Με έκπληξη πληροφορηθήκαμε , ότι «έπεσε» στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων για την 
ονομασία της FYROM, ένα όνομα – έκπληξη, το «Μακεδονία του Ίλιντεν». Λέγεται, ότι το όνομα αυτό προτάθηκε από τη γειτονική χώρα και ότι η ελληνική πλευρά το αντιμετωπίζει μάλλον θετικά. Θεωρούμε ότι ακόμα είναι πολύ νωρίς για να βγάλουμε περαιτέρω συμπεράσματα. Αναμένοντας όμως περισσότερες πληροφορίες, πιστεύουμε ότι είναι πολύ χρήσιμο να ενημερώσουμε τους αναγνώστες του protothema.gr για την εξέγερση του Ίλιντεν (1903). 

Είχαμε αναφερθεί και σε παλαιότερα άρθρα μας σ’ αυτή, ωστόσο σήμερα θα γράψουμε περισσότερα. 

Από το 1870 ως το 1903 

Κομβικά σημεία – ημερομηνίες στο μακεδονικό ζήτημα κατά το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα, ήταν αναμφίβολα η ίδρυση αυτόνομης Ορθόδοξης Βουλγαρικής Εκκλησίας με σουλτανικό φιρμάνι (1870) και η Συνθήκη του Αγίου Στέφανου, που τροποποιήθηκε από το Συνέδριο του Βερολίνου το 1878. Θα αναφερθούμε συνοπτικά σε αυτά, γιατί θεωρούμε ότι είναι απαραίτητη η γνώση τους για καλύτερη κατανόηση των μετέπειτα γεγονότων στη Μακεδονία. 


Η Βουλγαρική Εξαρχία, συστήθηκε ως αυτόνομη Ορθόδοξη Εκκλησία, χωρίς τη σύμφωνη γνώμη του Οικουμενικού Πατριαρχείου και κατά παράβαση των χριστιανικών διατάξεων στις 28 Φεβρουαρίου/ 12 Μαρτίου 1870, με έδρα την Κωνσταντινούπολη. 

Το δέκατο άρθρο του φιρμανιού της Εξαρχίας που προέβλεπε την επέκταση της δικαιοδοσίας του Βούλγαρου Έξαρχου σε περιοχές της οθωμανικής αυτοκρατορίας, όπου τα 2/3 του πληθυσμού θεωρούνταν Βούλγαροι, ήταν το πλέον επίμαχο.
 

Από την έκδοση του φιρμανιού της Εξαρχίας προκλήθηκε τεράστια αίσθηση στον ελληνισμό, εντός της τότε ελληνικής επικράτειας αλλά και σε Μακεδονία και Θράκη. 

Οι σχέσεις του Οικουμενικού Πατριαρχείου με την Εξαρχία οδηγήθηκαν σε ρήξη, που κατέληξε στο σχίσμα του 1872. Υπήρξε σημαντική επίδραση στο πολιτικό καθεστώς των Χριστιανών του μακεδονικού χώρου και ένταση των βουλγαρικών ενεργειών στην περιοχή. 

Κατά τον Ρωσοτουρκικό Πόλεμο του 1878, επιβλήθηκε απ’ τη Ρωσία στην Οθωμανική αυτοκρατορία η Συνθήκη του Αγίου Στεφάνου, σύμφωνα με την οποία ιδρυόταν μεγάλο ανεξάρτητο Βουλγαρικό κράτος που θα περιελάμβανε την περιοχή από τον Δούναβη μέχρι το Αιγαίο και από τον Εύξεινο Πόντο μέχρι την Αχρίδα και τις Πρέσπες, με εξαίρεση τη Θράκη, από το Πόρτο – Λάγος και ανατολικότερα, τη Χαλκιδική και την πόλη της Θεσσαλονίκης. 

Υπήρξε γενικός ξεσηκωμός των Ελλήνων (τότε ξέσπασε και το επαναστατικό κίνημα του Ολύμπου και σχηματίστηκε προσωρινή κυβέρνηση στο Λιτόχωρο, η οποία επεκτάθηκε σε Κοζάνη, Καστοριά, Φλώρινα και Μοναστήρι), που αφύπνισε τις άλλες μεγάλες δυνάμεις της εποχής (Αγγλία, Γαλλία, Αυστροουγγαρία, Πρωσία), οι οποίες πίεσαν τη Ρωσία. Έτσι οδηγηθήκαμε στη Συνθήκη του Βερολίνου (1/13 Ιουλίου 1878), που περιόριζε τη Βουλγαρία σαν αυτόνομη επαρχία μεταξύ Αίμου και Δούναβη, ενώ μεταξύ Αίμου και Ροδόπης ιδρυόταν η αυτόνομη επαρχία της Ανατολικής Ρωμυλίας.
 

Μια ακόμα χρονιά ορόσημο στο «Μακεδονικό», ήταν το 1893. Τότε ιδρύθηκε η Εσωτερική Μακεδονική Επαναστατική Οργάνωση (EMEO ή I.M.R.O. = Internal Macedonian Revolutionary Organization) που άλλαξε τα πράγματα στο Μακεδονικό. 

Οι ιδρυτές της χωρίς να έχουν σχέδια για άμεση επανάσταση, απέβλεπαν στην υλοποίηση και προετοιμασία ενός μακροπρόθεσμου αλλά μαζικού χριστιανικού επαναστατικού κινήματος στη Μακεδονία και έθεσαν σαν πρωταρχικό σκοπό την απελευθέρωση της Μακεδονίας με το συμβολικό σύνθημα «Η Μακεδονία στους Μακεδόνες». 

Η επίσημη βουλγαρική πολιτική μετά την ίδρυση του I.M.R.O. άλλαξε. Η κυβέρνηση Στόιλοφ που κατείχε την εξουσία από το 1894 ως το 1899, υποκίνησε βουλγαρικά αντάρτικα σώματα να μπουν στη ΒΑ Μακεδονία και να ξεσηκώσουν τους βουλγαρικούς πληθυσμούς. 

Το κίνημα αυτό απέτυχε, γιατί δεν βρήκε ερείσματα στον ντόπιο πληθυσμό. Το ελληνικό κίνημα του 1896 στη Μακεδονία, είχε καθαρά ιδιωτικό χαρακτήρα, αφού οργανώθηκε από την Εθνική Εταιρεία. Ακολούθησε ο Ελληνοτουρκικός πόλεμος του 1897 με τα γνωστά αποτελέσματα. Μετά το 1898, υπήρξε μία αμφίρροπη περίοδος στη Μακεδονία. Ωστόσο η φωτιά σιγόκαιγε. Από το 1901, με την παρέμβαση των Μεγάλων Δυνάμεων, υιοθετήθηκε από τον σουλτάνο το «σχέδιο της Βιέννης», που συμφωνήθηκε μεταξύ Ρωσίας και Αυστρίας. Πρακτικά όμως αυτό, έμεινε ανεφάρμοστο. Τον Οκτώβριο του 1902, εξέγερση ορισμένων περιοχών της Μακεδονίας, μετά από βουλγαρική υποκίνηση απέτυχε μετά την καταστολή της από τους Τούρκους.
 

Η βία και τα αντίποινα των Τούρκων εναντίον των ντόπιων πληθυσμών προκάλεσαν θύελλα αντιδράσεων στην ευρωπαϊκή κοινή γνώμη. Νέες προσπάθειες για μεταρρυθμίσεις από τον σουλτάνο (Μάρτιος 1903) έπεσαν στο κενό. 


Από τις αρχές του 1903, οι Βούλγαροι άλλαξαν τακτική.Έμπαιναν και παρέμεναν στα πατριαρχικά χωριά στρατολογούσαν τους κατοίκους τους και τους επέβαλλαν φορολογία και αναγκαστικά δάνεια. 

Οι Βούλγαροι προσπαθούσαν να πείσουν την ευρωπαϊκή κοινή γνώμη ότι οι μεταρρυθμίσεις είναι ανεπαρκείς. Στις 15 Απριλίου 1903, Βούλγαροι συνωμότες έριξαν 20 βόμβες σε καφενεία, κέντρα κλπ. της Θεσσαλονίκης και διέκοψαν την παροχή αεριόφωτος στην πόλη. Νέες δυναμιτιστικές ενέργειες την επόμενη μέρα προκάλεσαν πολλά θύματα κυρίως ανάμεσα στους Έλληνες και πανικό στην πόλη. Οι Τούρκοι αντέδρασαν με αθρόες συλλήψεις και επιβολή στρατιωτικού νόμου στη Θεσσαλονίκη.
 

Είχε γίνει φανερό ότι η κατάσταση ήταν πλέον ανεξέλεγκτη. 

Η εξέγερση του Ίλιντεν (20 Ιουλίου 1903) 

Το I.M.R.Ο. έβλεπε πλέον ότι με την αναβλητικότητα έχανε έδαφος. Πολλά μέλη του λόγω της έντονης προπαγάνδας των Βερχοβιστών, αυτών που επιδίωκαν να τεθεί υπό έλεγχο όλο το κίνημα στη Μακεδονία και να επιβληθεί έτσι κάποια ανώτερη (βερχόβεν) αρχή, και των εξαγγελιών τους, πως η Ρωσία και οι άλλες Μεγάλες Δυνάμεις θα παρέμβουν μετά το ξέσπασμα της εξέγερσης ,είχαν αλλάξει γνώμη. 

Έτσι αποφασίστηκε να γίνει η εξέγερση στις 20 Ιουλίου (2 Αυγούστου) 1903, ημέρα της εορτής του Προφήτη Ηλία.
Το I.M.R.O ήταν ακόμα πολύ ισχυρό παρά τις απώλειες που είχε από τις αρχές του 1903. Διέθετε 1.600 ένοπλους και υπολόγιζε ότι θα στρατολογούσε 32.000 ακόμα στα χωριά. Η εξέγερση θα εκδηλωνόταν στη Δυτική Μακεδονία, ενώ ταυτόχρονα θα γινόταν ενέργειες αντιπερισπασμού στις άλλες περιοχές. 

1.200 άνδρες χωρισμένοι σε 49 ομάδες, του I.M.R.O συγκεντρώθηκαν στο δυτικό τμήμα της Μακεδονίας. Οι Τούρκοι, με τον φόβο εισβολής από τη Βουλγαρία είχαν συγκεντρώσει όλες τις δυνάμεις τους στα σύνορα. Οι ντόπιοι πατριαρχικοί και μουσουλμάνοι στη Μακεδονία δεν έδωσαν ιδιαίτερη προσοχή και αιφνιδιάστηκαν. 

Το σύνθημα της εξέγερσης δόθηκε από τους Γκρούεφ και Σαράφοφ από το Σμίλεβο, έδρα της δεύτερης επαναστατικής περιφέρειας και μεταδόθηκε από βουνό σε βουνό με φωτιές στη Δίβρη, την Αχρίδα, την Καστοριά και την Κλεισούρα. Πράκτορες χτυπούσαν τις καμπάνες και διακήρυτταν: «Παίρνουμε τα όπλα κατά της τυραννίας στο όνομα της ελευθερίας και του ανθρωπισμού, χωρίς φυλετικές προκαταλήψεις». 

Οι χωρικοί βγήκαν από τα σπίτια τους. Οι πιο φανατικοί έκαιγαν σπίτια πατριαρχικών ή σκότωναν αθώους Τούρκους. Το σχέδιο προέβλεπε να ανάψουν φωτιές στις μεγαλύτερες πόλεις, να καταστραφούν γέφυρες, σιδηροδρομικές και τηλεγραφικές γραμμές για να κοπούν οι επικοινωνίες με τα κέντρα, να χτυπηθούν απομονωμένες φρουρές και τα σπίτια Τούρκων μπέηδων. Έτσι χτυπήθηκαν μικρές φρουρές στο Ζέλοβο και τη Ρούλια, ενώ επιθέσεις στη Ρέσνα και το Κίτσεβο απέτυχαν. Οι μεγάλες πόλεις (Φλώρινα, Καστοριά, Αμύνταιο, Μοναστήρι), δεν χτυπήθηκαν.
 

Μόνο στο Κρούσοβο ο Ιβάνοφ με 60 άνδρες, εξουδετέρωσε το μεγαλύτερο μέρος της φρουράς, έκαψε το Διοικητήριο και ανακήρυξε τη Δημοκρατία του Κρουσόβου. Συγκρότησε επαναστατική επιτροπή και στρατοδικείο, στο οποίο παραπέμφθηκαν «προδότες» Έλληνες, ελληνόφωνοι Βλάχοι και Τούρκοι. Άλλες ομάδες μπήκαν στο Νυμφαίο και την Κλεισούρα. Στην ύπαιθρο της Δυτικής Μακεδονίας χτυπήθηκαν αγάδες και καταστράφηκαν τσιφλίκια. Η Ζερβένη, χωριό Πομάκων λεηλατήθηκε. Ο κομιτατζής Τσακαλάροφ σκότωσε 26 Τούρκους. Επίσης κάηκε και η Βίγλιοτα, χωριό Αλβανών, σε αντίποινα για την καταστροφή του χωριού Σμαρδέσι από τις οθωμανικές αρχές (Μάιος 1902). 

Οι Τούρκοι ήταν πολύ διστακτικοί στο να στείλουν στην περιοχή που είχε ξεσηκωθεί μεγάλες δυνάμεις, φοβούμενοι πιθανή βουλγαρική επέμβαση στην Κεντρική και Ανατολική Μακεδονία. Έτσι συγκρότησαν στρατιωτικές μονάδες από έφεδρους και ατάκτους. 


Στο Κρούσοβο, έγινε εισβολή τέτοιων σωμάτων. Οι αντάρτες του Ιβάνοφ αποχώρησαν. Οι εξαγριωμένοι άτακτοι κατέστρεψαν 366 σπίτια και 203 καταστήματα που ανήκαν σε Έλληνες και Βλάχους. Οι πατριαρχικοί είχαν 41 θύματα. Στο Αρμένσκο κάηκαν 150 σπίτια και σκοτώθηκαν 68 κάτοικοι. Στο πατριαρχικό χωριό Ράκοβο κάηκαν 250 σπίτια. Στις 27 Αυγούστου καταστράφηκε το Σμίλεβο και 90 κάτοικοι που δεν πρόλαβαν να φύγουν. Πολλά ακόμα χωριά (Ζαγορίτσανη, Ντέμπενη, Ζουμπάνιστα, Κοντορόπι, Μπόμπιστα, Κότορι, Μόκρινα, Κοστανέτσι κ.ά), καταστράφηκαν και λεηλατήθηκαν. Μόνο η Κλεισούρα και το Νυμφαίο ανακτήθηκαν από τους Τούρκους χωρίς να υποστούν μεγάλες ζημιές. 

Στα τέλη Αυγούστου, η εξέγερση είχε λήξει με τεράστιες απώλειες για τους επαναστάτες. Τα χωριά άρχισαν να υψώνουν λευκές σημαίες και να μην δέχονται αντάρτες. Ο Τσακαλάροφ πέρασε στην Ήπειρο, αφού έκαψε σπίτια πατριαρχικών στο Νεστόριο και την Κοτύλη και αλβανικά χωριά. Τέλος Οκτωβρίου, μαζί με τον Κλιάσεφ κατέφυγαν στην Ελλάδα. Πιάστηκαν όμως στα σύνορα. Τελικά αφέθηκαν ελεύθεροι και επέστρεψαν στη Σόφια (τέλη Νοεμβρίου).
Ο απολογισμός της εξέγερσης του Ίλιντεν ήταν τρομακτικός για τον πληθυσμό. Πάνω από 22 χωριά καταστράφηκαν και 8.000 σπίτια είχαν καεί.
Πάνω από 40.000 είχαν μείνει άστεγοι. Η μισή σοδειά καταστράφηκε και τα περισσότερα ζώα κάηκαν. Και το τραγικότερο; Περισσότεροι από 2.000 άνθρωποι σκοτώθηκαν. Κάποιοι έφυγαν για τις πόλεις, όπου ζούσαν πλέον με μεγάλες στερήσεις. Όσοι είχαν καταφύγει στα βουνά, γύρισαν στα χωριά τους όπου βρήκαν ερείπια. Ως το τέλος του χρόνου, οπότε δόθηκε ένα είδος αμνηστίας, συνεχίστηκε η καταδίωξη των επαναστατών (Μεγάροβο, Μορίχοβο και αλλού). Περισσότεροι από 750 αντάρτες σκοτώθηκαν.
 

Οι Βερχοβιστές, δρούσαν από τα μέσα Αυγούστου στην περιοχή Ανδριανούπολης – Σαράντα Εκκλησιών.
Οι Τούρκοι αντέδρασαν αστραπιαία. Πολλά χωριά, μεταξύ των οποίων κι ο αμιγώς ελληνικός Σκοπός καταστράφηκαν τελείως. 12.000 πρόσφυγες κατέφυγαν στη Βουλγαρία. Νέες ομάδες Βερχοβιστών, άρχισαν να δρουν από τα τέλη Σεπτεμβρίου στην περιοχή μεταξύ Ρίλας και Ροδόπης, ανατολικά του Στρυμώνα.
Η επέμβαση των Τούρκων είχε σαν αποτέλεσμα 1.500 σπίτια να καταστραφούν και 7.000 πρόσφυγες να κινηθούν προς τη Βουλγαρία. 


Οι συνέπειες της εξέγερσης του Ίλιντεν
Τα δύο μακεδονικά κομιτάτα (Βερχοβιστές και Σαντραλιστές), τέθηκαν εκτός νόμου από τη βουλγαρική κυβέρνηση. Ηγετικά τους στελέχη συνελήφθησαν. Τα κομιτάτα όμως συνέχισαν τη δράση τους ανεπίσημα και η βουλγαρική κυβέρνηση προσπαθούσε να εκμεταλλευτεί τις αγριότητες των Τούρκων. 

Οι μεταρρυθμίσεις της Βιέννης δεν εφαρμόστηκαν ποτέ. Τον Οκτώβριο του 1903, στο Murzsteg, αποφασίστηκε νέο σχέδιο από την Αυστροουγγαρία και τη Ρωσία, που περιλάμβανε και τις μεταρρυθμίσεις της Βιέννης. Οι άλλες δυνάμεις ήταν επιφυλακτικές (Αγγλία, Γαλλία, Ιταλία) ή αντίθετες (Γερμανία).
Ο σουλτάνος με παρελκυστική τακτική, αν και δέχθηκε το σχέδιο, καθυστερούσε να το εφαρμόσει. 

Η ελληνική παρουσία στη Μακεδονία και, κυρίως, ο ηρωικός θάνατος του Παύλου Μελά, το 1904 αποτέλεσαν τη θρυαλλίδα νέων εξελίξεων που οδήγησαν τελικά στην απελευθέρωση της Μακεδονίας στους Βαλκανικούς Πολέμους 1912 – 1913. 

Πηγές: ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΘΝΟΥΣ, Εκδοτική Αθηνών.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΒΑΚΑΛΟΠΟΥΛΟΣ, «ΤΟ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟ ΖΗΤΗΜΑ», Εκδόσεις «Παρατηρητής», 1993.
ΝΙΚΟΛΑΟΣ Κ. ΜΑΡΤΗΣ, «Η ΠΛΑΣΤΟΓΡΑΦΗΣΗ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ», ΑΘΗΝΑ 1983.
 
Top