Παρά τις ενστάσεις της Αθήνας –και της Λευκωσίας– «κλειδώνει» η συμμετοχή της Τουρκίας στα νέα ευρωπαϊκά εξοπλιστικά προγράμματα, καθώς οι τελικές αποφάσεις θα ληφθούν από την Ε.Ε. με ειδική πλειοψηφία και όχι ομοφωνία. Χθες, αντίθετος με τις εξελίξεις εμφανίστηκε ο υπουργός Αμυνας Νίκος Δένδιας, ο οποίος δήλωσε, φωτογραφίζοντας την Τουρκία, πως «δεν μπορούμε να υπερασπίσουμε την Ευρώπη εάν ο εχθρός βρίσκεται εντός των τειχών…».
Διαφωνία, χωρίς «εργαλεία» αντίδρασης
Η συμμετοχή της Τουρκίας στα ευρωπαϊκά εξοπλιστικά προγράμματα αποτελεί μια εξέλιξη η οποία δεν πέφτει σαν κεραυνός εν αιθρία. Το προηγούμενο χρονικό διάστημα διαμηνύθηκε στην Αθήνα σε σειρά επιπέδων, από εκείνο των ηγετών (καγκελάριος Φρίντριχ Μερτς προς πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη) μέχρι το υπηρεσιακό, ότι η Ε.Ε. πρόκειται να συνεργαστεί με την Τουρκία για την ανάπτυξη της ευρωπαϊκής άμυνας, καθώς πρόκειται για προτεραιότητα που δεν μπορεί να καθυστερήσει. Επιπλέον, για τους υπόλοιπους 25 (πλην Ελλάδας και Κυπριακής Δημοκρατίας) ο αποκλεισμός ενός κράτους-μέλους του ΝΑΤΟ που διαθέτει τον δεύτερο μεγαλύτερο στρατό της Συμμαχίας, μάλιστα σε μια περίοδο κατά την οποία η Ευρώπη επιχειρεί να έχει κατά το δυνατόν μεγαλύτερη επιρροή στο Ουκρανικό και στη Μέση Ανατολή, δεν έβγαζε νόημα.
Ανάλογες «κλειστές» πόρτες συνάντησε η Αθήνα και στις Βρυξέλλες, κάτι που οδήγησε στην απόφαση να ενεργοποιηθούν και οι πρέσβεις της Ελλάδας στα κράτη-μέλη της Ε.Ε., οι οποίοι είχαν λάβει οδηγία να ενημερώσουν τα υπουργεία Εξωτερικών και Αμυνας των εταίρων για τις ελληνικές επιφυλάξεις και την ανάγκη –τουλάχιστον– οι αποφάσεις να λαμβάνονται με ομοφωνία και όχι ειδική πλειοψηφία (qualified majority). Μάλιστα, από την Αθήνα γίνεται σαφής αναφορά και παραπομπή στο άρθρο 212 της συνθήκης για τη λειτουργία της Ε.Ε. σχετικά με τη μελλοντική σύναψη διμερών ή μελλοντικών συμφωνιών της Ε.Ε. με τις υποψήφιες προς ένταξη χώρες, στις οποίες, βεβαίως, περιλαμβάνεται και η Τουρκία.
Ασταθείς συμμαχίες
Στην πραγματικότητα η Αθήνα δεν έχει κάποιο πραγματικό περιθώριο αντίδρασης, καθώς η απόφαση για τον τρόπο επιλογής των προτάσεων που θα περιλαμβάνουν και τρίτες χώρες θα ληφθεί με ειδική πλειοψηφία, με την ελληνική πλευρά και τη Λευκωσία να μην έχουν παρά συγκυριακές και ασταθείς συμμαχίες για το θέμα εντός Ε.Ε.
Σήμερα θα γίνει γνωστό το τελικό κείμενο, αν και η διαπραγμάτευση αναμένεται να κρατήσει λίγες ακόμη ημέρες, μέχρι το Συμβούλιο Γενικών Υποθέσεων (ΣΓΥ) της 27ης Μαΐου, που αναμένεται να το επικυρώσει. Οι διαπραγματεύσεις είναι, ωστόσο, παρά τις δυσκολίες εξαιρετικά ευαίσθητες και οι διπλωμάτες που τις έχουν αναλάβει επιχειρούν να γεφυρώσουν εξαιρετικά σοβαρές διαφορές.
Τα πρώτα σήματα συναγερμού έφθασαν στην Αθήνα στις 27 Δεκεμβρίου 2024, εντός εορταστικής ραστώνης, όταν η ιταλική κυβέρνηση ενέκρινε την εξαγορά της Piaggio Aerospace (που τελούσε υπό κρατική διοίκηση από το 2018) από την τουρκική εταιρεία Baykar, η οποία ανήκει στον Σελτσούκ Μπαϊρακτάρ, γαμπρό του προέδρου της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν. Με αρκετή καθυστέρηση, η Ελλάδα ζήτησε εξηγήσεις από την Ιταλία σε επίπεδο ευρωπαϊκού μηχανισμού ελέγχου των άμεσων ξένων επενδύσεων (με βάση τον κανονισμό 2019/452). Πριν από λίγες εβδομάδες οι εξηγήσεις αυτές δόθηκαν, δίχως, πάντως, να διαφωτίσουν ιδιαίτερα την κατάσταση.
Η ουσία της υπόθεσης είναι, βεβαίως, ότι αρκετούς μήνες πριν την απόφαση της Ευρωπαϊκής Ενωσης να επεκτείνει τη συνεργασία της στον τομέα της άμυνας με τρίτους, η Τουρκία είχε ήδη κατορθώσει να αποκτήσει τον έλεγχο μιας αμιγώς ευρωπαϊκής εταιρείας, η οποία –μάλιστα– ανήκει στον τομέα της αεροναυπηγικής και λειτουργεί ως εκ τούτου ως περιουσιακό στοιχείο που συμβάλλει ευθέως στην περαιτέρω ανάπτυξη του «κοσμήματος» στο στέμμα της τουρκικής βιομηχανίας: την ανάπτυξη μη επανδρωμένων αεροχημάτων (UAV).
Πέρα από την ιταλική αμυντική βιομηχανία, άλλωστε, η Τουρκία αποτελεί ιδανικό εταίρο και για τη Γερμανία, η οποία επενδύει πολλά στη σχέση της με την Aγκυρα. Στο Βερολίνο είναι απολύτως σαφές ότι ο στόχος επανεξοπλισμού της Ευρωπαϊκής Ενωσης ευρύτερα και της Γερμανίας ειδικότερα χρειάζεται τη συνδρομή τρίτων εταίρων, ειδικά από τη στιγμή που οι ΗΠΑ –με τον Ντόναλντ Τραμπ ή χωρίς αυτόν στο μέλλον– εμφανίζονται να μειώνουν περαιτέρω το στρατιωτικό αποτύπωμα αλλά και τη γενικότερη εμπλοκή τους στην Ευρώπη. Οι Γερμανοί –όπως και άλλοι Ευρωπαίοι– επιθυμούν τη συνεργασία με την Αγκυρα λόγω των παραγωγικών δυνατοτήτων που διαθέτει η τουρκική βιομηχανία, ακόμη και η αεροναυπηγική. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι σχετικές βιομηχανικές μονάδες της Τουρκίας έχουν πιστοποιηθεί τα τελευταία χρόνια με βάση τα πιο υψηλά διεθνή πρότυπα στον τομέα της αεροναυπηγικής (απαραίτητα πιστοποιητικά των συστημάτων διαχείρισης ποιότητας), γεγονός που σημαίνει ότι ένα προϊόν που παράγεται εκεί μπορεί να εισαχθεί στην Ε.Ε. ή να εξαχθεί από εκεί ως προϊόν της Ε.Ε., χωρίς την ανάγκη για προσαρμογές ή κάποια περαιτέρω διαδικασία.
Σχετικοποίηση αξιών
Το πλέον ανησυχητικό, για την Αθήνα, στοιχείο στον τρόπο με τον οποίο κινείται η Ε.Ε. στην παρούσα φάση δεν είναι μόνον η ανοιχτή πόρτα στην ευρωπαϊκή αμυντική βιομηχανία, όσο η σχετικοποίηση των αξιών στις οποίες το οικοδόμημα είχε στηριχτεί. Η πιο γεωπολιτική Ευρώπη σημαίνει και πιο κυνική Ευρώπη και αυτή η στροφή φαίνεται ότι αναγκάζει και την Αθήνα να ξανασκεφθεί από το μηδέν τον τρόπο που ασκεί εξωτερική πολιτική τις τελευταίες τρεις δεκαετίες.
21 May 2025
 
Top