
Βασίλειος Τσάμης
Ποιος έχει κέρδη από την επίθεση στο τάνκερ Qendil?
Με βάση τα βίντεο που δόθηκαν στη δημοσιότητα και τις αναλύσεις ειδικών σε θέματα ναυτικής ασφάλειας (όπως της Lloyd’s List και του TWZ), το επικρατέστερο σενάριο για την επίθεση στο τάνκερ Qendil νότια της Κρήτης (18-19 Δεκεμβρίου 2025) δεν είναι η πτήση από την Ουκρανία, αλλά μια επιχείρηση από κοντινή απόσταση.
Το σενάριο με τις περισσότερες πιθανότητες είναι η εκτόξευση από "πλοίο-φάντασμα"
Τα πλάνα δείχνουν drones τύπου hexacopter (με έξι έλικες) να ρίχνουν πυρομαχικά ακριβείας πάνω στο κατάστρωμα. Αυτά τα drones είναι "τακτικά" (short-range) και έχουν αυτονομία πτήσης μόλις μερικών χιλιομέτρων. Είναι αδύνατον να πέταξαν 2.000 χλμ. από την Ουκρανία.
Οι Ουκρανικές ειδικές δυνάμεις πιθανότατα χρησιμοποίησαν ένα εμπορικό πλοίο, ένα γιοτ ή ακόμα και ένα αλιευτικό που έπλεε νότια της Κρήτης. Το σκάφος αυτό πλησίασε το Qendil στα 2-5 χιλιόμετρα και απογείωσε τα drones χωρίς να κινήσει υποψίες, καθώς η περιοχή έχει πυκνή ναυσιπλοΐα
Το γεγονός ότι τα drones χτύπησαν από πάνω δείχνει ότι το πλήρωμα του τάνκερ δεν περίμενε επίθεση από τον αέρα σε εκείνο το σημείο, θεωρώντας ότι βρίσκεται εκτός εμβέλειας του πολέμου.
Η SBU χαρακτήρισε την επιχείρηση ως "πολυεπίπεδη". Αυτό σημαίνει:
Βήμα 1: Εντοπισμός του πλοίου μέσω δορυφόρου
Βήμα 2: Τοποθέτηση ομάδας κρούσης σε ένα "ανώνυμο" σκάφος στη Μεσόγειο που περίμενε το τάνκερ.
Βήμα 3: Χτύπημα ακριβείας την ώρα που το πλοίο ήταν σε διεθνή ύδατα (neutral waters) για να μην παραβιαστεί η κυριαρχία κάποιας χώρας.
Τι σημαίνει αυτό για εμάς;
Ο πόλεμος «βγήκε» από τη Μαύρη Θάλασσα. Για την Ελλάδα, η κύρια ανησυχία είναι:
Οικολογικός κίνδυνος, αν χτυπηθεί φορτωμένο τάνκερ την επόμενη φορά.
Ασφάλεια ναυτικών δεδομένου ότι πολλοί Έλληνες ναυτικοί εργάζονται σε πλοία που πλέουν στην περιοχή.
Τυχόν κλιμάκωση της έντασης νότια της Κρήτης θα μπορούσε να επηρεάσει την εικόνα της περιοχής ως ασφαλούς προορισμού.
Τι θα γίνει αν υπάρξει κλιμάκωση;
Αν η Ρωσία επιχειρήσει αντίποινα στη Μεσόγειο, η Ελλάδα θα αναγκαστεί να ζητήσει τη συνδρομή του ΝΑΤΟ. Η παρουσία της Standing NATO Maritime Group 2 (SNMG2) στην περιοχή είναι ήδη ενισχυμένη, λειτουργώντας ως αποτρεπτικός παράγοντας για τη μετατροπή της Κρήτης σε πεδίο μάχης
Ποιός έχει κέρδη από την επίθεση!
Η στάση της Τουρκίας απέναντι στον ρωσικό σκιώδη στόλο είναι ένα κλασικό παράδειγμα της πολιτικής του «επιτήδειου ουδέτερου» που ακολουθεί ο Ταγίπ Ερντογάν. Ενώ η Ελλάδα πιέζεται από την ΕΕ να επιβάλει κυρώσεις, η Τουρκία βρίσκει ευκαιρίες για να ενισχύσει την οικονομία της, δεδομένου ότι η Τουρκία έχει γίνει ένας από τους μεγαλύτερους εισαγωγείς ρωσικού πετρελαίου παγκοσμίως.
Όταν λοιπόν η Ελλάδα ή άλλες χώρες της ΕΕ αυστηροποιούν τους ελέγχους, τα πλοία του σκιώδους στόλου κατευθύνονται προς τα τουρκικά ύδατα. Τα ρωσικά πλοία πλέουν πλέον πολύ κοντά στις τουρκικές ακτές για να έχουν την προστασία των τουρκικών ραντάρ και της ακτοφυλακής.
Η Άγκυρα υποστηρίζει ότι αν αρχίσει να ελέγχει αυστηρά κάθε τάνκερ για το αν έχει ασφάλεια, θα προκληθεί "έμφραγμα" στη ναυσιπλοΐα. Έτσι, επιτρέπει τη διέλευση των ρωσικών πλοίων, χρησιμοποιώντας το ως μέσο πίεσης τόσο προς τη Δύση (ΝΑΤΟ) όσο και προς τη Ρωσία.
Ο Πούτιν έχει προτείνει επίσημα να γίνει η Τουρκία το κέντρο διανομής του ρωσικού φυσικού αερίου και πετρελαίου προς την Ευρώπη.
Με τον αγωγό TurkStream να λειτουργεί στο μέγιστο και τα τάνκερ να καταλήγουν εκεί, η Τουρκία καθίσταται απαραίτητη για την ενεργειακή ασφάλεια της Ευρώπης, αποκτώντας διπλωματικό πλεονέκτημα έναντι της Ελλάδας.
Συμπέρασμα:
Η Τουρκία χρησιμοποιεί τον ρωσικό σκιώδη στόλο ως εργαλείο πλουτισμού και διπλωματικής ισχύος, την ίδια ώρα που η Ελλάδα καλείται να διαχειριστεί τις απειλές του Πούτιν και τον κίνδυνο των ουκρανικών επιθέσεων.
Υπό αυτήν την έννοια, η Ελλάδα βρίσκεται σε μια εξαιρετικά λεπτή θέση, όπου καλείται να παίξει έναν ρόλο «ισορροπιστή» ανάμεσα σε δύο πυρά.
Η Αθήνα θα μπορούσε να διαμηνύσει στο Κίεβο ότι η Μεσόγειος αποτελεί «κόκκινη γραμμή», Δλδ ότι δεν δέχεται πολεμικές επιχειρήσεις κοντά στις ακτές της που θέτουν σε κίνδυνο το περιβάλλον (τουρισμό) και την ασφάλεια της ναυσιπλοΐας στην περιοχή , με στόχο να διασφαλιστεί ότι δεν θα υπάρξει επόμενο χτύπημα.