Της Γεωργίας Γκαρδαλίνου
Μέσα στο κρύο περιβάλλον αυτού του χειμώνα στην...
γηραιά ήπειρο, το πολιτικό σκηνικό μοιάζει να έχει ανάψει και να σιγοκαίγεται, η φλόγα προς το παρόν δεν είναι ορατή, αλλά το καύσιμο υλικό είναι κυρίως δύσοσμο και ίσως άκρως τοξικό, μόνο που οι κάτοικοι μεταξύ των άλλων ελλείψεων δεν διαθέτουν και μάσκες.
γηραιά ήπειρο, το πολιτικό σκηνικό μοιάζει να έχει ανάψει και να σιγοκαίγεται, η φλόγα προς το παρόν δεν είναι ορατή, αλλά το καύσιμο υλικό είναι κυρίως δύσοσμο και ίσως άκρως τοξικό, μόνο που οι κάτοικοι μεταξύ των άλλων ελλείψεων δεν διαθέτουν και μάσκες.
Με αφορμή τα όσα ζούμε, αλλά και αυτά που βλέπουμε να διαδραματίζονται, σε όλη την ήπειρο, στην Ιταλία, στην Γαλλία, και γενικότερα στην υπόλοιπη ήπειρο, όπου οι λαοί ψάχνονται σε αυθόρμητες διαμαρτυρίες διεκδίκησης ισονομίας ουσιαστικά, οι συζητήσεις δίνουν και παίρνουν κι οι χαρακτηρισμοί επίσης, πετώντας στο πυρ το εξώτερο τους διαμαρτυρόμενους πολίτες. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον διαθέτουν οι εν των άνωθεν διακινούμενες ομαδοποιήσεις και ενίοτε ενοχοποιήσεις αυτών των διαμαρτυριών, που αρνούνται πεισματικά να οριοθετηθούν εντός των προεπιλεγμένων σχημάτων.
Η προσωπική μου άποψη βεβαίως βλέπει σε αυτό το πλαίσιο ένα υπεραπλουστευτικό οπτικό πεδίο: σε όλη την ήπειρο οι αριθμητικές πλειοψηφίες των λαών συνειδητοποιούν πως κάτι δεν πάει καλά με τις ζωές τους, πως τα παιδιά τους ήδη ζουν χειρότερα από τους γονείς τους, ενίοτε και η απλή επιβίωση καταντάει καθημερινή περιπέτεια κι έτσι προσπαθούν να αντιδράσουν από ένστικτο.
Για να καταλάβουμε το σκηνικό που παίζει σαν τοπίο στην ομίχλη του χειμώνα, πρέπει να πάμε πίσω, να συνειδητοποιήσουμε τις μεγάλες αλλαγές που πέρασαν.
Το 1989, η πτώση του τείχους του Βερολίνου, δεν σηματοδοτεί μόνο την κατάρρευση του δυαδικού γνωστού μοντέλου με το οποίο μεγαλώσαμε, αλλά την καθολική αλλαγή του σκηνικού: η παραδοσιακή πάλη των τάξεων όχι μόνο δεν τελείωσε αλλά μπήκε σε νέα φάση, αφού από τη μια διαμορφώθηκε μια νέα και άρχουσα κεφαλαιοκρατική τάξη μετά-αστική, με σημαία ακριβώς την μεγάλη μπίζνα, που βλέπει τον πλανήτη ως open space, όπου διέρχονται κεφάλαια, εμπορεύματα κι άνθρωποι υποβαθμισμένοι σε εμπορεύματα χωρίς δικαιώματα (αυτή είναι η πολυδιαφημισμένη ελεύθερη διακίνηση αλλά μας πήρε πάνω από 1/4 του αιώνα να το χαμπαριάσουμε). Και φυσικά από κάτω έχουμε την αρχόμενη τάξη, που αποτελείται από το πάλαι ποτέ προλεταριάτο και την πάλαι ποτέ αστική τάξη, δηλαδή δυο τάξεις που είδαν αιώνες πάλης μεταξύ τους, υποβαθμισμένες και ρηγμένες συγχρόνως στον καιάδα της επισφάλειας.
Κι είναι όντως μια εποχή τεράτων όπως έλεγε κι ο Γκράμσι.
Μέσα σε αυτήν την διαδικασία που όλο και περισσότερο συνειδητοποιούν οι πολίτες ατομικά κι όχι συλλογικά, στην κοινή βάρκα που λέγεται ΕΕ, από το περασμένο καλοκαίρι χάρη στην Ιταλία μάθαμε -το είχαμε ψυχανεμιστεί και με μας είναι αλήθεια, αλλά μιλούσαμε για τρόικες, μνημόνια, βλέποντας το δέντρο κι όχι το δάσος- μάθαμε λοιπόν από τα πιο έγκυρα χείλη των κρατούντων πως οι πανάκριβες εκλογικές μας διαδικασίες και οι εντολές μας, ουδόλως παίζουν ρόλο, μιας και οι οικονομικές πολιτικές που θα υποστούμε καθόλου δεν καθορίζονται από τα θέλω ή τις ανάγκες ακόμα και τρέχουσες του τόπου (σεισμοί, καταστροφικά φαινόμενα κλπ), αλλά προαποφασίζονται από γιάπηδες με αλγόριθμους πρόβλεψης και μέχρι στιγμής αυτές οι προβλέψεις πάντα λαθεμένες, και there is no alternative.
Ακόμα πιο χειροπιαστά και ξετσίπωτα, μας πέταξαν κατάμουτρα πως τον εκάστοτε υπουργό των Οικονομικών δεν τον διαλέγει η πολιτική ή/και η λαϊκή βούληση, αλλά οι γιάπηδες κι ακόμα χειρότερα, σε κάθε χώρα υπάρχουν ανεξάρτητα κλιμάκια τέτοιων γιάπηδων που αυτοί αποφασίζουν και οι υπόλοιποι απλά εγκρίνουν τυπικά, μέχρι να γίνουν οι τελικές αλλαγές ώστε να μην χρειάζεται καν τυπική έγκριση. Μάλιστα οι νέες μεταρρυθμίσεις που η κομισιόν μας ετοιμάζει σε οικονομικό τομέα, είναι ακόμα πιο ξεκομμένες της πραγματικότητας που εμείς ζούμε και το δίλημμα που μπαίνει είναι αν θα τους κάτσει να τις περάσουν μιας και οι πολίτες μετά από 25 χρόνια συνειδητοποιούν την χειροτέρευση της επιβίωσης τους κι εναντιώνονται, όπως μπορούν.
Αναμφίβολα η Ιταλία δεν είναι Ελλάδα και είναι μεγάλο λάθος να συγκρίνουμε τις δυο χώρες στο απλουστευτικό επίπεδο una faccia una razza.
Η Ιταλία είναι ένας σεβαστός παγκόσμιος παίκτης, η 3η οικονομία της ΕΕ, είναι τεράστια σε έκταση και πληθυσμό με εξέχουσα γεωπολιτική θέση και μακρόχρονο πολιτισμικό υπόβαθρο, ως κράτος έχει θετικό ισοζύγιο πληρωμών, έχει πρωτογενές πλεόνασμα επί 27 συναπτά έτη, και κυρίως είναι ένα βυζί για άρμεγμα αφού προσφέρει πολλά δις παραπάνω στον κοινό κορβανά του οποίου είναι ιδρυτικό μέλος.
Επίσης διαθέτει μια πολύ διαφορετικού επιπέδου πολιτική και πολιτισμική νοοτροπία και βιώματα που την οδήγησαν μετά από αρκετά χρόνια στη διαμόρφωση ενός πολύ διαφορετικού πολιτικού τοπίου, το οποίο φυσικά και δεν είναι αρεστό στους κρατούντες των Βρυξελλών.
Η αποψινή μάχη λοιπόν κάτω από αυτήν την οπτική γωνία είναι άκρως ενδιαφέρουσα, μια και κρίνονται τα πάντα και όχι μόνο η τύχη της γείτονας. Δεν πρόκειται για κάποια δεκαδικά ψηφία (που λόγω του μεγέθους ανταποκρίνονται σε κάτι δις), αλλά στο κατά πόσο η εκάστοτε κυβέρνηση που εκφράζεται από την λαϊκή βούληση έστω και με αυτό τον στρεβλό τρόπο, μπορεί να διαθέσει το παραμικρό ποσόν από τα χρήματα που παράγει ο τόπος προς αυτό που κρίνονται να είναι οι ανάγκες του τόπου.
Αυτό είναι το ζητούμενο και εδώ τίθεται το πεδίο της μάχης. Δεν είναι η επανάσταση, αλλά το αυτονόητο της επιβίωσης, στις υπάρχουσες συνθήκες που μας έκατσαν χωρίς να τις θέλουμε (κι ούτε καν μας ρώτησαν).
Οι μεγάλες κινητοποιήσεις στη Γαλλία και την Ιταλία, ουσιαστικά δεν έχουν άλλο από το οφθαλμοφανές ζητούμενο ισότητας στην πιθανότητα επιβίωσης των πολλών που θίγονται ακριβώς όχι σε καλυτέρευση των συνθηκών διαβίωσης, αλλά σε βαθμό επιβίωσης. Όσο κι αν αυτό φαίνεται πολύ πεζό, δεν παύει να είναι πάντα η κινητήρια δύναμη των αλλαγών της ιστορίας, αν κάτσει κι η τυχερή συγκυρία της στιγμής.
Πολλοί κουνάνε το δάχτυλο στα χαμένα στους διαμαρτυρόμενους πολίτες θέλοντας να πάρουν από την Βαστίλη ως την Ουάσιγκτον σε μια στιγμή, κι αυτοί να απολαμβάνουν το θέαμα από τον καναπέ.
Άλλοι πάλι, εμβολιασμένοι είτε με μια λογική Αντιγόνης Λυμπεράκη τους απορρίπτουν ως πλέμπα, είτε ενστερνιζόμενοι την θεωρία συγκεντρωτισμού της τρέχουσας ελίτ, μιας και που δεν μπαίνουν στα ταξικά τους πρότυπα και τις κατηγοριοποιήσεις φθάνουν στο σημείο να αρνούνται το δικαίωμα του κάθε πολίτη στην μάχη για την επιβίωση του, γιατί δεν έχει αρκετά ταξικό πρόσημο.
Η λεγόμενη παραδοσιακή αριστερά που αποσαθρώνεται σε όλη την ήπειρο, είναι σαφές πως δεν μπορεί να δώσει λύση μιας και ενστερνίστηκε με ενθουσιασμό αυτό το μοντέλο διακυβέρνησης, το παντρεύτηκε και αδυνατεί αυτή τη στιγμή να απαντήσει στα θέλω των πολιτών.
Γι' αυτό και πεθαίνει, κι αν πραγματικά θέλουμε να συμβάλουμε στο να δημιουργηθεί ένα αντίπαλο δέος, θα πρέπει πρώτα να βγάλουμε τις παρωπίδες μας, δεν είναι στραβός ο γιαλός μονάχα, κι εμείς στραβά αρμενίζουμε.