθεση ή είναι ιδιοπαθής πάθηση;
Περίπου το 1/3 των περιπτώσεων συγγενούς καταρράκτη και ιδιαίτερα όταν αφορά και τα δύο μάτια, είναι κληρονομικός. Επίσης μια σειρά από μεταβολικές παθήσεις όπως π.χ. η γαλακτοζαιμία, συστηματικά σύνδρομα, ή ενδομήτριες επιδράσεις κατά την κύηση, σχετίζονται με τον συγγενή καταρράκτη. Παρά όμως το επισταμένο, έλεγχο στις μισές τουλάχιστον περιπτώσεις δεν εντοπίζεται η αιτία που τον προκαλεί.
5. Ποιες είναι οι προτεινόμενες μορφές θεραπείας; Τι συμβαίνει κατά τη διάρκεια της χειρουργικής αποκατάστασης του οφθαλμού;
Εφόσον η καταρρακτική θόλωση καλύπτει τον οπτικό άξονα και άρα επιδρά στην όραση του παιδιού, η λύση είναι η χειρουργική αφαίρεση του καταρρακτικού φακού. Αυτή η αφαίρεση στα παιδιά σε αντιδιαστολή με τους ενήλικες, κατά κανόνα συνδυάζεται με οπίσθια καψουλόρηξη και πρόσθια υαλοειδεκτομή. Όπως ήδη αναφέρθηκε η λύση αυτή είναι πιο επιτακτική σε νεογνά ή βρέφη όπου το οτπικό τους σύστημα είναι ιδιαίτερα εύπλαστο. Σε αυτές τις περιπτώσεις, η κατάλληλη ηλικία για την επέμβαση είναι η 6η-8η εβδομάδα της ζωής. Η ελαστικότητα των ιστών του παιδικού ματιού, η έντονη μετεγχειρητική φλεγμονή και η μελλοντική ανάπτυξη των οφθαλμικών ιστών, καθιστούν την επέμβαση αφαίρεσης ενός παιδικού καταρράκτη ιδιαίτερα σύνθετη και ιδιαίτερη. Σε έκκεντρες μικρές θολώσεις ή μικρές πρόσθιες θολερότητες του φακού μπορεί η χειρουργική αποκατάσταση να μετατεθεί χρονικά, με την χρήση μυδριατικών κολλυρίων.
6. Ποια είναι η διαδικασία που ακολουθεί τη χειρουργική επέμβαση; Επηρεάζεται η όραση του παιδιού από αυτή;
Σύμφωνα με την διεθνή πρακτική η αποκατάσταση της λειτουργίας του αφαιρεθέντος φακού του ματιού, για νεογνά και παιδιά έως 1 με 2 ετών γίνεται με ειδικούς φακούς επαφής. Για τα μεγαλύτερα παιδιά, όπως και στους ενήλικες, τοποθετείται εφόσον αυτό είναι διεγχειρητικά εφικτό, ειδικός ενδοφακός στην ανατομική θέση του καταρρακτικού φακού που αφαιρέθηκε. Και σε αυτή την περίπτωση όμως η πλήρης διαθλαστική διόρθωση θα απαιτήσει την χρήση φακού επαφής, για τα πρώτα τουλάχιστον έτη. Επίσης στις ετερόπλευρες περιπτώσεις απαιτείται κλείσιμο του καλού ματιού με ειδικό αυτοκόλλητο επίδεσμο, κάποιες ώρες κάθε μέρα για αρκετά χρόνια, προκειμένου να βελτιωθεί η οπτική λειτουργία του χειρουργημένου ματιού.
7. Υπάρχει περίπτωση επανεμφάνισης του «καταρράκτη» στο ίδιο άτομο, είτε στην παιδική του ηλικία, είτε μετέπειτα, στον ίδιο ή στον άλλο οφθαλμό; Αν ναι, επιδέχεται νέας χειρουργικής επέμβασης;
Επανεμφάνιση του καταρράκτη στο ίδιο μάτι, δεν συμβαίνει. Αυτό που ενίοτε αποκαλείται δευτερογενής καταρράκτης είναι η θόλωση της οπίσθιας κάψας, που διατηρείται κατά την αρχική επέμβαση προκειμένου να στηριχθεί ο τεχνητός ενδοφακός που τοποθετείται στο μάτι. Η θόλωση αυτή είναι πολύ συχνή και ταχεία στα παιδιά και γι’αυτό η αρχική επέμβαση συνοδεύεται πάντα από οπίσθια καψουλόρηξη. Αν παρά ταύτα συμβεί αντιμετωπίζεται είτε με νέα επέμβαση, είτε σε μεγαλύτερα συνεργάσιμα παιδιά με ένα ειδικό laser.
Το άλλο μάτι προφανώς και μπορεί να προσβληθεί από καταρράκτη, κατά την διάρκεια της ζωής, καθώς όπως αναφέρθηκε η πάθηση αυτή δυστυχώς δεν αποτελεί προνόμιο μόνο των ηλικιωμένων. Η αντιμετώπιση θα είναι και πάλι χειρουργική.
Σταμάτης Γκατζώνης
Χειρουργός Οφθαλμίατρος-Παιδοφθαλμίατρος, MD, FEBO, Pg Dip
Διευθυντής Παιδοφθαλμολογικής Κλινικής Ιατρικού Κέντρου Αθηνών
Για περισσότερες πληροφορίες επικοινωνήστε με τον Dr. Σταμάτη Γκατζώνη, Χειρουργό Οφθαλμίατρο - Παιδοφθαλμίατρο, MD, FEBO εξειδικευμένο στις Διαθλαστικές Επεμβάσεις και τον Καταρράκτη.
Τηλ. : 210.88.22.900 ή επισκεφτείτε την ιστοσελίδα: gatzonisstamatis.blogspot.gr