Ναπολέων Μαραβέγιας, Καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας και αντιπρύτανης του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών τέως υπηρεσιακός υπουργός
Πέρασαν πενήντα πέντε χρόνια από τη σύνδεση της χώρας μας με την τότε ΕΟΚ (1962) και σήμερα Ε.Ε. Δηλαδή, έχει διανύσει περισσότερο από μισό αιώνα κοινής πορείας με τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες.
Στα τριάντα έξι από αυτά η χώρα μας είναι σε πλήρη ένταξη (1981) στους ευρωπαϊκούς θεσμούς, ενώ δεκαπέντε χρόνια (2002) βρίσκεται στον πυρήνα της Ε.Ε, στην Ευρωζώνη. Κι όμως, μπορεί κανείς να θεωρήσει ότι η χώρα μας είναι μια «κανονική» ευρωπαϊκή χώρα;
Πρώτα απ’ όλα, όσον αφορά την οικονομική κρίση, σε καμιά ευρωπαϊκή χώρα δεν ήταν τόσο βαθιά και δεν διήρκεσε τόσα χρόνια. Τόσο η Πορτογαλία όσο και η Ιρλανδία και η Κύπρος βγήκαν από τα μνημόνια σε 3-4 χρόνια και σήμερα βρίσκονται σε κανονική αναπτυξιακή πορεία. Καμιά άλλη χώρα με μνημόνια δεν απειλήθηκε με έξωση από την ευρωζώνη. Σε καμιά άλλη ευρωπαϊκή χώρα δεν διχάστηκαν τόσο βαθιά οι πολιτικές δυνάμεις όσο στην Ελλάδα, προκειμένου να πείσουν τους Έλληνες πολίτες ότι κάθε μια παράταξη έχει το μαγικό ραβδί της σωτηρίας από την κρίση. Σε καμιά άλλη χώρα δεν πίστεψαν οι πολίτες ότι υπάρχουν εύκολες λύσεις που θα βγάλουν τη χώρα τους από την κρίση, χωρίς να υποστούν οι ίδιοι βαριές και συχνά άδικες θυσίες. Από την άλλη πλευρά, σε καμιά άλλη χώρα δεν έφτασε η ανεργία και η πτώση των εισοδημάτων σε τέτοια ποσοστά, χωρίς αυτό να οδηγήσει σε κοινωνική έκρηξη. Αλλά, και σε καμιά άλλη χώρα της Ευρώπης η αναλογία βουλευτών-ψηφοφόρων δεν είναι τόσο μικρή, ώστε να ευνοεί πελατειακές εξυπηρετήσεις, πράγμα που καταγγέλλεται, αλλά ποτέ δεν διορθώνεται, και πολλά άλλα.
Έπειτα, όσον αφορά την έξοδο από την κρίση, σε καμιά άλλη χώρα δεν επιζητούνται ξένες επενδύσεις, αλλά ταυτόχρονα δεν γίνεται σοβαρή προσπάθεια να αρθούν τα γνωστά εμπόδια για να πραγματοποιηθούν. Σε καμιά άλλη χώρα δεν έχουν «πλημμυρίσει» τα δικαστήρια, λόγω –κυρίως- της παντελούς έλλειψης εμπιστοσύνης μεταξύ κράτους και πολιτών και, βέβαια, μεταξύ των πολιτών, πράγμα που καθυστερεί υπέρμετρα τις αποφάσεις τους. Σε καμιά άλλη χώρα η όψη των πανεπιστημίων δεν είναι τόσο απωθητική, αλλά η παρεχόμενη εκπαίδευση τόσο επαρκής, όπως φαίνεται από τους Έλληνες πτυχιούχους που μεταναστεύουν και διαπρέπουν στο εξωτερικό. Σε καμιά άλλη χώρα, ακόμη και σε περίοδο κρίσης, δεν δαπανούν τόσα πολλά οι γονείς για την εκπαίδευση των παιδιών τους, από τη δημοτική εκπαίδευση μέχρι τις διδακτορικές σπουδές στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Όμως, και σε καμιά άλλη χώρα δεν συνεχίζεται για χρόνια η εκπαίδευση των νέων και σε ειδικότητες που δεν έχουν αντίκρισμα στην εγχώρια αγορά εργασίας, όπως συμβαίνει στη χώρα μας , με αυτονόητες συνέπειες.
Τέλος, σε καμιά άλλη χώρα της Ευρώπης δεν υπάρχουν τόσα κλειστά ακόμη επαγγέλματα και τόσο ολιγοπωλιακές αγορές προϊόντων, με αποτέλεσμα οι τιμές να παραμένουν υψηλές, παρά τη μείωση της ζήτησης και την πτώση του εργατικού κόστους.
Ο κατάλογος των ιδιαιτεροτήτων στη χώρα μας είναι πολύ μακρύς, τόσο στο πεδίο της οικονομίας όσο και της κοινωνίας και της πολιτικής. Αυτές οι ιδιαιτερότητες είναι συχνά αντιφατικές, χωρίς να είναι πάντοτε αρνητικές για την ευημερία των Ελλήνων πολιτών. Όμως αρκετές από αυτές είναι απολύτως «αναχρονιστικές» και είναι αυτές που κρατούν τη χώρα μας καθηλωμένη στην ουρά της Ε.Ε.
Το εύλογο ερώτημα που τίθεται είναι γιατί μετά από τόσα χρόνια σύνδεσης και συμμετοχής στο ευρωπαϊκό σύστημα, τουλάχιστον μερικές αναχρονιστικές ιδιαιτερότητες δεν έχουν εξαλειφθεί, ώστε και η Ελλάδα να γίνει μια κανονική ευρωπαϊκή χώρα, όπως όλες οι άλλες; Ισως το ερώτημα αυτό να μη χρειαζόταν να τεθεί, αν η χώρα μας δεν είχε περιπέσει σε μια τόσο βαθιά κρίση, από την οποία δυσκολεύεται να βγει, αν δεν αναληφθούν μεταρρυθμίσεις που θα περιορίσουν αυτές τις αναχρονιστικές ιδιαιτερότητες.
Καθώς ένα μέρος της ελληνικής κοινωνίας φαίνεται να αντιστέκεται, οι πολιτικοί της εκπρόσωποι, σχεδόν όλα τα πολιτικά κόμματα, όταν βρίσκονται στην κυβέρνηση, διστάζουν να αναλάβουν το «κόστος» των αναγκαίων μεταρρυθμίσεων. Δεν υπάρχει, όμως, άλλη οδός, αν θέλουμε να συμμετάσχουμε ισότιμα και ισάξια στην οικοδόμηση του ευρωπαϊκού μας μέλλοντος.