Του Φαήλου Μ. Κρανιδιώτη
Φεβρουάριος 1999, λίγες ημέρες μετά το άγος του Ναϊρόμπι. Το πλήθος της διαδήλωσης, τεράστιο, ανέβαινε τη Σταδίου. Ενα σύνθημα ξεκίνησε, άγνωστο από ποιο μπλοκ, και σαν κύμα ανέβηκε ψηλά από χιλιάδες στόματα, σπάζοντας για λίγο με θυμηδία το βαθύ αίσθημα εθνικής ντροπής που νιώθαμε όλοι οι κανονικοί άνθρωποι, δεξιοί και αριστεροί, με τη χώρα να έχει μετατραπεί σε διεθνή ρουφιάνο: «Σημίτη, σπυριάρη, μαρτυριάρη»!
Ο λαός κάνει και τεράστια λάθη, αλλά συχνά έχει ένστικτο και συμπυκνώνει με χιούμορ την αλήθεια της στιγμής και τη συλλογική γνώμη του για τον χαρακτήρα προσώπων και καταστάσεων. Πρόεδρος του «Θρύλου», ο Σαλιαρέλης. Από τα μεγάφωνα ακούγεται: «Χάθηκε πορτοφόλι, χρώματος καφέ. Παρακαλείται όποιος...». Πριν προλάβει να τελειώσει τη φράση του ο εκφωνητής του γηπέδου Καραϊσκάκη, η θύρα 7 έχει σηκωθεί σύσσωμη στραμμένη προς την εξέδρα των επισήμων και φωνάζει ρυθμικά: «Αργύρη, καρ...όλη, δώσ’ το πορτοφόλι!»
Βγήκε, λοιπόν, πριν από λίγες ημέρες να μιλήσει, με τα γνωστά σαρδάμ, πατώντας λίγο μερικά φωνήεντα και στραμπουλώντας μερικά σύμφωνα, υπό το πολιτικά λάγνο βλέμμα του Τσίμα. Δεν νομίζω η Δάφνη να τον έχει κοιτάξει ποτέ με τόση επιδοκιμαστική λατρεία. Τρεις ώρες σφουγγαρίζανε μετά εφτά Φιλιππινέζες στην Αναγνωστοπούλου.
Είπε μερικά αυτονόητα για την υπερφορολόγηση και για άλλα θέματα. Alles klar, που θα έλεγε κι ο αδελφός του. Αλλά για να θυμηθούμε λίγο.
Επί των ημερών του η διαπλοκή πήρε αμπάριζα και καβάλησε στον σβέρκο όλο το κράτος. Είχε προηγηθεί η δεκαετία του 1980, όταν το δημόσιο χρέος από 8% που το παρέδωσε η συνετή «επάρατος», ο λεβέντης, γλεντζές και καραμπουζουκλής Ανδρέας το πήγε στο 95%. Υπουργάρα του κι ο Σημίτης. Μετά το μικρό μητσοτάκειο διάλειμμα και τη σύντομη, φθίνουσα επαναφορά και τον θάνατο του μοιραίου για την πατρίδα Ανδρέα ήρθε η ώρα του σκυφτού καθηγητή, του «εκσυγχρονιστή» με την περίεργη παρέα: Τσουκάτος, Πανταγιάς, Χριστοδουλάκης, Μπεγλίτης κ.λπ.
Οι υπουργοί του ξύρισαν τα μουστάκια, βγάλανε τα ζιβάγκο και φορέσανε γυαλιστερά κοστουμάκια σαν τραγουδιάρηδες στο «14» της Πέτρου Ράλλη, για τους μυημένους «σκύλους». Μερικοί κόβανε βόλτες με τα κότερα των νταβαντζήδων, όπου τους ταΐζανε καραβιδόψιχα με το φτυάρι, όπως οι θερμαστές τον Οδοντωτό. Ενας εξ αυτών κάποτε περίμενε επί μία ώρα και τρία τέταρτα να τον δεχτεί μεγαλόσχημος τις νταραβεριτζής κι ολίγον πρακτοράντζα.
Παλιό κομάντος, φίλος της φρουράς του επιχειρηματία για το μεροκάματο, ντράπηκε και πήγε μέσα στο αφεντικό να υπενθυμίσει το σχεδόν δίωρο ξεροστάλιασμα του εν ενεργεία υπουργού στον προθάλαμο. «Ασε τον μαλάκα να περιμένει» ήταν η βαριεστημένη απάντηση. Ηταν η εποχή που ο «νουνεχής», μετρημένος Σημίτης και η κυβέρνησή του προέτρεπαν το πόπολο να αγοράσει μετοχές, να παίξουν τον παπά με το εφάπαξ και δανεικά σε κάτι μανάβικα που γίνανε ΕΛΔΕ. «Η άνοδος του Χρηματιστηρίου είναι δείκτης υγείας της οικονομίας» έλεγε άλλος υπουργός του, που τώρα τρέχει στους εισαγγελείς, ενώ ο ίδιος ο πρωθυπουργός έλεγε σε πρωτοσέλιδες δηλώσεις πως οι μετοχές είναι φτηνές, κλείνοντας το μάτι στην άπληστη πλέμπα. Τη συνέχεια την ξέρετε. Ούτε 1.000 επιτήδειοι γδύσανε ολόκληρο λαό. Τα πήρανε όλα μέχρι φόδρα και οι ΕΛΔΕ ξαναγίνανε μανάβικα και ψιλικατζίδικα.
Επί των ημερών του έγιναν τα φαραωνικά ολυμπιακά έργα. Τα πληρώσαμε καραβίσια και φυσικά δεν έτρεξε κάστανο. Ολα νόμιμα, ωραία και κομπλέ. Κι ο Ακης τότε έκανε το κατιτίς του. Οι άλλοι, ΚΥΣΕΑ, πρωθυπουργός, οι πάντες, ανύποπτοι. Der Kanzler hatte keine Ahnung, δηλαδή ο πρωθυπουργός δεν είχε ιδέα. Ητο απασχολημένος να σενιάρει τα οικονομικά στοιχεία για να μπούμε με το... σπαθί μας στο ευρώ. Και τώρα κάνουμε λαγουδάκια κι εν δυο κάτω με το βρακί κατεβασμένο ως τον αστράγαλο και παραγωγική βάση σαν δρόμο που του περνάνε καλώδια, που ’λεγε κι ο Προύσαλης.
Ο Σημίτης, αδέλφια, είναι ο πρωθυπουργός των Ιμίων, των S-300, των γκρίζων ζωνών, της παράδοσης Οτσαλάν, του Χρηματιστηρίου, της μετάθεσης του κέντρου της εξουσίας σε σκοτεινές παρακάμαρες. Θα σταθώ, όμως, κυρίως σε αυτό που απέπνεε ο λόγος του για τα ελληνοτουρκικά. Ο ηγέτης μπορεί να έχει διάφορα ελαττώματα. Ενα δεν μπορεί. Να είναι δειλός. Τη δειλία, μασκαρεμένη σε «σωφροσύνη», τη μυρίζονται τα αρπακτικά όπως το αίμα. Και δίπλα μας είναι μια λυσσασμένη ύαινα...
Φαήλος Μ. Κρανιδιώτης - Πρόεδρος της ΝΕΑΣ ΔΕΞΙΑΣ
dimokratianews.gr
Πηγή
Φεβρουάριος 1999, λίγες ημέρες μετά το άγος του Ναϊρόμπι. Το πλήθος της διαδήλωσης, τεράστιο, ανέβαινε τη Σταδίου. Ενα σύνθημα ξεκίνησε, άγνωστο από ποιο μπλοκ, και σαν κύμα ανέβηκε ψηλά από χιλιάδες στόματα, σπάζοντας για λίγο με θυμηδία το βαθύ αίσθημα εθνικής ντροπής που νιώθαμε όλοι οι κανονικοί άνθρωποι, δεξιοί και αριστεροί, με τη χώρα να έχει μετατραπεί σε διεθνή ρουφιάνο: «Σημίτη, σπυριάρη, μαρτυριάρη»!
Ο λαός κάνει και τεράστια λάθη, αλλά συχνά έχει ένστικτο και συμπυκνώνει με χιούμορ την αλήθεια της στιγμής και τη συλλογική γνώμη του για τον χαρακτήρα προσώπων και καταστάσεων. Πρόεδρος του «Θρύλου», ο Σαλιαρέλης. Από τα μεγάφωνα ακούγεται: «Χάθηκε πορτοφόλι, χρώματος καφέ. Παρακαλείται όποιος...». Πριν προλάβει να τελειώσει τη φράση του ο εκφωνητής του γηπέδου Καραϊσκάκη, η θύρα 7 έχει σηκωθεί σύσσωμη στραμμένη προς την εξέδρα των επισήμων και φωνάζει ρυθμικά: «Αργύρη, καρ...όλη, δώσ’ το πορτοφόλι!»
Βγήκε, λοιπόν, πριν από λίγες ημέρες να μιλήσει, με τα γνωστά σαρδάμ, πατώντας λίγο μερικά φωνήεντα και στραμπουλώντας μερικά σύμφωνα, υπό το πολιτικά λάγνο βλέμμα του Τσίμα. Δεν νομίζω η Δάφνη να τον έχει κοιτάξει ποτέ με τόση επιδοκιμαστική λατρεία. Τρεις ώρες σφουγγαρίζανε μετά εφτά Φιλιππινέζες στην Αναγνωστοπούλου.
Είπε μερικά αυτονόητα για την υπερφορολόγηση και για άλλα θέματα. Alles klar, που θα έλεγε κι ο αδελφός του. Αλλά για να θυμηθούμε λίγο.
Επί των ημερών του η διαπλοκή πήρε αμπάριζα και καβάλησε στον σβέρκο όλο το κράτος. Είχε προηγηθεί η δεκαετία του 1980, όταν το δημόσιο χρέος από 8% που το παρέδωσε η συνετή «επάρατος», ο λεβέντης, γλεντζές και καραμπουζουκλής Ανδρέας το πήγε στο 95%. Υπουργάρα του κι ο Σημίτης. Μετά το μικρό μητσοτάκειο διάλειμμα και τη σύντομη, φθίνουσα επαναφορά και τον θάνατο του μοιραίου για την πατρίδα Ανδρέα ήρθε η ώρα του σκυφτού καθηγητή, του «εκσυγχρονιστή» με την περίεργη παρέα: Τσουκάτος, Πανταγιάς, Χριστοδουλάκης, Μπεγλίτης κ.λπ.
Οι υπουργοί του ξύρισαν τα μουστάκια, βγάλανε τα ζιβάγκο και φορέσανε γυαλιστερά κοστουμάκια σαν τραγουδιάρηδες στο «14» της Πέτρου Ράλλη, για τους μυημένους «σκύλους». Μερικοί κόβανε βόλτες με τα κότερα των νταβαντζήδων, όπου τους ταΐζανε καραβιδόψιχα με το φτυάρι, όπως οι θερμαστές τον Οδοντωτό. Ενας εξ αυτών κάποτε περίμενε επί μία ώρα και τρία τέταρτα να τον δεχτεί μεγαλόσχημος τις νταραβεριτζής κι ολίγον πρακτοράντζα.
Παλιό κομάντος, φίλος της φρουράς του επιχειρηματία για το μεροκάματο, ντράπηκε και πήγε μέσα στο αφεντικό να υπενθυμίσει το σχεδόν δίωρο ξεροστάλιασμα του εν ενεργεία υπουργού στον προθάλαμο. «Ασε τον μαλάκα να περιμένει» ήταν η βαριεστημένη απάντηση. Ηταν η εποχή που ο «νουνεχής», μετρημένος Σημίτης και η κυβέρνησή του προέτρεπαν το πόπολο να αγοράσει μετοχές, να παίξουν τον παπά με το εφάπαξ και δανεικά σε κάτι μανάβικα που γίνανε ΕΛΔΕ. «Η άνοδος του Χρηματιστηρίου είναι δείκτης υγείας της οικονομίας» έλεγε άλλος υπουργός του, που τώρα τρέχει στους εισαγγελείς, ενώ ο ίδιος ο πρωθυπουργός έλεγε σε πρωτοσέλιδες δηλώσεις πως οι μετοχές είναι φτηνές, κλείνοντας το μάτι στην άπληστη πλέμπα. Τη συνέχεια την ξέρετε. Ούτε 1.000 επιτήδειοι γδύσανε ολόκληρο λαό. Τα πήρανε όλα μέχρι φόδρα και οι ΕΛΔΕ ξαναγίνανε μανάβικα και ψιλικατζίδικα.
Επί των ημερών του έγιναν τα φαραωνικά ολυμπιακά έργα. Τα πληρώσαμε καραβίσια και φυσικά δεν έτρεξε κάστανο. Ολα νόμιμα, ωραία και κομπλέ. Κι ο Ακης τότε έκανε το κατιτίς του. Οι άλλοι, ΚΥΣΕΑ, πρωθυπουργός, οι πάντες, ανύποπτοι. Der Kanzler hatte keine Ahnung, δηλαδή ο πρωθυπουργός δεν είχε ιδέα. Ητο απασχολημένος να σενιάρει τα οικονομικά στοιχεία για να μπούμε με το... σπαθί μας στο ευρώ. Και τώρα κάνουμε λαγουδάκια κι εν δυο κάτω με το βρακί κατεβασμένο ως τον αστράγαλο και παραγωγική βάση σαν δρόμο που του περνάνε καλώδια, που ’λεγε κι ο Προύσαλης.
Ο Σημίτης, αδέλφια, είναι ο πρωθυπουργός των Ιμίων, των S-300, των γκρίζων ζωνών, της παράδοσης Οτσαλάν, του Χρηματιστηρίου, της μετάθεσης του κέντρου της εξουσίας σε σκοτεινές παρακάμαρες. Θα σταθώ, όμως, κυρίως σε αυτό που απέπνεε ο λόγος του για τα ελληνοτουρκικά. Ο ηγέτης μπορεί να έχει διάφορα ελαττώματα. Ενα δεν μπορεί. Να είναι δειλός. Τη δειλία, μασκαρεμένη σε «σωφροσύνη», τη μυρίζονται τα αρπακτικά όπως το αίμα. Και δίπλα μας είναι μια λυσσασμένη ύαινα...
Φαήλος Μ. Κρανιδιώτης - Πρόεδρος της ΝΕΑΣ ΔΕΞΙΑΣ
dimokratianews.gr
Πηγή