Στην Αθήνα αναμένεται να βρεθεί στις 16 Δεκεμβρίου η νέα Αλβανίδα υπουργός Ευρώπης και Εξωτερικών Υποθέσεων, Ελίζα Σπιροπάλι, για την πρώτη της επίσημη συνάντηση με τον Έλληνα Υπουργό Εξωτερικών, Γιώργο Γεραπετρίτη. Πρόκειται για μια επίσκεψη με ιδιαίτερο ενδιαφέρον, καθώς οι δύο πλευρές σκοπεύουν να χαράξουν έναν «νέο οδικό χάρτη» συνεργασίας σε θέματα που αφορούν την Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη (ΑΟΖ), την ενέργεια και την πορεία της Αλβανίας προς την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Η οριοθέτηση της ΑΟΖ αποτελεί μείζον ζήτημα καθώς αφορά τα θαλάσσια σύνορα και τη διαχείριση των φυσικών πόρων, όπως το πετρέλαιο, το φυσικό αέριο και άλλα ενεργειακά αποθέματα. Ειδικότερα, στην πράξη σημαίνει ότι η χώρα μας αποκτά την πλήρη αναγνώριση των θαλάσσιων δικαιωμάτων της στο Ιόνιο, μπορεί να προχωρήσει με ασφάλεια σε ενεργειακές έρευνες και επενδύσεις και διασφαλίζει ότι κάθε μελλοντική αξιοποίηση φυσικών πόρων – από υδρογονάνθρακες μέχρι θαλάσσιες ανανεώσιμες πηγές ενέργειας – θα γίνεται με καθαρούς κανόνες και χωρίς διαφωνίες από όμορα κράτη.Θυμίζουμε ότι η Ελλάδα και η Αλβανία έχουν συμφωνήσει από το 2020 να παραπέμψουν πιθανές διαφορές για την ΑΟΖ στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, δείχνοντας τη βούλησή τους να λύσουν τα ζητήματα μέσα από διάλογο και νόμιμες διαδικασίες. Οι προηγούμενες συνομιλίες τον Ιούνιο με τον τότε Αλβανό ΥΠΕΞ, Ίγκλι Χασάνι, είχαν ήδη ανοίξει τον δρόμο για μια πιο ενεργή συνεργασία, και η κ. Σπιροπάλι έρχεται να δώσει νέα ώθηση, αξιοποιώντας τη θετική δυναμική που δημιούργησε η επανεκλογή του Έντι Ράμα για τέταρτη φορά στην πρωθυπουργία της γειτονικής χώρας.
Η σημασία της ΑΟΖ δεν περιορίζεται όμως μόνο στην οριοθέτηση θαλασσίων τομέων ευθύνης και εκμετάλλευσης. Η περιοχή κατέχει στρατηγική θέση και στο πρόγραμμα βρίσκονται ενεργειακά έργα, που μπορούν να φέρουν οικονομικά οφέλη και στις δύο χώρες. Στο τραπέζι των συζητήσεων θα βρεθούν, για παράδειγμα, αγωγοί φυσικού αερίου, διασυνδέσεις ηλεκτρικής ενέργειας και άλλα έργα υποδομών που συνδέουν Ελλάδα και Αλβανία. Η συνεργασία σε αυτούς τους τομείς μπορεί να ενισχύσει την ενεργειακή ασφάλεια, να μειώσει το κόστος για τους πολίτες και να δημιουργήσει νέες επενδυτικές ευκαιρίες.
Βασικό θέμα της συνάντησης η ενταξιακή πορεία της Αλβανίας προς την Ευρωπαϊκή Ένωση

Παράλληλα, η ενταξιακή πορεία της Αλβανίας προς την Ευρωπαϊκή Ένωση είναι επίσης βασικό θέμα της συνάντησης. Η κ. Σπιροπάλι έχει θέσει ως στόχο να ολοκληρωθούν οι ενταξιακές συνομιλίες μέχρι το έτος 2027. Πρόκειται για έναν κρίσιμο στόχο, καθώς η ένταξη στην ΕΕ θεωρείται σημαντική για την ανάπτυξη της χώρας, την πολιτική σταθερότητα και την ασφάλεια της περιοχής. Παράλληλα, η Ελλάδα θα έχει την προεδρία του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου το δεύτερο εξάμηνο του 2027, γεγονός που της δίνει τη δυνατότητα να υποστηρίξει ενεργά την ενταξιακή διαδικασία της Αλβανίας και να ενισχύσει την ευρωπαϊκή προοπτική των Δυτικών Βαλκανίων.
Η Αλβανία κινείται ούτως ή άλλως με ταχύτητα στις διαπραγματεύσεις με την Ευρωπαϊκή Ένωση. Πρόσφατα άνοιξε και το τελευταίο ενταξιακό κεφάλαιο, επιτυγχάνοντας τον στόχο για «πλήρες άνοιγμα» έως το τέλος του έτους. Αυτό σημαίνει ότι η χώρα προχωρά με γρήγορο ρυθμό στη διαδικασία ένταξης, κάτι που εκτιμάται θετικά από τις Βρυξέλλες και δημιουργεί ελπίδες για γρήγορη ολοκλήρωση των διαδικασιών.
Η Ελλάδα, από την πλευρά της, δίνει ιδιαίτερη σημασία στα Δυτικά Βαλκάνια. Στο περιθώριο πρόσφατων συναντήσεων στις Βρυξέλλες, όπου ο Γιώργος Γεραπετρίτης συμμετείχε στο Συμβούλιο Εξωτερικών Υποθέσεων, υπογράμμισε την ανάγκη στήριξης των χωρών της περιοχής στην πορεία τους προς την Ευρωπαϊκή Ένωση. Η Ελλάδα έχει μακρά ιστορία πρωτοβουλιών στην περιοχή, που ξεκινά πριν από 22 χρόνια με την Ατζέντα της Θεσσαλονίκης. Στόχος της είναι να δημιουργηθεί ένα ξεκάθαρο όραμα για τις χώρες των Δυτικών Βαλκανίων, να ενισχυθεί η σταθερότητα και να προαχθεί η ειρήνη.
Σήμερα, Αλβανία και Μαυροβούνιο θεωρούνται οι πιο προχωρημένοι υποψήφιοι για ένταξη, με την Ελλάδα να δηλώνει αμετακίνητα τη στήριξή της. Ωστόσο, η στήριξη αυτή συνδέεται με την προϋπόθεση ότι όλες οι διαδικασίες θα γίνονται με απόλυτο σεβασμό στο ευρωπαϊκό κεκτημένο, στο Διεθνές Δίκαιο και στις αρχές της δημοκρατίας και της καλής γειτονίας. Άξιο μνείας είναι, τέλος, το γεγονός πως η προώθηση του διαλόγου Ελλάδας – Αλβανίας δεν αφορά μόνο τα διμερή ζητήματα. Αφορά ολόκληρη την περιοχή των Δυτικών Βαλκανίων, η οποία αντιμετωπίζει αυξημένες εντάσεις, εθνικιστικά φαινόμενα και πολιτικές προκλήσεις. Με τη συνάντηση Γεραπετρίτη – Σπιροπάλι, Ελλάδα και Αλβανία θα έχουν την ευκαιρία να δημιουργήσουν ένα νέο πλαίσιο συνεργασίας που θα ωφελήσει οικονομικά και κοινωνικά και τις δύο χώρες, ενώ ταυτόχρονα θα ενισχύσει την ειρήνη και την ασφάλεια σε μια περιοχή που έχει μακρά ιστορία προκλήσεων. Οι Έλληνες διπλωμάτες τονίζουν χαρακτηριστικά ότι η συνεργασία αυτή δεν είναι απλώς πολιτική επιλογή, αλλά στρατηγική ανάγκη για την περιοχή.
