Σε μία πρόσφατη μελέτη της η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αναλύει τα οικονομικά δεδομένα της Ευρωζώνης και προβλέπει την ανάκαμψη στο 1,6% για το 2017, ενώ για την Ελλάδα καταγράφεται ήπια αύξηση της τάξεως του 0,3% με πρόβλεψη για αναπτυξιακά ποσοστά μέσα στο 2017, αλλά με προϋποθέσεις.
Γράφει ο Γιάννης Κουτρουμπής
Σύμφωνα με την Κομισιόν για πρώτη φορά σε σχεδόν μια δεκαετία, προβλέπονται θετικοί αριθμοί ανάπτυξης για τις οικονομίες όλων των κρατών μελών της ΕΕ καθ” όλη την περίοδο των προβλέψεων (2016, 2017 και 2018). Ωστόσο, προειδοποιεί, ότι οι προοπτικές είναι πιο αβέβαιες απ΄ό,τι συνήθως.
Το πραγματικό ΑΕΠ στη ζώνη του ευρώ ακολουθεί ανοδική πορεία επί 15 συνεχή τρίμηνα, η απασχόληση αυξάνεται με σταθερό ρυθμό και η ανεργία εξακολουθεί να μειώνεται, αν και παραμένει αισθητά σε υψηλότερα επίπεδα απ΄ό,τι πριν από την κρίση. Η ιδιωτική κατανάλωση παραμένει ο μοχλός της ανάκαμψης. Οι επενδύσεις εξακολουθούν να αυξάνονται αλλά παραμένουν σε χαμηλά επίπεδα.
Στις χειμερινές προβλέψεις που δημοσιεύτηκαν σήμερα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προσδοκά αύξηση του ΑΕΠ στη ζώνη του ευρώ κατά 1,6% το 2017 και 1,8% το 2018. Η αύξηση αυτή είναι ελαφρώς αναθεωρημένη προς τα πάνω σε σχέση με τις φθινοπωρινές προβλέψεις (2017: 1,5 %, 2018: 1,7%) χάρη στις καλύτερες από τις αναμενόμενες επιδόσεις το δεύτερο εξάμηνο του 2016 και σε μια μάλλον δυναμική εκκίνηση το 2017. Η αύξηση του ΑΕΠ στο σύνολο της ΕΕ προβλέπεται να ακολουθήσει ανάλογη πορεία και να ανέλθει σε 1,8% το τρέχον και το επόμενο έτος (εαρινές προβλέψεις: 2017: 1,6%, 2018: 1,8%).
Οι κίνδυνοι απόκλισης από τις προβλέψεις είναι ιδιαίτερα υψηλοί, και μολονότι έχει αυξηθεί το ενδεχόμενο τόσο για ευνοϊκότερες όσο και για δυσμενέστερες εξελίξεις σε σχέση με τις προβλέψεις, η συνολική κατάσταση εξακολουθεί να τείνει σε δυσμενέστερες εξελίξεις.
Ο Βάλντις Ντομπρόβσκις, αντιπρόεδρος της Επιτροπής αρμόδιος για το Ευρώ και τον Κοινωνικό Διάλογο, καθώς και για τη Χρηματοπιστωτική Σταθερότητα, τις Χρηματοπιστωτικές Υπηρεσίες και την Ένωση Κεφαλαιαγορών, δήλωσε: «Η οικονομική ανάκαμψη της Ευρώπης συνεχίζεται για πέμπτη συνεχή χρονιά. Σε αυτούς όμως τους αβέβαιους καιρούς, είναι σημαντικό να παραμείνουν οι ευρωπαϊκές οικονομίες ανταγωνιστικές και ικανές να προσαρμόζονται στις μεταβαλλόμενες συνθήκες. Για τον σκοπό αυτό, απαιτείται συνεχής προσπάθεια για διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις. Είναι επίσης ανάγκη να εστιάσουμε στην ανάπτυξη χωρίς αποκλεισμούς, διασφαλίζοντας ότι η ανάκαμψη θα γίνει αισθητή από όλους. Με τον πληθωρισμό να αυξάνει σε σχέση με τα προηγούμενα χαμηλά επίπεδα, δεν μπορούμε να αναμένουμε τα σημερινά νομισματικά μέτρα τόνωσης της οικονομίας να διαρκέσουν για πάντα. Συνεπώς, οι χώρες με υψηλά επίπεδα ελλείμματος και χρέους πρέπει να συνεχίσουν τις προσπάθειες για να τα μειώσουν, ώστε να γίνουν πιο ανθεκτικές στους οικονομικούς κλυδωνισμούς.»
Ο Πιερ Μοσκοβισί, επίτροπος Οικονομικών και Δημοσιονομικών Υποθέσεων, Φορολογίας και Τελωνείων, δήλωσε σχετικά: «Η ευρωπαϊκή οικονομία αποδείχθηκε ανθεκτική στους πολυάριθμους κλυδωνισμούς που αντιμετώπισε τον προηγούμενο χρόνο. Η ανάπτυξη συνεχίζεται, ενώ η ανεργία και τα ελλείμματα ακολουθούν πτωτική πορεία. Ωστόσο, με την αβεβαιότητα σε τόσο υψηλά επίπεδα, είναι σημαντικότερο από ποτέ να χρησιμοποιήσουμε όλα τα εργαλεία πολιτικής για να στηρίξουμε την ανάπτυξη. Πάνω απ΄όλα πρέπει να διασφαλίσουμε ότι τα οφέλη της ανάπτυξης γίνονται αισθητά σε όλες τις περιοχές της ζώνης του ευρώ και σε όλα τα τμήματα της κοινωνίας.»
Τους τελευταίους μήνες, οι προοπτικές ανάπτυξης για τις προηγμένες οικονομίες χωρών εκτός ΕΕ έχουν βελτιωθεί, κυρίως λόγω των προσδοκιών για μέτρα παροχής δημοσιονομικών κινήτρων στις Ηνωμένες Πολιτείες, που οδήγησαν σε υψηλότερα μακροπρόθεσμα επιτόκια και σε ανατίμηση του δολαρίου ΗΠΑ. Στις αναδυόμενες οικονομίες της αγοράς η ανάπτυξη αναμένεται επίσης να σταθεροποιηθεί έως το 2018, αν και σε διαφορετικό βαθμό ανάλογα με τη χώρα και τις περιφέρειες. Σε γενικές γραμμές, οι προοπτικές αυτές θα μπορούσαν να δώσουν νέα ώθηση στις ευρωπαϊκές εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών μετά τις χαμηλές επιδόσεις το 2016.
Ο πληθωρισμός στη ζώνη του ευρώ σημείωσε πρόσφατα άνοδο, καθώς η προηγούμενη πτώση των τιμών της ενέργειας μετατράπηκε σε αύξηση. Μετά από το πολύ χαμηλό επίπεδο των τελευταίων δύο ετών, ο πληθωρισμός αναμένεται να ανέλθει σε υψηλότερο επίπεδο το τρέχον και το επόμενο έτος, αν και υπολείπεται ακόμη του στόχου «κάτω, αλλά πλησίον του 2% μεσοπρόθεσμα», που έχει τεθεί από Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ως προϋπόθεση για τη σταθερότητα των τιμών.
Ο δομικός πληθωρισμός, για τον οποίο δεν λαμβάνονται υπόψη οι διακυμάνσεις των τιμών της ενέργειας και των τροφίμων, αναμένεται να αυξηθεί βαθμιαία. Συνολικά, ο πληθωρισμός στη ζώνη του ευρώ αναμένεται να αυξηθεί από 0,2% το 2016 σε 1,7% το 2017 και σε 1,4% το 2018. Στην ΕΕ, ο πληθωρισμός προβλέπεται να αυξηθεί από 0,3% το 2016 σε 1,8% το 2017 και 1,7% το 2018.
Η ιδιωτική κατανάλωση αναμένεται να παραμείνει ο βασικός μοχλός ανάπτυξης, υποστηριζόμενη από τις διαρκείς βελτιώσεις στην απασχόληση και τις υψηλότερες αυξήσεις των ονομαστικών μισθών. Ωστόσο, κατά το τρέχον και το επόμενο έτος, ο ρυθμός αύξησης της ιδιωτικής κατανάλωσης αναμένεται να επιβραδυνθεί, καθώς η άνοδος του πληθωρισμού θα περιορίσει την αύξηση της αγοραστικής δύναμης των νοικοκυριών.
Οι επενδύσεις αναμένεται να εξακολουθήσουν να αυξάνονται, αλλά με συγκρατημένο βαθμό, χάρη σε μια σειρά παραγόντων, όπως το πολύ χαμηλό κόστος χρηματοδότησης και η ενίσχυση της παγκόσμιας οικονομικής δραστηριότητας. Τα έργα που χρηματοδοτούνται στο πλαίσιο του Επενδυτικού Σχεδίου για την Ευρώπη θα πρέπει να υποστηρίζουν ολοένα και περισσότερο τις ιδιωτικές και δημόσιες επενδύσεις, καθώς εισέρχονται στο στάδιο της υλοποίησης.
Συνολικά, οι επενδύσεις στη ζώνη του ευρώ προβλέπεται να αυξηθούν κατά 2,9% φέτος και κατά 3,4% το 2018 (2,9% και 3,1% στην ΕΕ), δηλαδή κατά 8,2% από την έναρξη της ανάκαμψης στις αρχές του 2013. Ωστόσο, το μερίδιο των επενδύσεων στο ΑΕΠ παραμένει χαμηλότερο από αυτό που ήταν στις αρχές του 2000 (20% το 2016 σε σύγκριση με 22% το διάστημα 2000-2005). Η συνεχιζόμενη επενδυτική υποτονικότητα δημιουργεί αμφιβολίες όσον αφορά τον βιώσιμο χαρακτήρα της ανάκαμψης και την αναπτυξιακή δυναμική της οικονομίας.
Η οικονομική ανάκαμψη εξακολουθεί να έχει ισχυρό θετικό αντίκτυπο στις αγορές εργασίας, μετά τις εκτενείς διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που πραγματοποιήθηκαν σε πολλά κράτη μέλη. Το 2017 και το 2018 η απασχόληση προβλέπεται να εξακολουθήσει να αυξάνεται με σχετικά σταθερό ρυθμό, αν και ελαφρώς βραδύτερο σε σχέση με το προηγούμενο έτος.
Το ποσοστό ανεργίας στη ζώνη του ευρώ προβλέπεται να μειωθεί περαιτέρω, από 10,0% το 2016 σε 9,6% φέτος και σε 9,1% το 2018. Στο σύνολο της ΕΕ, η ανεργία αναμένεται να μειωθεί από 8,5% το 2016 σε 8,1% το 2016 και σε 7,8% το 2018. Πρόκειται για τα χαμηλότερα ποσοστά ανεργίας από το 2009, παρόλο που παραμένουν υψηλότερα από τα προ της κρίσης επίπεδα.
Τόσο το συνολικό δημόσιο έλλειμμα όσο και ο δείκτης δημόσιου χρέους προς το ΑΕΠ στη ζώνη του ευρώ αναμένεται να συνεχίσουν να κινούνται πτωτικά την περίοδο 2017-2018. Το επίπεδο του δημόσιου ελλείμματος στη ζώνη του ευρώ αναμένεται να μειωθεί από 1,7% του ΑΕΠ το προηγούμενο έτος σε 1,4% την περίοδο 2017-2018. Η μείωση αυτή οφείλεται στις χαμηλότερες δαπάνες για την πληρωμή τόκων λόγω των εξαιρετικά χαμηλών επιτοκίων. Είναι επίσης αποτέλεσμα των περαιτέρω βελτιώσεων στην αγορά εργασίας: περισσότερα άτομα καταβάλλουν φόρους και εισφορές, και λιγότερα λαμβάνουν κοινωνικές παροχές. Ο δείκτης του χρέους προς το ΑΕΠ αναμένεται να μειωθεί σταδιακά από 91,5% το 2016 σε 90,4 το 2017 και σε 89,2% το 2018.
Για πρώτη φορά από το 2008, οι προβλέψεις της Επιτροπής δείχνουν οικονομική ανάπτυξη σε όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ για ολόκληρη την περίοδο των προβλέψεων (2016, 2017, 2018). Ακόμη και τα κράτη μέλη που επλήγησαν περισσότερο κατά τη διάρκεια της ύφεσης αναμένεται να έχουν επανέλθει σε ρυθμούς ανάπτυξης ήδη από το προηγούμενο έτος. Ο αντίκτυπος της ανατίμησης του αμερικανικού δολαρίου και τα υψηλότερα μακροπρόθεσμα επιτόκια θα μπορούσαν, ωστόσο, να αυξήσουν τις διαφορές στους ρυθμούς ανάπτυξης μεταξύ των κρατών μελών.
Τέλος, ιδιαίτερα υψηλή είναι η αβεβαιότητα που χαρακτηρίζει τις χειμερινές προβλέψεις, οφείλεται στις αδιευκρίνιστες ακόμη προθέσεις της νέας κυβέρνησης των ΗΠΑ σε βασικούς τομείς πολιτικής, στις πολυάριθμες εκλογικές αναμετρήσεις που θα διεξαχθούν φέτος στην Ευρώπη, καθώς και στις επικείμενες διαπραγματεύσεις δυνάμει του άρθρου 50 με το Ηνωμένο Βασίλειο.
πηγη
Γράφει ο Γιάννης Κουτρουμπής
Σύμφωνα με την Κομισιόν για πρώτη φορά σε σχεδόν μια δεκαετία, προβλέπονται θετικοί αριθμοί ανάπτυξης για τις οικονομίες όλων των κρατών μελών της ΕΕ καθ” όλη την περίοδο των προβλέψεων (2016, 2017 και 2018). Ωστόσο, προειδοποιεί, ότι οι προοπτικές είναι πιο αβέβαιες απ΄ό,τι συνήθως.
Το πραγματικό ΑΕΠ στη ζώνη του ευρώ ακολουθεί ανοδική πορεία επί 15 συνεχή τρίμηνα, η απασχόληση αυξάνεται με σταθερό ρυθμό και η ανεργία εξακολουθεί να μειώνεται, αν και παραμένει αισθητά σε υψηλότερα επίπεδα απ΄ό,τι πριν από την κρίση. Η ιδιωτική κατανάλωση παραμένει ο μοχλός της ανάκαμψης. Οι επενδύσεις εξακολουθούν να αυξάνονται αλλά παραμένουν σε χαμηλά επίπεδα.
Στις χειμερινές προβλέψεις που δημοσιεύτηκαν σήμερα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προσδοκά αύξηση του ΑΕΠ στη ζώνη του ευρώ κατά 1,6% το 2017 και 1,8% το 2018. Η αύξηση αυτή είναι ελαφρώς αναθεωρημένη προς τα πάνω σε σχέση με τις φθινοπωρινές προβλέψεις (2017: 1,5 %, 2018: 1,7%) χάρη στις καλύτερες από τις αναμενόμενες επιδόσεις το δεύτερο εξάμηνο του 2016 και σε μια μάλλον δυναμική εκκίνηση το 2017. Η αύξηση του ΑΕΠ στο σύνολο της ΕΕ προβλέπεται να ακολουθήσει ανάλογη πορεία και να ανέλθει σε 1,8% το τρέχον και το επόμενο έτος (εαρινές προβλέψεις: 2017: 1,6%, 2018: 1,8%).
Οι κίνδυνοι απόκλισης από τις προβλέψεις είναι ιδιαίτερα υψηλοί, και μολονότι έχει αυξηθεί το ενδεχόμενο τόσο για ευνοϊκότερες όσο και για δυσμενέστερες εξελίξεις σε σχέση με τις προβλέψεις, η συνολική κατάσταση εξακολουθεί να τείνει σε δυσμενέστερες εξελίξεις.
Ο Βάλντις Ντομπρόβσκις, αντιπρόεδρος της Επιτροπής αρμόδιος για το Ευρώ και τον Κοινωνικό Διάλογο, καθώς και για τη Χρηματοπιστωτική Σταθερότητα, τις Χρηματοπιστωτικές Υπηρεσίες και την Ένωση Κεφαλαιαγορών, δήλωσε: «Η οικονομική ανάκαμψη της Ευρώπης συνεχίζεται για πέμπτη συνεχή χρονιά. Σε αυτούς όμως τους αβέβαιους καιρούς, είναι σημαντικό να παραμείνουν οι ευρωπαϊκές οικονομίες ανταγωνιστικές και ικανές να προσαρμόζονται στις μεταβαλλόμενες συνθήκες. Για τον σκοπό αυτό, απαιτείται συνεχής προσπάθεια για διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις. Είναι επίσης ανάγκη να εστιάσουμε στην ανάπτυξη χωρίς αποκλεισμούς, διασφαλίζοντας ότι η ανάκαμψη θα γίνει αισθητή από όλους. Με τον πληθωρισμό να αυξάνει σε σχέση με τα προηγούμενα χαμηλά επίπεδα, δεν μπορούμε να αναμένουμε τα σημερινά νομισματικά μέτρα τόνωσης της οικονομίας να διαρκέσουν για πάντα. Συνεπώς, οι χώρες με υψηλά επίπεδα ελλείμματος και χρέους πρέπει να συνεχίσουν τις προσπάθειες για να τα μειώσουν, ώστε να γίνουν πιο ανθεκτικές στους οικονομικούς κλυδωνισμούς.»
Ο Πιερ Μοσκοβισί, επίτροπος Οικονομικών και Δημοσιονομικών Υποθέσεων, Φορολογίας και Τελωνείων, δήλωσε σχετικά: «Η ευρωπαϊκή οικονομία αποδείχθηκε ανθεκτική στους πολυάριθμους κλυδωνισμούς που αντιμετώπισε τον προηγούμενο χρόνο. Η ανάπτυξη συνεχίζεται, ενώ η ανεργία και τα ελλείμματα ακολουθούν πτωτική πορεία. Ωστόσο, με την αβεβαιότητα σε τόσο υψηλά επίπεδα, είναι σημαντικότερο από ποτέ να χρησιμοποιήσουμε όλα τα εργαλεία πολιτικής για να στηρίξουμε την ανάπτυξη. Πάνω απ΄όλα πρέπει να διασφαλίσουμε ότι τα οφέλη της ανάπτυξης γίνονται αισθητά σε όλες τις περιοχές της ζώνης του ευρώ και σε όλα τα τμήματα της κοινωνίας.»
Τους τελευταίους μήνες, οι προοπτικές ανάπτυξης για τις προηγμένες οικονομίες χωρών εκτός ΕΕ έχουν βελτιωθεί, κυρίως λόγω των προσδοκιών για μέτρα παροχής δημοσιονομικών κινήτρων στις Ηνωμένες Πολιτείες, που οδήγησαν σε υψηλότερα μακροπρόθεσμα επιτόκια και σε ανατίμηση του δολαρίου ΗΠΑ. Στις αναδυόμενες οικονομίες της αγοράς η ανάπτυξη αναμένεται επίσης να σταθεροποιηθεί έως το 2018, αν και σε διαφορετικό βαθμό ανάλογα με τη χώρα και τις περιφέρειες. Σε γενικές γραμμές, οι προοπτικές αυτές θα μπορούσαν να δώσουν νέα ώθηση στις ευρωπαϊκές εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών μετά τις χαμηλές επιδόσεις το 2016.
Ο πληθωρισμός στη ζώνη του ευρώ σημείωσε πρόσφατα άνοδο, καθώς η προηγούμενη πτώση των τιμών της ενέργειας μετατράπηκε σε αύξηση. Μετά από το πολύ χαμηλό επίπεδο των τελευταίων δύο ετών, ο πληθωρισμός αναμένεται να ανέλθει σε υψηλότερο επίπεδο το τρέχον και το επόμενο έτος, αν και υπολείπεται ακόμη του στόχου «κάτω, αλλά πλησίον του 2% μεσοπρόθεσμα», που έχει τεθεί από Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ως προϋπόθεση για τη σταθερότητα των τιμών.
Ο δομικός πληθωρισμός, για τον οποίο δεν λαμβάνονται υπόψη οι διακυμάνσεις των τιμών της ενέργειας και των τροφίμων, αναμένεται να αυξηθεί βαθμιαία. Συνολικά, ο πληθωρισμός στη ζώνη του ευρώ αναμένεται να αυξηθεί από 0,2% το 2016 σε 1,7% το 2017 και σε 1,4% το 2018. Στην ΕΕ, ο πληθωρισμός προβλέπεται να αυξηθεί από 0,3% το 2016 σε 1,8% το 2017 και 1,7% το 2018.
Η ιδιωτική κατανάλωση αναμένεται να παραμείνει ο βασικός μοχλός ανάπτυξης, υποστηριζόμενη από τις διαρκείς βελτιώσεις στην απασχόληση και τις υψηλότερες αυξήσεις των ονομαστικών μισθών. Ωστόσο, κατά το τρέχον και το επόμενο έτος, ο ρυθμός αύξησης της ιδιωτικής κατανάλωσης αναμένεται να επιβραδυνθεί, καθώς η άνοδος του πληθωρισμού θα περιορίσει την αύξηση της αγοραστικής δύναμης των νοικοκυριών.
Οι επενδύσεις αναμένεται να εξακολουθήσουν να αυξάνονται, αλλά με συγκρατημένο βαθμό, χάρη σε μια σειρά παραγόντων, όπως το πολύ χαμηλό κόστος χρηματοδότησης και η ενίσχυση της παγκόσμιας οικονομικής δραστηριότητας. Τα έργα που χρηματοδοτούνται στο πλαίσιο του Επενδυτικού Σχεδίου για την Ευρώπη θα πρέπει να υποστηρίζουν ολοένα και περισσότερο τις ιδιωτικές και δημόσιες επενδύσεις, καθώς εισέρχονται στο στάδιο της υλοποίησης.
Συνολικά, οι επενδύσεις στη ζώνη του ευρώ προβλέπεται να αυξηθούν κατά 2,9% φέτος και κατά 3,4% το 2018 (2,9% και 3,1% στην ΕΕ), δηλαδή κατά 8,2% από την έναρξη της ανάκαμψης στις αρχές του 2013. Ωστόσο, το μερίδιο των επενδύσεων στο ΑΕΠ παραμένει χαμηλότερο από αυτό που ήταν στις αρχές του 2000 (20% το 2016 σε σύγκριση με 22% το διάστημα 2000-2005). Η συνεχιζόμενη επενδυτική υποτονικότητα δημιουργεί αμφιβολίες όσον αφορά τον βιώσιμο χαρακτήρα της ανάκαμψης και την αναπτυξιακή δυναμική της οικονομίας.
Η οικονομική ανάκαμψη εξακολουθεί να έχει ισχυρό θετικό αντίκτυπο στις αγορές εργασίας, μετά τις εκτενείς διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που πραγματοποιήθηκαν σε πολλά κράτη μέλη. Το 2017 και το 2018 η απασχόληση προβλέπεται να εξακολουθήσει να αυξάνεται με σχετικά σταθερό ρυθμό, αν και ελαφρώς βραδύτερο σε σχέση με το προηγούμενο έτος.
Το ποσοστό ανεργίας στη ζώνη του ευρώ προβλέπεται να μειωθεί περαιτέρω, από 10,0% το 2016 σε 9,6% φέτος και σε 9,1% το 2018. Στο σύνολο της ΕΕ, η ανεργία αναμένεται να μειωθεί από 8,5% το 2016 σε 8,1% το 2016 και σε 7,8% το 2018. Πρόκειται για τα χαμηλότερα ποσοστά ανεργίας από το 2009, παρόλο που παραμένουν υψηλότερα από τα προ της κρίσης επίπεδα.
Τόσο το συνολικό δημόσιο έλλειμμα όσο και ο δείκτης δημόσιου χρέους προς το ΑΕΠ στη ζώνη του ευρώ αναμένεται να συνεχίσουν να κινούνται πτωτικά την περίοδο 2017-2018. Το επίπεδο του δημόσιου ελλείμματος στη ζώνη του ευρώ αναμένεται να μειωθεί από 1,7% του ΑΕΠ το προηγούμενο έτος σε 1,4% την περίοδο 2017-2018. Η μείωση αυτή οφείλεται στις χαμηλότερες δαπάνες για την πληρωμή τόκων λόγω των εξαιρετικά χαμηλών επιτοκίων. Είναι επίσης αποτέλεσμα των περαιτέρω βελτιώσεων στην αγορά εργασίας: περισσότερα άτομα καταβάλλουν φόρους και εισφορές, και λιγότερα λαμβάνουν κοινωνικές παροχές. Ο δείκτης του χρέους προς το ΑΕΠ αναμένεται να μειωθεί σταδιακά από 91,5% το 2016 σε 90,4 το 2017 και σε 89,2% το 2018.
Για πρώτη φορά από το 2008, οι προβλέψεις της Επιτροπής δείχνουν οικονομική ανάπτυξη σε όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ για ολόκληρη την περίοδο των προβλέψεων (2016, 2017, 2018). Ακόμη και τα κράτη μέλη που επλήγησαν περισσότερο κατά τη διάρκεια της ύφεσης αναμένεται να έχουν επανέλθει σε ρυθμούς ανάπτυξης ήδη από το προηγούμενο έτος. Ο αντίκτυπος της ανατίμησης του αμερικανικού δολαρίου και τα υψηλότερα μακροπρόθεσμα επιτόκια θα μπορούσαν, ωστόσο, να αυξήσουν τις διαφορές στους ρυθμούς ανάπτυξης μεταξύ των κρατών μελών.
Τέλος, ιδιαίτερα υψηλή είναι η αβεβαιότητα που χαρακτηρίζει τις χειμερινές προβλέψεις, οφείλεται στις αδιευκρίνιστες ακόμη προθέσεις της νέας κυβέρνησης των ΗΠΑ σε βασικούς τομείς πολιτικής, στις πολυάριθμες εκλογικές αναμετρήσεις που θα διεξαχθούν φέτος στην Ευρώπη, καθώς και στις επικείμενες διαπραγματεύσεις δυνάμει του άρθρου 50 με το Ηνωμένο Βασίλειο.
πηγη