Αυτές τις μέρες γιορτάζεται και τιμάται ο αγώνας να διατηρηθεί η «Ηλεκτρική»και να σωθεί από την καταστροφή που της επεφύλασσαν οι Ναζί κατά την αποχώρησή τους από τη χώρα.
Θελήσαμε να είμαστε απολύτως συνεπείς στις ημερομηνίες, αλλά προβλήματα διάφορα – και τεχνικά – μας οδήγησαν σε  μια κάπως καθυστερημένη χρονικά δημοσίευση.
Το οφείλουμε, όμως, στο Κερατσίνι, που μπορεί να κρατιέται στην επικαιρότητα με δραματικό τρόπο, αλλά που έχει να να δείξει μεγάλο κομμάτι ιστορίας και αγώνων. Και περισσότερο απ’ όλα το οφείλουμε στους ανθρώπους του, που -μέσα από αντιξοότητες και φτώχεια- κρατούν ψηλά το κεφάλι και ξέρουν να να μην ξεπουλάνε τα πιο πολύτιμα όνειρά τους ….
Αναζητήσαμε υλικό που να είναι και ιστορικά ενδιαφέρον αλλά και άμεση μαρτυρία.
Η μία από τις πηγές μας ήταν το Keratsinicity και η άλλη ο «Σύλλογος Αποφοίτων Ε’ Γυμνασίου Αρρένων Πειραιώς, ο “Θεμιστοκλής”.»
Δημοσιεύουμε πρώτα ένα απόσπασμα από το Keratsinicity, όπου διαβάζουμε και τα γεγονότα που προηγήθηκαν της μάχης της Ηλεκτρικής.
Η μάχη της Ηλεκτρικής στο Κερατσίνι
Συνειδητοποιημένοι συμπολίτες συνεργαζόμενοι και με αντίστοιχους ιδεολόγους γειτονικών συνοικισμών και Δήμων, που πρώτοι απ’ όλους εργάστηκαν κατά του καθεστώτος Μεταξά, εντάχθηκαν αμέσως μετά την κατάρρευση του μετώπου και την είσοδο των Γερμανών στη χώρα, στην εθνική αντίσταση, ειδικά μετά την επίσημη ιδρυτική διακήρυξη του Ε.Α.Μ. στις 27 Σεπτεμβρίου 1941.
Έτσι μέσα στα πλαίσια της οργανωτικής διάρθρωσης του Ε.Α.Μ. Πειραιά, ένας τομέας του οποίου ήταν τα Ταμπούρια με τις συνοικίες Δραπετσώνα, Λιπάσματα, Αη Γιώργης, Ευγένεια, Αγ. Σοφία, αναπτύχθηκε τεράστια αντιστασιακή δραστηριότητα.
Ειδικότερα στο Δήμο μας, σε όλη τη διάρκεια της Κατοχής, διετέλεσαν κατά διαστήματα γραμματείς ο Αλέκος Κακουλίδης, ο Βαγγέλης Αργυρόπουλος και ο Νίκανδρος Κεπέσης, ενώ υπεύθυνος της περιοχής ήταν ο Παν. Λαμπρινάκος και ο Χαρ. Τσιρίδης. Σημαντική επίσης ήταν η συμβολή πολλών μελών του εκδρομικού σωματείου ΦΟΙΝΙΞ.
Όταν στις 16 Φεβρουαρίου ιδρύθηκε ο Ε.Λ.Α.Σ. η αντίσταση προχώρησε έμπρακτα, χάρη στις εφεδρικές του δυνάμεις που δρούσαν στις συνοικίες πλαισιωμένες μάλιστα και από μέλη της ΕΠΟΝ. Μια ομάδα ανέλαβε να σαμποτάρει πλοία που είχαν ενταχθεί στην υπηρεσία των Γερμανών, όπως στην περίπτωση του Μιχ. Μονέδα που έκαψε το πλοίο “Αγ. Τριάδα” και κάποιον άλλων που μαζί με τον Σταύρο Λιλόγλου αφαίρεσαν το καραβόσκοινο από το γερμανικό φορτηγό “Μαρία Μέρσυ” που βρισκόταν στο Κερατσίνι και για το οποίο οι Γερμανοί στις 15 Μαΐου 1942 ανάγκασαν τον Δήμαρχο να καταβάλει το ποσό των 36.500 δρχ. ως αντίτιμο (Πρακτ. Δ.Σ., 1941-43, 117).
Μια άλλη ομάδα έχοντας επικεφαλής τον Βασίλη Καψάλη (καπετάν Βυτινιώτης ή Μπομποτάς) ανέλαβε τη φυγάδευση Ιταλών αντιφασιστών και τη συγκέντρωση όπλων, ενώ μια τρίτη προέβαινε σε σαμποτάζ κατά εργοστασίων, όπως στην περίπτωση του Π. Λουρμπέα και του εργοστασίου Σταυριανού στη διασταύρωση Κερατσινίου – Ν. Ικονίου. Άλλοι πάλι είχαν αναλάβει τη διαφώτιση του λαού με συνθήματα, χωνιά, προκηρύξεις, ενημέρωση, κινητοποίηση.
Αυτή η δραστηριότητα όπως ήταν επόμενο ενόχλησε το κατεστημένο που κατευθυνόταν κυρίως από την αγγλική πολιτική και τα ζωτικά συμφέροντα της Αγγλίας στην χώρα μας. Προκειμένου να κτυπηθούν αυτοί οι πυρήνες, βομβαρδίστηκε ο Πειραιάς και η Δραπετσώνα στις 11 Ιανουαρίου 1944 με ανυπολόγιστες ζημιές και θύματα.
Ακολούθησε το μπλόκο της Κοκκινιάς, η πυρπόληση των Αρμένικων και της Νεάπολης, οι εκτελέσεις στο Χαϊδάρι και στην Κοκκινιά, οι μαζικές κινητοποιήσεις του λαού στις 19 Σεπτεμβρίου 1944 και οι εκτεταμένες απεργίες. Τότε οι Γερμανοί συνέλαβαν αρκετούς εργάτες και τους οδηγούσαν στο Πέραμα.
Ο ΕΛΑΣ Κερατσινίου – Ταμπουρίων τους επιτέθηκε κοντά στο καφενείο του Τρίμπαλη και τους ελευθέρωσε, αλλά συνελήφθησαν ο Σ. Αξιώτης και ο Βεν. Πασσαλής και εκτελέστηκαν στην οδό Θεοφράστου και Μαρίας Κιουρί.
Την ίδια τύχη είχαν και οι Χρήστος Αγαλιώτης, Φραγκόπουλος και Σ. Καλαμπόκας που συνελήφθησαν κατά την εξουδετέρωση των υπονομεύσεων τις οποίες είχαν ετοιμάσει οι Γερμανοί προκειμένου ν’ ανατινάξουν εργοστάσια κοινής ωφέλειας, λιμενικές εγκαταστάσεις και σιδηροδρομικούς σταθμούς.
Στο Κερατσίνι άφησε την τελευταία του πνοή και ο Ελασίτης του τομέα Αμφιάλης Κ. Φωτάκης που πολέμησε στις 16 Αυγούστου τους Γερμανούς στη σημερινή στάση “Νερό”.
Στις 12 και 13 Οκτωβρίου 1944 οι Γερμανοί βλέποντας ότι δεν μπορούν πια να παραμείνουν ανατίναξαν προβλήτες, το τελωνείο, λιμεναρχείο, και κτίρια του Ο.Λ.Π. Πρόθεσή τους ήταν να σωριάσουν σε ερείπια το εργοστάσιο ΚΟΠΗ, ντεπόζιτα πετρελαίων, βιομηχανίες, αλευρόμυλους στο Κερατσίνι και την Ηλεκτρική Εταιρεία. Με εξουδετερώσεις καλωδιακών μηχανισμών και μάχες του Ε.Λ.Α.Σ. Ταμπουρίων σώθηκαν ο ΣΕΚ, ο ΣΠΑΠ (τρένα), η ΚΟΠΗ, η Σχολή Δοκίμων, οι Αλευρόμυλοι, η Shell και η Standart. Από την Ηλεκτρική αποχώρησαν με τη συμφωνία να μη τους χτυπήσει ο Ε.Λ.Α.Σ. του Αλέκου Βαρυτιμίδη και του Νώντα Ευσταθόπουλου, πράγμα που έγινε. Όμως για λόγους πρόνοιας ο Νίκανδρος Κεπέσης διέταξε όχι μόνο να παραμείνει φρουρά 15 ανδρών του Ε.Λ.Α.Σ. στο εργοστάσιο, αλλά να τοποθετηθεί κι άλλη στο λόφο με την εκκλησία του Αγ. Γεωργίου.
Αυτή η απόφαση απέβη σωτήρια, γιατί οι Γερμανοί αφού ανατίναξαν τη Shell, κατευθύνθηκαν με 60 βαριά οπλισμένους άνδρες και 4 μηχανοκίνητα πυροβόλα κατά της Ηλεκτρικής.
Συνήφθη ολιγόωρη μάχη, αλλά αμφίρροπη, που κατέληξε σε παράδοση των γερμανικών δυνάμεων και του οπλισμού τους.
Αλλά και οι δυνάμεις του Ε.Λ.Α.Σ. είχαν 8 νεκρούς, που μαζί με όσους φονεύθηκαν τις προηγούμενες μέρες εκτελώντας το καθήκον τους, ανέρχονται στους 17.
Τα ονόματά τους, μαζί με τους επιζήσαντες συναγωνιστές, θα παραμείνουν φωτεινό σύμβολο θυσίας και αγώνων για την Ελευθερία.
Η μάχη της Ηλεκτρικής Κερατσινίου σήμανε την οριστική εκδίωξη του Ναζισμού από την Ελλάδα. Η 14 Οκτωβρίου 1944 βρίσκει το Δήμο μας ν’ αναπνέει τον αέρα της ελευθερίας, καθώς αποβιβάστηκε στο Κερατσίνι η πρώτη μεταπολεμική Κυβέρνηση με τον Γ. Παπανδρέου (18 Οκτωβρίου 1944).[...]
Οι νεκροί της Ηλεκτρικής:
Αντώνης Καλαποθάκος, Νικ. Γεωργιάδης, Δημ. Μαργαρώνης, Γεώργιος Γκούρδας, Παναγ. Κοσμίδης, Ανδρ. Κούνουπας, Παναγ. Μαυρομάτης, Ιωάν. Ηλιόπουλος, Γρηγ. Μεγκίσογλου, Ακρίτας Τοροσίδης, Παπάζογλου Συρίγος.
Βιβλιογραφία: Χάρης Κουτελάκης Λεύκωμα Δήμου Κερατσινίου
Ακολουθεί η προσωπική μαρτυρία του δωδεκάχρονου – τότε – Ν. Λαγωνίκα. Η μαρτυρία προέρχεται από τον «Σύλλογο Αποφοίτων Ε’ Γυμνασίου Αρρένων Πειραιώς, ο “Θεμιστοκλής”.»
Η ΜΑΧΗ ΤΗΣ ΠΑΟΥΕΡ
Με τα μάτια ενός δωδεκάχρονου
Του Ν. Λαγωνίκα
Πάνε πενήντα οκτώ χρόνια από τότε που έγινε η μάχη της ΠΑΟΥΕΡ, του εργοστάσιου της ΗΛΕΚΤΡΙΚΗΣ στο ΚΕΡΑΤΣΙΝΙ.
Η ΠΑΟΥΕΡ όπως την λέγαμε τότε, έδινε ηλεκτρική ενέργεια στην Αθήνα, στον Πειραιά, στην Αττική, ίσως και πιο πέρα ακόμη, σε όλα τα εργοστάσια, στα σπίτια, στα μαγαζιά.
Εγγλέζικο εργοστάσιο με τον Κεμπ Γενικό Διευθυντή, ένα Εγγλέζο κέρβερο στην δουλειά του όπως άκουγα τους μεγάλους που δούλευαν εκεί είτε προσέφεραν διάφορες εξωτερικές υπηρεσίες σ’ αυτό.
Για την ανατίναξη της ΠΑΟΥΕΡ οι Γερμανοί έστειλαν μια φάλαγγα περίπου από στρατιώτες 50-60 χρονών, ίσως της 999 μεραρχίας που την είχαν για οπισθοφυλακή και ανατινάξεις.
Επήγαν πρώτα στο ΙΚΟΝΙΟ στις δεξαμενές πετρελαίου της ΣΕΛ και της ΣΟΚΟΝΥ και τις ανατίναξαν όλες.
Το θέαμα της ανατίναξης των δεξαμενών είναι φοβερό.
Από του Τρίμπαλη στην αρχή και μετά πιο ψηλά από τον Άη-Γιώργη τα παιδικά μας μάτια είδαν τα καζάνια όπως λέγαμε τις δεξαμενές που είχαν διάμετρο 15-20 μέτρα και ύψος 15 μέτρα περίπου να ανατινάσσονται να παίρνουν φωτιά και φλεγόμενες να καίνε ό,τι υπήρχε εκεί.
Αφού τελείωσαν στις δεξαμενές ξεκίνησαν για την ΠΑΟΥΕΡ.
Εκεί τους περίμεναν οι Έλληνες του ΕΛΑΣ με επικεφαλής ένα Εγγλέζο Αξιωματικό, όπως ελέγετο τότε από τους μεγάλους, ο οποίος είχε έλθει γι’ αυτό το σκοπό κατά διαταγή του Στρατηγείου της Μέσης Ανατολής. Είχε ακουστεί ακόμη, και ο ιστορικός του μέλλοντος θα επιβεβαιώσει ή όχι, ότι υπήρχε κάποια συμφωνία μεταξύ Στρατηγείου Μέσης Ανατολής της τότε Ελληνικής Κυβερνήσεως και των Γερμανών να μην ανατινάξουν το Φράγμα του Μαραθώνα και την ΠΑΟΥΕΡ, είχε έλθει δε ο μέλλων Στρατιωτικός Διοικητής της Αττικής Σπηλιωτόπουλος γι’ αυτό το σκοπό. Τελικά οι Γερμανοί δεν σεβάστηκαν τίποτε και αποφάσισαν να τα ανατινάξουν.
Η μάχη στο ΚΕΡΑΤΣΙΝΙ άρχισε πριν από το μεσημέρι σε μια βουβή ημέρα, έτσι τουλάχιστον μου φαινότανε. Όλα τα ‘σκιαζε ο φόβος. Η κυκλοφορία στα Ταμπούρια – Αμφιάλη – Ευγένεια ήταν ελάχιστη. Όλοι καταλάβαιναν την σοβαρότητα της καταστάσεως και ανέμεναν άγρια αντίποινα αν νικούσαν οι Γερμανοί.
Μόνο εμείς οι πιτσιρικάδες, για μια ακόμη φορά, όπως συνέβαινε σε όλη την Κατοχή δεν ζυγίζαμε τον κίνδυνο και κυκλοφορούσαμε, βέβαια με προφυλάξεις για τον φόβο καμίας αδέσποτης.
Η Μάχη άρχισε μόλις η Φάλαγγα των Γερμανών πέρασε του Σταυριανού και ζύγωσε την ΗΛΕΚΤΡΙΚΗ, με πυκνά πυρά πολυβόλων.
Τα μυδράλια να κροταλίζουν και με τους όλμους να μας κουφαίνουν αν και ήμασταν αρκετά μακριά. Οι χειροβομβίδες έπεφταν σύννεφο. Αναγκαστήκαμε να «οπισθοχωρήσουμε» και πήγαμε στο πεζοδρόμιο του σπιτιού του Γρηγόρη του Κουμπή και περιμέναμε την έκβαση της Μάχης που κράτησε αν θυμάμαι καλά 3 με 4 ώρες.
Οι Γερμανοί συγκριτικά με τους δικούς μας ήταν βαριά οπλισμένοι. Οι Έλληνες πολέμησαν γενναία. Οι Γερμανοί πολέμησαν σκληρά αλλά με τι ιδανικά; Ο Ναζισμός ψυχορραγούσε. Ο Χίτλερ τους είχε πάρει στο λαιμό του και μαζί όλη την Ευρώπη με εκατομμύρια νεκρούς και σακατεμένους και όχι μόνο.
Στην Μάχη της ΠΑΟΥΕΡ έπεσαν 17 αντάρτες, πολεμώντας σαν ήρωες, και επαναλαμβάνοντας σε μικρογραφία το Αλβανικό Έπος 1940-41. Θυμάμαι έναν ελασίτη, τον Γιώργο τον Γκιόρδα που έπεσε στην μάχη πολεμώντας όρθιος όπως είπαν, και τον γάζωσαν τα μυδράλια.
Πριν από κάμποσες ημέρες τον είχα δει στην πόρτα της θειας Λευτέραινας στην γειτονιά μου, κολλητά να προσπαθεί να κρυφθεί, ίσως για να αποφύγει τους Γερμανούς, με ένα γερμανικό παραμπέλλουμ στην ζώνη του.
Οι περισσότεροι Γερμανοί σκοτώθηκαν, οι υπόλοιποι επιάστηκαν αιχμάλωτοι.
Όταν τελείωσε η μάχη, πήγαμε και είδαμε το πεδίο της Μάχης, βραχώδες, ανώμαλο, με μικρούς θάμνους από την θάλασσα μέχρι και τις πρώτες πολυκατοικίες στην Ευγένεια.
Ανάμεσα στους βράχους, σε πρόχειρα γιατάκια και αμπριά είδαμε πηγμένα αίματα και σκόρπια κράνη και άλλα στρατιωτικά είδη.
Τους πεσόντες Έλληνες και Γερμανούς τους είχαν πάρει.
Η κηδεία των Ελλήνων πεσόντων ήταν πάνδημος, μεγαλοπρεπής και συγκινητική. Αμέτρητα πλήθη κόσμου εβγήκαν στους δρόμους να γιορτάσουν την νίκη, την ελευθερία και να αποτίσουν φόρο τιμής στους ήρωες. Τα πλήθη είχαν απλωθεί από την ΠΑΟΥΕΡ σε όλη την Αγχιάλου μέχρι την Υπαπαντής και την Αιτωλικού.
Ο κόσμος, ο Λαός, όλοι τραγουδούσαν το «επέσατε θύματα αδέλφια εσείς».
Ν. ΛΑΓΩΝΙΚΑΣ
Επέλεξε και παρουσίασε για το blog των Λαμπράκηδων
Βαρθαλίτου Αντωνία
 
Top