Ο εκλεγμένος πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ προσέφερε τη θέση του υπουργού Οικονομικών στον δισεκατομμυριούχο Σκοτ Μπέσεντ, σύμφωνα με αμερικανικά μέσα.
Ο Μπέσεντ, 62 ετών, συμβούλευσε τον Τραμπ σε θέματα οικονομικής πολιτικής κατά την προεκλογική εκστρατεία και είναι ιδρυτής του hedge fund Key Square Capital Management. Πριν από αυτό, ήταν επικεφαλής επενδύσεων στο Soros Fund Management, ένα hedge fund που ξεκίνησε ο μεγαλοχορηγός των Δημοκρατικών Τζορτζ Σόρος.
Έγινε γνωστός στην εταιρεία επειδή ηγήθηκε των προσπαθειών για στοιχήματα κατά της βρετανικής λίρας και του ιαπωνικού γεν, τα οποία απέφεραν στην εταιρεία κέρδη δισεκατομμυρίων δολαρίων.
Ο Μπέσεντ δίδαξε στο Πανεπιστήμιο Γέιλ για αρκετά χρόνια. Επιλέχθηκε από μια λίστα υποψηφίων για τον πολυπόθητο ρόλο στην οποία βρισκόντουσαν ο διευθύνων σύμβουλος της Apollo Global Management Μαρκ Ρόουαν και ο πρώην διοικητής της Federal Reserve Κέβιν Γουόρς. Υποψήφιοι για την θέση ήταν και ο επενδυτής Τζον Πόλσον, αλλά και ο βετεράνος της Wall Street Χάουαρντ Λούτνικ, ο οποίος τελικά διορίστηκε επικεφαλής του Υπουργείου Εμπορίου.
Η Wall Street παρακολουθούσε στενά ποιον θα επιλέξει ο Τραμπ, ιδίως δεδομένων των σχεδίων του να αναδιαμορφώσει το παγκόσμιο εμπόριο μέσω δασμών.
Ο Μπέσεντ έχει ταχθεί υπέρ της φορολογικής μεταρρύθμισης και της απορρύθμισης, ιδίως για την τόνωση του τραπεζικού δανεισμού και της παραγωγής ενέργειας, όπως σημειώνεται σε πρόσφατο άρθρο γνώμης που έγραψε για την εφημερίδα The Wall Street Journal.
Ο Μπέσεντ θα αντιμετωπίσει προκλήσεις, συμπεριλαμβανομένης της ασφαλούς διαχείρισης των ομοσπονδιακών ελλειμμάτων που προβλέπεται να αυξηθούν κατά σχεδόν 8 τρισεκατομμύρια δολάρια σε μια δεκαετία, λόγω των σχεδίων του Τραμπ να παρατείνει τις φορολογικές περικοπές που λήγουν το επόμενο έτος και να προσθέσει γενναιόδωρες νέες ελαφρύνσεις, συμπεριλαμβανομένου του τερματισμού της φορολόγησης του εισοδήματος από την κοινωνική ασφάλιση.
Χωρίς αντισταθμιστικά έσοδα, αυτό το νέο χρέος θα προστεθεί σε μια μη βιώσιμη δημοσιονομική πορεία που ήδη προβλέπεται να διογκώσει το χρέος των ΗΠΑ κατά 22 τρισεκατομμύρια δολάρια έως το 2033.
Η διαχείριση τόσο μεγάλων αυξήσεων του χρέους χωρίς δυσπεψία στην αγορά θα αποτελέσει πρόκληση, αν και ο Μπέσεντ έχει υποστηρίξει ότι η ατζέντα του Τραμπ θα απελευθερώσει ισχυρότερη οικονομική ανάπτυξη που θα αυξήσει τα έσοδα και θα στηρίξει την εμπιστοσύνη της αγοράς.
 
Top