Του Άρη Σπίνου
Η δίκη που ξεκίνησε τον Ιούνιο του 2022 αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα παρακλάδια της Ελληνικής Μαφίας που είχαν "πέρασμα" σε δεκάδες εν ενεργεία ανώτερους αξιωματικούς της ΕΛΑΣ. Όλα δείχνουν όμως πως η δίκη αυτή δεν θα έχει το προσδοκώμενο αποτέλεσμα για την απονομή της δικαιοσύνης.

Η δίκη που ξεκίνησε τον Ιούνιο του 2022 (επόμενη δικάσιμος 15 Δεκεμβρίου) βρίσκεται ένα μόλις βήμα από το να τιναχτεί στον αέρα, με ό,τι κι αν σημαίνει αυτό.

Στη συνολική δικογραφία του συγκεκριμένου κυκλώματος που δικάζεται σήμερα περιέχονται στοιχεία για 4 επιβεβαιωμένες εκτελέσεις.

Για να πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Το 1999 ψηφίστηκε ένας νόμος που ξαφνικά άλλαζε τα όρια για τη λειτουργία των οίκων ανοχής. Αποδείχτηκε όμως ότι ο ισχύων ακόμα αυτός νόμος αποτέλεσε το έναυσμα για άλλη μια θεάρεστη «επιχειρηματική» δραστηριότητα, δεδομένου ότι αυτομάτως τότε σχεδόν όλοι οι οίκοι ανοχής βγήκαν εκτός νόμου, με αποτέλεσμα κάθε τρεις και λίγο να τραβιούνται στα αυτόφωρα οι ιδιοκτήτες, οι οίκοι ανοχής να ανοιγοκλείνουν και μαζί τους και τα «μάτια» της ΕΛ.ΑΣ. 

Ένας από τους λίγους εμπλεκόμενους που έχουν δώσει ανωμοτί κατάθεση αναφέρει ότι αυτό ήταν και το καθοριστικό χρονικό σημείο από το οποίο πήγασε η ανάγκη να δημιουργηθεί ένα «κύκλωμα» που θα περιλάμβανε και την αστυνομία, διότι διαφορετικά δεν θα μπορούσε να λειτουργήσει.

Μάλιστα, πρόσφατα, με αφορμή την τραγική ιστορία της 12χρονης που αναγνώρισε τον οίκο ανοχής στην οδό Κασσάνδρας 6 ως ένα από τα σημεία στα οποία την εξέδιδε επ’ αμοιβή ο Ηλίας Μίχος, η έρευνα οδήγησε σε σοβαρά ευρήματα, όπως ότι ο οίκος ανοχής έχει σφραγιστεί επτά φορές από το 2014 έως σήμερα και πάντα βρίσκει τρόπο να επαναλειτουργεί παράνομα

Για κάποιον δε ανεξήγητο (;) λόγο, δημοσιεύματα των κυρίαρχων ΜΜΕ μιλούσαν για τη φερόμενη ως πραγματική ιδιοκτήτρια λέγοντας ότι είναι μπλεγμένη σε «μια μεγάλη υπόθεση που είχε ερευνήσει το 2017-2018 η Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών», χωρίς να αναφέρουν τη δίκη της Greek Mafia στο Εφετείο, όπου η ιδιοκτήτρια με το ψευδώνυμο «Μαρίνα» είναι κατηγορούμενη ως ένας από τους ταμίες της οργάνωσης.

Ο ίδιος μάρτυρας αναφέρει ότι όλα ουσιαστικά ξεκίνησαν το 2007, ενώ η ΕΥΠ στο πόρισμά της λέει ότι μπορεί οι παρακολουθήσεις να έγιναν το 2015, το 2016 και το 2017, αλλά η αρχή έγινε το 2011. Από όλες τις αναφορές που υπάρχουν, αυτό το «πλοκάμι» δεν κάλυπτε καταστήματα υγειονομικού ενδιαφέροντος αλλά κυρίως όσα δεν μπορούσαν να προμηθευτούν άδεια: οίκους ανοχής (λόγω του νόμου), χαρτοπαικτικές λέσχες, παράνομα καζίνα. Μόνο από τον κάθε οίκο ανοχής εισέπρατταν 1.500 ευρώ τον μήνα. Στο πόρισμά της η ΕΥΠ καταλήγει ότι το κύκλωμα αποκόμιζε περίπου 1 εκατ. ευρώ τον μήνα. Το πόρισμα εστάλη τον Δεκέμβριο του 2016 από τον τότε διοικητή της ΕΥΠ Γιάννη Ρουμπάτη στην Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου που άμεσα ανέθεσε προκαταρκτική έρευνα στην τότε Εισαγγελία Εγκλημάτων Διαφθοράς, ενώ μετά την κατάργησή της από την κυβέρνηση Μητσοτάκη όλα διαβιβάστηκαν στη νεοσύστατη Οικονομική Εισαγγελία. Όταν όμως ο Ρουμπάτης εμφανίστηκε στην δίκη ως μάρτυρας δεν έβγαλε άχνα επικαλούμενος το απόρρητο. Ούτε λίγο ούτε πολύ είπε ότι μόνο το πόρισμα δεν μπορεί να καταδικάσει κανέναν. "Η ΕΛΑΣ θα έπρεπε να κάνει την δίκη της έρευνα." Σε ποιους έκλεισε το μάτι ;

Οι παρακολουθήσεις συνεχίστηκαν και το 2017, αλλά η δικογραφία που τώρα βρίσκεται στο δικαστήριο συντάχθηκε με βάση τις παρακολουθήσεις του 2016 και αφορά τα πλημμελήματα (δωροδοκία, εμπορία επιρροής κ.ά.). Για τα κακουργήματα της εγκληματικής οργάνωσης αναμένεται να υπάρξει άλλη δίκη.

Το πόρισμα της ΕΥΠ καταγράφει τον τρόπο λειτουργίας του κυκλώματος το 2015 και το 2016. Υπήρχαν οι ταμίες που πήγαιναν στον κάθε χώρο και εισέπρατταν, στη συνέχεια παρέδιδαν τα χρήματα στον αρχιταμία που ήταν ο Δημήτρης Μάλαμας κι εκείνος με τη σειρά του απέδιδε τα συμφωνημένα ποσοστά σε υψηλόβαθμους αξιωματικούς της ΕΛ.ΑΣ. Στους κατηγορούμενους υπάρχουν υποστράτηγοι εν αποστρατεία, πρώην διοικητές στη Διεύθυνση Ασφάλειας Αττικής, τμηματάρχες στην Αντιτρομοκρατική την περίοδο της εξάρθρωσης της «17 Νοέμβρη» κ.λπ. Όταν στα ΜΜΕ βγήκε το 2019 η δίωξη, οι αναφορές ήταν γενικώς για αστυνομικούς, ανθρώπους της νύχτας, δικηγόρους και κανείς δεν καταλάβαινε από τις περιγραφές το «βεληνεκές» της υπόθεσης και σε ποια ανώτατα κλιμάκια έφτανε. Στο πόρισμα της ΕΥΠ υπάρχουν και φωτογραφίες που δείχνουν –και μάλιστα επανειλημμένα– να δίνονται φάκελοι με χρήματα στους αξιωματικούς και ειδικά σε έναν. Σήμερα που η δίκη είναι σε εξέλιξη και ακούγονται συγκλονιστικά γεγονότα τα ΜΜΕ δεν αφιερώνουν ούτε μονόστηλο.







Η δίκη και οι «αναποδιές»

Το δικαστήριο που γίνεται τώρα αφορά μόνο τα πλημμελήματα για 17 κατηγορούμενους, ενώ πιθανότατα θα ακολουθήσει νέα δίκη για τα βαριά κακουργήματα, καθώς οι επίκουροι εισαγγελείς οικονομικού εγκλήματος προτείνουν στην πορισματική τους αναφορά την άσκηση διώξεων για 23 άτομα (περισσότεροι οι εμπλεκόμενοι αστυνομικοί). Τα κακουργήματα αφορούν τη σύσταση και συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση, εκβιασμούς κ.λπ.

Η «μεγάλη» δικογραφία έσπασε για κάποιο νομικό λόγο στα δύο. Αρχικά υπήρξε το πόρισμα της ΕΥΠ και τρία βουλεύματα για να συνεχιστούν οι παρακολουθήσεις, από τη στιγμή που η Υπηρεσία Πληροφοριών είχε ενημερώσει την εισαγγελέα του Αρείου Πάγου για οργανωμένη εγκληματική δράση από τον Δεκέμβριο του 2016. Αποκολλήθηκε λοιπόν το κομμάτι των πλημμελημάτων (δωροδοκία, εμπορία επιρροής κ.λπ.) και είναι αυτή η δίκη που γίνεται τώρα στο Εφετείο.

Στην αρχή έγιναν πολλές διακοπές, διότι από την πρώτη στιγμή προέκυψαν δικονομικά ζητήματα. Το πρώτο ζήτημα που έθεσε ο συνήγορος του κατηγορουμένου που ήταν στην Αντιτρομοκρατική και φαίνεται στις φωτογραφίες να παίρνει φακέλους με χρήματα από τον Μάλαμα ήταν εκείνο των εκθέσεων απομαγνητοφώνησης. Το δικαστήριο διέκοψε προκειμένου να ζητήσει από την Εισαγγελία Εφετών τις εκθέσεις απομαγνητοφώνησης του 2016, αφού η δικογραφία βασίζεται κυρίως σε γεγονότα του 2016. Αντί όμως να στείλουν αυτές τις εκθέσεις, έστειλαν εκείνες του 2017. Νέα διακοπή με νέο αίτημα, αλλά αντί για τις εκθέσεις απομαγνητοφώνησης του 2016 στέλνουν τρία στικάκια USB με συνομιλίες από 27/5/2016 έως 31/12/2016.

Ο πρόεδρος του δικαστηρίου τελικά ζήτησε να προχωρήσει η διαδικασία με τις καταγραφές της ΕΥΠ. Τότε κατατέθηκε νέο αίτημα από συνηγόρους να μην μπουν στα αναγνωστέα οι καταγραφές αυτές διότι δεν φέρουν υπογραφές, δεν είναι από ανακριτικούς υπαλλήλους κ.λπ. Η νέα διακοπή έρχεται και τότε το δικαστήριο αποφασίζει με πλειοψηφία 2-1 ότι θεωρούνται γνήσιες οι καταγραφές, αλλά φυσικά θα αξιολογηθούν στην πορεία. Οι εκθέσεις βέβαια δεν ήρθαν ποτέ.

Στην επόμενη δικάσιμο ο ίδιος συνήγορος θέτει ζήτημα παράνομων παρακολουθήσεων, διότι, όπως ισχυρίστηκε, απουσίαζαν εισαγγελικές διατάξεις για κάποιες από τις παρακολουθήσεις της περιόδου 2015-2016 που αφορούσαν τον Μάλαμα και τον Καραϊβάζ. Ωστόσο, με το αμετάκλητο βούλευμα 934/22 του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Αθηνών είχαν απορριφθεί στο σύνολό τους ως αβάσιμες μια σειρά από αιτήσεις των κατηγορουμένων περί κήρυξης ακυρότητας των πράξεων της προδικασίας όπου υπήρχε επίκληση «παράνομων καταγραφών». 
Ο ίδιος συνήγορος (Γιάγκος Λαμπίρης) έθεσε ζήτημα νομιμότητας και για το 2017, επικαλούμενος έγγραφο της Vodafone με ημερομηνία 9.3.2017 που έλεγε ότι η εταιρεία αρνείται να κάνει νόμιμη επισύνδεση επειδή το σχετικό βούλευμα με ημερομηνία 23.12.2016 έληξε στις 24.2.2017

Η αλήθεια όμως είναι ότι στις 3 Μαρτίου 2017 είχε εκδοθεί νέο βούλευμα, ενώ υπήρξε και τρίτο στις 21 Απριλίου της ίδιας χρονιάς. Το αίτημα του συνηγόρου ήταν ότι, εφόσον είναι παράνομες οι παρακολουθήσεις, πρέπει να αφαιρεθούν οι σελίδες του πορίσματος που αναφέρονται στον πελάτη του. Το δικαστήριο απορρίπτει με 2-1 το αίτημα, ενώ η δικαστής που μειοψήφησε είπε μεν να αφαιρεθούν οι σελίδες αλλά να επισκοπηθούν οι φωτογραφίες, διότι οι φυσικές παρακολουθήσεις είναι άλλο πράγμα και πρέπει να εξηγηθεί τι απεικονίζεται σε αυτές.

Όλο αυτό το διάστημα ο εισαγγελέας κρατούσε πολύ αρνητική στάση απέναντι στον πρόεδρο και τις αποφάσεις του δικαστηρίου, ενώ στη δικάσιμο της 17.11.2022 χαρακτήρισε «ανώνυμες καταγγελίες» το πόρισμα της ΕΥΠ, τη στιγμή που λίγες ημέρες νωρίτερα το δικαστήριο με απόφασή του είχε χαρακτηρίσει «γνήσιες» τις καταγραφές στις οποίες στηρίχθηκε σε μεγάλο βαθμό το πόρισμα.

Στην τελευταία δικάσιμο, στις 23 Νοεμβρίου, ο ίδιος συνήγορος επανήλθε ισχυριζόμενος ότι εφόσον υπήρξαν παράνομες παρακολουθήσεις, προκύπτει ζήτημα παράνομου λογισμικού. Προσκόμισε δε δύο πρόσφατα δημοσιεύματα που αναφέρουν ότι το λογισμικό Pegasus, «προπομπός» του Predator, υπήρχε από το 2014 στην Ελλάδα. Έτσι, ζήτησε από το δικαστήριο να σταλεί η δικογραφία στους εισαγγελείς του Πρωτοδικείου που κάνουν την έρευνα για τα παράνομα λογισμικά. Επί της έδρας συνομιλούν οι τρεις δικαστές, δηλώνουν ότι επιφυλάσσονται και η διαδικασία συνεχίζεται.

Στη συνέχεια καταθέτουν 5 μάρτυρες υπεράσπισης, οι 3 του αξιωματικού που απεικονίζεται στις φωτογραφίες με τον Μάλαμα και 2 ενός άλλου αξιωματικού που επίσης είχε επαφές με τον Μάλαμα. Στη συνέχεια απολογείται και ένας από τους αστυνομικούς της ΕΛ.ΑΣ. και το δικαστήριο διακόπτει για διάλειμμα λίγο πριν ξεκινήσει η απολογία του συγκεκριμένου κατηγορούμενου υποστρατήγου ε.α. της ΕΛ.ΑΣ. που είχε θητεύσει και στην Αντιτρομοκρατική.

Τη στιγμή εκείνη ο εισαγγελέας ζητά από τον πρόεδρο να αποφασίσει το δικαστήριο για το αίτημα του συνηγόρου, με την αιτιολογία να ξέρει τι θα λάβει υπόψη στα αναγνωστέα κατά την αγόρευσή του. Δικηγόροι σημείωναν ότι, εάν το αίτημα γινόταν δεκτό, η δίκη ενδεχομένως να τελείωνε και να έπαυαν οι διώξεις λόγω της έρευνας για παράνομες παρακολουθήσεις.

Με απλά λόγια, ο εισαγγελέας δεν φάνηκε να έχει τη διάθεση να ακούσει πρώτα την απολογία τού πιο σημαντικού κατηγορούμενου, που φωτογραφίες τον έδειχναν να παίρνει φακέλους από τον Μάλαμα, να του κάνει ερωτήσεις και να συνεκτιμήσει μετά, όπως διαφαινόταν ότι είχαν σκοπό οι δικαστές να κάνουν, επιφυλασσόμενοι ως προς το αίτημα της υπεράσπισης.

Όταν όμως ξεκίνησε ξανά η διαδικασία, τότε ο συνήγορος διαβάζει μια δήλωση του πελάτη του που θέτει ζήτημα μεροληψίας του προέδρου, κατηγορώντας τον για «δικονομικά παρατράγουδα». Ο πρόεδρος τον ρωτά: «Να υποθέσω ότι η δήλωσή σας αυτή συνοδεύεται από αίτημα εξαίρεσης;» Ο συνήγορος δεν απάντησε θετικά και το δικαστήριο διέκοψε για λίγο. Όταν επανήλθε, ο πρόεδρος είπε ότι υπέβαλε δήλωση αποχής και ότι η διαδικασία θα συνεχιστεί με άλλο πρόεδρο. Τα ερωτήματα είναι πολλά και αφορούν προφανώς και τη Δικαιοσύνη, ενώ η δίκη βρίσκεται πλέον σε οριακό σημείο.

Ενώ συνολικά για τα διαφορετικά «πλοκάμια» της μαφίας οι εκτελέσεις φτάνουν τις 30 και ενώ η ΕΛ.ΑΣ. έχει ποσοστά εξιχνίασης σε όλα τα άλλα εγκλήματα σε ποσοστό 90%, σε αυτά εδώ έχει… μηδέν! Από όλα αυτά δεν έχει εξιχνιαστεί ούτε ένα. Στη συγκεκριμένη υπόθεση, βάσει του πορίσματος οι δολοφονίες είναι 4.

● Ο Σπύρος Παπαχρήστου, πρώην ΕΚΑΜίτης, «απόστρατος αξιωματικός υπηρεσιών της Αστυνομίας όπως η Αντιτρομοκρατική, η Δίωξη Ναρκωτικών και η ΕΚΑΜ, τιμημένος με το Αστυνομικό Αριστείο Ανδραγαθίας». Στη συνέχεια συνέστησε εταιρεία σεκιούριτι, αναλαμβάνοντας και μεγάλες δουλειές όπως αεροδρόμια, ήταν μάλιστα ο ίδιος υπεύθυνος ασφαλείας στον όμιλο Λάτση κ.λπ. Ο Καραϊβάζ τον ανέφερε ως συνδετικό κρίκο του υπόκοσμου και της παρανομίας με επιχειρηματίες και «τζάκια». Δολοφονήθηκε την 1.5.2018 έξω από την ταβέρνα «Κρητικός» στην Παιανία με πέντε σφαίρες από μικρού διαμετρήματος όπλο.

● Ο «αρχιταμίας» Δημήτρης Μάλαμας δολοφονήθηκε στις 29.10.2019 και ήταν ο άνθρωπος που τα γνώριζε όλα… Εμφανιζόταν ως επιχειρηματίας εισαγωγής και διανομής καφέ σε καταστήματα που ίσως τότε ήταν και «βιτρίνα» για ξέπλυμα.

● Ο Δημήτρης Καπετανάκης «Καπές» δολοφονείται στις 9.12.2020 έξω από το σπίτι του στα Βριλήσσια. Η αρχή της δράσης του τοποθετείται στις αρχές του 1990 με συμμετοχή σε ληστείες για τις οποίες και καταδικάστηκε, ενώ είχε κριθεί αθώος για συμμετοχή στο συνδικάτο του εγκλήματος και σε υπόθεση τράφικινγκ. Εθεωρείτο «νονός χαμηλού προφίλ» και ο ίδιος διαφήμιζε τις σχέσεις του με τον Γρηγόρη Δημητριάδη. Σύμφωνα με πληροφορίες του edolio5 ανώνυμη επιστολή που έχει σταλεί στον Άρειο Πάγο κατονομάζει τον Καπετανάκη ως "σχεδιαστή" της απόπειρας δολοφονίας του Στέφανου Χίου.

● Στις 9.4.2021 δολοφονείται ο δημοσιογράφος και αστυνομικός συντάκτης Γιώργος Καραϊβάζ,
ο οποίος σε συνεχείς αναρτήσεις και παρεμβάσεις εντόπιζε τα μεγάλα κενά και ερωτήματα στις έρευνες για την υπόθεση, ενώ μέχρι και την τελευταία στιγμή έλεγε ότι δεν θα τον κάνουν να φοβηθεί. Ο ίδιος δεν είχε αρνηθεί τις επαφές του με τους τρεις δολοφονημένους, όπως και τις επαφές του με αστυνομικούς. Στην δικογραφία αναφέρονται συνομιλίες που είχε με τους κατηγορουμένους και γίνεται αναφορά και στα χαρτζιλίκια που έπαιρνε από τον Μάλαμα.

 
Top