Σε θρίλερ εξελίσσεται η εξαφάνιση του Γιάννη Πολιουδάκη, 64 χρόνων από τις Βουκολιές Χανίων.
Η εκπομπή «Φως στο Τούνελ» την Παρασκευή 23 Φεβρουαρίου φώτισε τις σκοτεινές πλευρές της περίεργης εξαφάνισης του φιλήσυχου μαραγκού, που αγνοείται από τον Ιούλιο του 2014, με την εκδοχή της δολοφονίας να φαίνεται ως επικρατέστερη.
Η έρευνα που έκαναν τα αδέλφια του σε πηγάδια στην ευρύτερη περιοχή, φαίνεται πως ενόχλησε κάποιους που εκτόξευσαν άγριες απειλές στους ίδιους και στο φιλικό τους περιβάλλον.«Να σταματήσετε να μιλάτε και να ψάχνετε, γιατί θα σκοτώσουμε εσάς και τα παιδιά σας. Θα σας φέρουμε τα κόκκαλα του αδελφού σας σούπα, να τα πιείτε από τενεκέ…», είναι μερικές από τις απειλές που δέχτηκαν.
Σε τηλεφωνική του παρέμβαση στην εκπομπή ο δικηγόρος της οικογένειας Χαράλαμπος Διαλυνάκης, είπε πως άμεσα θα κατατεθεί μήνυση για ανθρωποκτονία κατ’ αγνώστων.
«Δυστυχώς στις περιοχές μας επικρατεί ο νόμος της σιωπής και η επόμενη κίνηση είναι η βαθιά έρευνα. Έχουμε απόλυτη εμπιστοσύνη στην Αστυνομία και στις Εισαγγελικές Αρχές. Θεωρώ πως είμαστε σε καλό δρόμο», ανέφερε.
Τα αδέλφια του αγνοούμενου που βρέθηκαν στο στούντιο της εκπομπής, είπαν χαρακτηριστικά: «Αδιαφορούμε για τις απειλές. Εμείς θα συνεχίσουμε να ψάχνουμε μέχρι να πάρουμε την απάντηση. Έξι οικογένειες είμαστε στο πόδι. Ας μας κάνουν έστω ένα ανώνυμο τηλεφώνημα, να μας πουν που είναι, να τον κηδέψουμε όπως του αξίζει…».
Ο δημοσιογράφος της εκπομπής βρέθηκε με τις αδελφές του αγνοούμενου Αριστέα και Σοφία, στην περιοχή με το πηγάδι που είχε υποδείξει μάρτυρας στους συγγενείς. Ήταν απόμερο και δυσδιάκριτο και κινητοποιήθηκε η Πυροσβεστική Υπηρεσία. Οι Πυροσβέστες το ερεύνησαν, όμως χωρίς αποτέλεσμα.
«Η περιοχή έχει πολλά πηγάδια. Ο αδελφός μας κάλλιστα θα μπορούσε να έχει οδηγηθεί εδώ από κάποιον που του ‘χε στήσει παγίδα», ανέφερε χαρακτηριστικά η αδελφή του.
Μόλις έγινε γνωστή η έναρξη των ερευνών στην περιοχή, μέλη της οικογένειας άρχισαν να δέχονται τα ανώνυμα απειλητικά τηλεφωνήματα.
Η οικογένεια θεωρεί σημαντική μία ακόμη μαρτυρία που κάνει λόγο για ένα αυτοκίνητο με ξένες πινακίδες και συγκεκριμένα χαρακτηριστικά, στο οποίο επέβαιναν δύο άνδρες, πιθανά αλλοδαποί. Το αυτοκίνητο αυτό εθεάθη να είναι σταματημένο χωρίς λόγο κοντά στο σπίτι του Γιάννη, τις μέρες που εξαφανίστηκε.
Οι αδελφές ανέφεραν στο «Τούνελ» πως ο 64χρονος λίγο καιρό πριν εξαφανιστεί είχε αρνηθεί να παραχωρήσει σε συγκεκριμένα άτομα ένα χωράφι του για να το εκμεταλλευτούν.
Μάρτυρας που γνώριζε τον αγνοούμενο και είχε συναλλαγές μαζί του, μίλησε στην εκπομπή. Ο ίδιος τον είχε πολλές φορές μεταφέρει με το αμάξι του στο ξυλουργείο που έκανε μεροκάματα . Στις μεταξύ τους συζητήσεις ο Πολιουδάκης του είχε πει πως το αφεντικό του, του χρωστούσε πολλά χρήματα.
Όπως είπε λίγο καιρό πριν χαθεί ο αγνοούμενος, του είχε πουλήσει ένα χωράφι με ελιές που συνόρευε με ένα δικό του, για 12.000 ευρώ. Ισχυρίστηκε πως δεν του χρωστούσε τίποτε από την αγοραπωλησία, κάτι που αμφισβήτησαν οι συγγενείς.
Σε ερώτηση του δημοσιογράφου αν ενδιαφέρθηκε να αγοράσει ένα ακόμη γειτονικό χωράφι του Πολιουδάκη , απάντησε πως ο αγνοούμενος δεν ήθελε να το πουλήσει.
Ο ίδιος δεν γνωρίζει να είχε διαφορές με κάποιον εκτός περιοχής, αλλά πιστεύει πως ο Πολιουδάκης δολοφονήθηκε.
Σε αναφορά του δημοσιογράφου πως μετά την εξαφάνιση όλα στο σπίτι του αγνοούμενου βρέθηκαν τακτοποιημένα, απάντησε πως ο ίδιος δεν είχε πάει ποτέ εκεί…
Η εκπομπή βρέθηκε στο καφενείο του χωριού του αγνοούμενου άνδρα. Γνωστοί του ανέφεραν στην εκπομπή αυτό που τόσο καιρό ήταν κοινό μυστικό μεταξύ τους. Φαίνεται πως ο φιλήσυχος μαραγκός είχε διαφορές με τον πρώην εργοδότη του. Το αφεντικό του σύμφωνα με τις φήμες που κυκλοφορούν στο χωριό, είχε πάρει ένα δάνειο στο οποίο ο αγνοούμενος είχε υπογράψει σαν εγγυητής. Ο δανειολήπτης δεν πλήρωνε τις δόσεις, με αποτέλεσμα οι τράπεζες να ζητούν το χρέος από τον Πολιουδάκη. Οι θαμώνες του καφενείου τον περιέγραψαν σαν ένα φιλήσυχο αγαπητό στην περιοχή άνθρωπο, που δεν δημιουργούσε προβλήματα.
Ο ανιψιός του μετά την εξαφάνιση έμαθε πως ο θείος του είχε υπογράψει για ένα δάνειο ύψους 8.500 χιλιάδων ευρώ τον Οκτώβριο του 2012, ενώ ήταν άνεργος. Όπως είπε στην εκπομπή στο σπίτι του δεν βρέθηκε κανένα έγγραφο από τη σύμβαση δανείου που φέρεται να υπέγραψε.
Το «Τούνελ» αναζήτησε τον πρώην εργοδότη του Πολιουδάκη.
«Είμαι πολύ περίεργος τι απέγινε», είπε στην εκπομπή. Τον περιέγραψε σαν έναν καλό άνθρωπο που δεν είχε ποτέ πειράξει κανέναν. Τόνισε οτι δεν ήταν στενοί φίλοι, αλλά συνεργάτες και ισχυρίστηκε πως του όφειλε μόνο 200 ευρώ και όχι τα ποσά που ακούγονται.
Σε ερώτηση του δημοσιογράφου για το δάνειο που λένε πως πήρε και έμπλεξε τον αγνοούμενο σ’ αυτό, ανέφερε πως δεν ισχύει κάτι τέτοιο. Ισχυρίστηκε ακόμα πως για τελευταία φορά είδε τον Πολιουδάκη ένα χρόνο πριν εξαφανιστεί.
Ο άγνωστος επισκέπτης, οι απειλές και η εισβολή μες στη νύχτα…
«Ο αδελφός μου δεν ζει. Τουλάχιστον να μάθουμε ποιος του έκανε κακό και γιατί».
Μ’ αυτά τα λόγια η Σοφία, μία από τις αδελφές του Γιάννη Παλιουδάκη, θέλησε να εκφράσει τη βασανιστική άγνοια στην οποία ζει εδώ και χρόνια η οικογένεια της.
Όπως είπε στην εκπομπή κανείς από τους δικούς της ανθρώπους δεν μπορεί να καταλάβει τον λόγο που κάποιος θέλησε να τον εξαφανίσει από προσώπου γης. «Ήταν ένας ήσυχος άνθρωπος που δεν πείραζε ούτε μυρμήγκι», είπε χαρακτηριστικά.
Για τους συγγενείς πολλά πράγματα παραμένουν ανεξήγητα. Το αυτοκίνητο του Γιάννη Πολιουδάκη βρέθηκε με γεμάτο ρεζερβουάρ, αφημένο στην αυλή του κλειδωμένο και τα κλειδιά μέσα στο σπίτι. Το μόνο που έλειπε ήταν η άδεια κυκλοφορίας του. Οι Αρχές δεν έψαξαν για αποτυπώματα ούτε στο αυτοκίνητο, ούτε στο σπίτι.
«Δηλαδή έπρεπε να βρουν τον αδελφό μου σκοτωμένο ή αίματα στο χώρο για να ψάξουν για αποτυπώματα;» αναρωτήθηκε χαρακτηριστικά.
Ο ανιψιός του μίλησε στην εκπομπή για κάτι παράξενο που έκανε εντύπωση στους συγγενείς.
«Ο θείος μου έμενε μόνος του και συνήθιζε να βγάζει στο τραπεζάκι της αυλής μία καρέκλα μόνο για να κάθεται και να πίνει τον καφέ του. Μετά την εξαφάνιση βρήκαμε δύο καρέκλες και σκεφτήκαμε πως δέχτηκε έναν επισκέπτη που προφανώς ήταν γνωστός του», ανέφερε.
Όπως είπε το σπίτι είναι απόμερο και ο μοναδικός γείτονας δεν άκουσε φωνές ή τσακωμούς το βράδυ που εξαφανίστηκε ο θείος του.
Η κυρία Αριστέα η δεύτερη αδελφή του αγνοούμενου ξυλουργού, βρέθηκε με τον δημοσιογράφο της εκπομπής μέσα στο σπίτι του μυστηρίου όπου ο χρόνος μοιάζει να έχει σταματήσει στην μέρα που χάθηκε ο Γιάννης.
Όπως είπε παρατήρησε τότε πως το κρεβάτι του ήταν στρωμένο και κάτω από αυτό βρισκόταν πεταμένο ένα πουκάμισο του. Στο κομοδίνο ήταν αφημένο το κινητό του τηλέφωνο που λειτουργούσε. Στο τραπέζι της κουζίνας βρέθηκαν πάνω σε μια χαρτοπετσέτα το κομπολόι του κι ένας αναπτήρας και εκεί κοντά τα κλειδιά του αγνοούμενου.
Μετά την εξαφάνιση οι συγγενείς του στάθηκαν σε κάτι που τους είχε πει, αλλά δεν είχαν τότε δώσει σημασία. Ένα βράδυ κάποιος προσπάθησε να μπει στο σπίτι του και να τον τρομάξει . Εκείνος φοβήθηκε και δεν αντέδρασε.
Η οικογένεια του πιστεύει πως υπάρχουν άνθρωποι που γνωρίζουν τι του συνέβη, αλλά μέχρι σήμερα δεν έχουν μιλήσει. Αντίθετα κάποιοι τους απειλούν για να σταματήσουν τις έρευνες.