«Διαμαρτυρόμαστε για τις άδικες και καταφανώς αντισυνταγματικές μειώσεις των συντάξεων των δικαστικών λειτουργών, κατά το μέρος που αφορούν τους δικαστικούς λειτουργους, οι οποίες στη διάρκεια των μνημονίων έχουν περικοπεί κατά 74%,» εκφράζει η Ένωση συνταξιούχων δικαστικών λειτουργών και μελών του νομικού συμβουλίου του κράτους σε ψήφισμά της κατά την ετήσια γενική συνέλευση που πραγματοποίησε.

Ολόκληρο το ψήφισμα έχει ως εξής:

Διαμαρτυρόμαστε για τις άδικες και καταφανώς αντισυνταγματικές μειώσεις των συντάξεων των δικαστικών λειτουργών, κατά το μέρος που αφορούν τους δικαστικούς λειτουργους, οι οποίες στη διάρκεια των μνημονίων έχουν περικοπεί κατά 74%, με τους μνημονιακούς νόμους 4024/2011, 4051/2012, 4093/2012 και 4387/2016 και προσβάλλουν προδήλως τον πυρήνα του κοινωνικοασφαλιστικού δικαιώματος, γεγονός το οποίο μπορεί να επηρεάσει την προσωπική και λειτουργική ανεξαρτησία του δικαστικού λειτουργού, κατά τη διάρκεια της άσκησης του λειτουργήματός του, οι διατάξεις των οποίων δεν είναι συμβατές με τις διατάξεις των άρθρων 2 παρ. 1, 4 παρ. 5, 25 παρ. 1 και 4, 26, 87 παρ.1 και 2 και 88 παρ. 2 του Συντάγματος, και των αρχών που προκύπτουν από τα άρθρα αυτά, ήτοι του σεβασμού της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, της αναλογικότητας, της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης προς το κράτος, της ασφάλειας δικαίου, της προβλεψιμότητας και της ανεξαρτησίας της δικαστικής λειτουργίας (Ειδ.Δικ.6/2015, Ολομ.ΣτΕ 3540/2003, 2287 και 2288/2015 ). Επισημαίνουμε ότι, όπως έχει κριθεί και από το Ειδικό Δικαστήριο του άρθρου 88 παρ.2 του Συντάγματος, σε πρόσφατη απόφασή του (αριθ.6/2015 ), η ευχέρεια του κοινού νομοθέτη να καθορίζει τις συντάξιμες αποδοχές των δικαστικών λειτουργών, τελεί υπό τους περιορισμούς των διατάξεων των άρθρων 26,87 και 88 του Συντάγματος, ο δε προσδιορισμός του περιεχομένου και του ύψους των συντάξεων, δεν μπορεί να γίνεται κατά τρόπο που να αποκλίνουν αυτές ουσιωδώς από τις, κατ΄εφαρμογή του άρθρου 88 παρ.2 του Συντάγματος, καθοριζόμενες αποδοχές ενεργείας.

Εξάλλου: 1) με τις 2287 και 2288/2015 αποφάσεις της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας κρίθηκε ότι ακόμη και σε περίπτωση εξαιρετικά δυσμενών δημοσιονομικών συνθηκών, η δυνατότητα του νομοθέτη να περικόπτει τις ασφαλιστικές παροχές δεν είναι απεριόριστη, αλλά οριοθετείται κατά πρώτον από τις αρχές της κοινωνικής αλληλεγγύης (άρθρο 25 παρ. 4 του Συντάγματος) και της ισότητας στα δημόσια βάρη (άρθρο 4 παρ. 5 του Συντάγματος), οι οποίες επιτάσσουν να κατανέμεται εξ ίσου το βάρος της δημοσιονομικής προσαρμογής μεταξύ όλων των πολιτών, καθώς και από την αρχή της αναλογικότητας (άρθρο 25 παρ. 1 του Συντάγματος), σύμφωνα με την οποία το συγκεκριμένο μέτρο πρέπει να είναι πράγματι πρόσφορο και αναγκαίο για την αντιμετώπιση του προβλήματος. Σε κάθε δε περίπτωση, η περικοπή των συντάξεων δεν μπορεί να παραβιάζει αυτό που αποτελεί, κατά τα ανωτέρω, τον συνταγματικό πυρήνα του κοινωνικοασφαλιστικού δικαιώματος, τη χορήγηση δηλαδή στον συνταξιούχο παροχών τέτοιων που να του επιτρέπουν να διαβιώνει με αξιοπρέπεια, όχι μόνο εξασφαλίζοντας τους όρους της φυσικής του υποστάσεως (διατροφή, ένδυση, στέγαση, βασικά οικιακά αγαθά, θέρμανση, υγιεινή και ιατρική περίθαλψη όλων των βαθμίδων), αλλά και της συμμετοχής του στην κοινωνική ζωή με τρόπο που δεν αφίσταται, πάντως, ουσιωδώς από τις αντίστοιχες συνθήκες του εργασιακού του βίου και 2) Με τη με αριθμό 244/08-02-2017 απόφαση της Ολομέλειας του Ελεγκτικού Συνεδρίου,κρίθηκαν αντισυνταγματικές και αντίθετες προς τις συνταγματικές αρχές της ισότητας και της αναλογικότητας, οι διατάξεις των μνημονιακών νόμων 3863/2010, 3865/2010, 3986/2011 και 4002/2011 κ.ά., με τους οποίους είχε επιβληθεί «Eιδική Eισφορά Aλληλεγγύης Συνταξιούχων» (ΕΕΑΣ) σε όλους τους συνταξιούχους του Δημοσίου (Δημόσιο, Ειδικά Μισθολόγια, Σώματα Ασφαλείας κ.ά). όρισε δε , ως χρονικό σημείο επέλευσης των αποτελεσμάτων της διάγνωσης της αντισυνταγματικότητας των ως άνω διατάξεων, τον χρόνο δημοσίευσης της απόφασης αυτής ήτοι την 8η Φεβρουαρίου 2017, χωρίς να έχει εφαρμοστεί μέχρι σήμερα

Τονίζουμε άλλωστε ότι δεν μπορεί να γίνει αποδεκτό το επιχείρημα ότι οι μειώσεις των συντάξεων είναι επιβεβλημένες χάριν της βιωσιμότητας του Ασφαλιστικού Συστήματος, διότι οι συνταξιούχοι, μεταξύ των οποίων και οι δικαστικοί λειτουργοί και οι λειτουργοί του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, κατέβαλαν διαχρονικά και με συνέπεια τις προβλεπόμενες ασφαλιστικές εισφορές και ως εκ τούτου δεν ευθύνονται οι ίδιοι για τη σημερινή κατάσταση των ασφαλιστικών ταμείων. Αντιθέτως, οι παράγοντες που υπονόμευσαν το Ασφαλιστικό Σύστημα είναι η διαχρονική αξιοποίηση από το Κράτος των αποθεματικών των ασφαλιστικών ταμείων για σκοπούς άσχετους με το φυσικό τους προορισμό, η εισφοροδιαφυγή, η μεγάλη έκταση της ανασφάλιστης εργασίας, η ανεργία και η διαρκώς μειούμενη κρατική χρηματοδότηση των ασφαλιστικών ταμείων.

Για το λόγο αυτό πρέπει το Κράτος και όχι οι συνταξιούχοι να πληρώσει για τα ελλείμματα των ασφαλιστικών ταμείων. Απαιτούμε Να ικανοποιηθεί το δίκαιο αίτημά μας για αναπροσαρμογή των συντάξεων των δικαστικών λειτουργών, ώστε να διατηρείται μια σταθερή ( και οπωσδήποτε εύλογη) αναλογία μεταξύ των συντάξιμων αποδοχών και των αποδοχών ενεργείας των δικαστικών λειτουργών. α) να ανακληθεί και να μην εφαρμοστεί εφεξής η μείωση που επέφερε το άρθρο 13 του ν. 4387/2017, με την μορφή της αναστολής, κατά παράβαση των ανωτέρω Συνταγματικών διατάξεων, β) να εφαρμοστούν άμεσα από την Πολιτεία για όλους τους συνταξιούχους οι 2287 και 2288/2015 αποφάσεις της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας και η 244/2017 απόφαση της Ολομέλειας του Ελεγκτικού Συνεδρίου και η 127/2016 απόφαση του Ειδικού Δικαστηρίου του άρθρου 88 §2 του Συντάγματος, ως προς τους συνταξιούχους δικαστικούς λειτουργούς και λειτουργούς του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους γ) να πληρώσει το Κράτος τα ελλείμματα των ασφαλιστικών ταμείων. Δηλώνουμε ότι θα διεκδικήσουμε με κάθε μορφής συνδικαλιστική δράση την αποκατάσταση των δικαιωμάτων των συνταξιούχων δικαστικών λειτουργών και των συνταξιούχων λειτουργών του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους.

 
Top